[…] ‘Οσο για τους πρώτους ανθρώπους που δημιουργήθηκαν, λένε ότι ζούσαν άτακτη ζωή και σαν θηρία, και διασκορπισμένοι έβγαιναν στα βοσκοτόπια και έτρωγαν από τα χόρτα τα πιο τρυφερά και από τα δέντρα τους καρπούς έτσι όπως είχαν παραχθεί επάνω τους. Επειδή, δε, τους πολεμούσαν τα άγρια θηρία, έμαθαν, ωθούμενοι από το κοινό όφελος, να βοηθούν ο ένας τον άλλον και, καθώς μαζεύονταν όλοι μαζί από τον φόβο τους, σιγά σιγά έμαθαν να αναγνωρίζουν ο ένας τα χαρακτηριστικά του άλλου. Η φωνή τους, που ήταν αρχικά δίχως νόημα και συγκεχυμένη, άρχισε σταδιακά να αρθρώνει λέξεις και, θέτοντας από κοινού σύμβολα για όσα έβλεπε το μάτι τους, δημιούργησαν μια κοινή μεταξύ τους έκφραση για όλα τα πράγματα.
Επειδή όμως τέτοιες ανθρώπινες ομάδες δημιουργήθηκαν σε ολόκληρη την οικουμένη, δεν είχαν όλες την ίδια γλώσσα, καθόσον η καθεμιά σχημάτισε τις λέξεις στην τύχη· για τον λόγο αυτό υπήρξαν και κάθε λογής γλωσσικά ιδιώματα, και οι πρώτες αυτές ομάδες που σχηματίστηκαν αποτέλεσαν την απαρχή όλων των λαών. Οι πρώτοι λοιπόν άνθρωποι ζούσαν παραδαρμένη ζήση, εφόσον δεν είχε εφευρεθεί τίποτε από όσα είναι χρήσιμα για τη ζωή· ήταν γυμνοί από ρούχα, δεν ήξεραν από κατοικία και φωτιά και δεν είχαν ιδέα τι θα πει ήμερη τροφή. Και ακριβώς, επειδή αγνοούσαν τη συγκομιδή της άγριας τροφής, δεν έκαναν καμιά αποθήκευση των καρπών σε περιόδους ένδειας· γι’ αυτό και πολλοί πέθαιναν τον χειμώνα από το κρύο και την έλλειψη τροφής. Αργότερα όμως σιγά σιγά διδάχτηκαν από την πείρα τους και κατέφευγαν το χειμώνα στις σπηλιές και αποθήκευαν τους καρπούς που μπορούσαν να φυλαχτούν. Και όταν έμαθαν τη φωτιά2 και τα άλλα χρήσιμα στη ζωή, ανακάλυψαν σταδιακά και τις τέχνες και τα άλλα που μπορούν να ωφελήσουν τη ζωή σε μια κοινότητα. Γενικώς, πάντως, η ίδια η ανάγκη έγινε ο δάσκαλος των ανθρώπων σε όλα, η ανάγκη που οδήγησε με τον δικό της κατάλληλο τρόπο στην εκμάθηση κάθε πράγματος ένα πλάσμα ευφυές και το οποίο είχε συνεργούς για τα πάντα τα χέρια,3 τον λόγο και την οξύνοια.4
-
Ο Διόδωρος (για βιογραφικά στοιχεία βλ. σχ. 1 του άρθρου μας του αναρτημένου στην παρούσα στήλη την 5η /2ου /2022 με δύο μεταφρασμένα αποσπάσματα από το βιβλίο ΙΖ της Βιβλιοθήκης του σχετικά με τον Μ. Αλέξανδρο), στο πρώτο (Α) βιβλίο του ιστοριογραφικού του έργου ασχολείται με την ιστορία της Αιγύπτου. Αλλά στα προλογικά κεφάλαια 7 κ. εξ. κάνει λόγο για τη γένεση του κόσμου και του ανθρώπου, περιεχόμενο που έχει προκαλέσει ζωηρή συζήτηση στην εποχή μας αναφορικά με τις πηγές από τις οποίες άντλησε ο Διόδωρος τις πληροφορίες του. Υποστηρίχθηκε ότι βασίστηκε σε θεωρίες φιλοσόφων, όπως του Δημόκριτου, του Εκαταίου του Αβδηρίτη, του Ποσειδώνιου από την Απάμεια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το τμήμα στο οποίο ο Σικελιώτης συγγραφέας εκθέτει την προϊστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, καθώς η παρεχόμενη εικόνα της πρώιμης εξέλιξης του ανθρώπινου είδους και η περιγραφόμενη πορεία των κατακτήσεών του και της ανόδου τού πολιτισμού του δεν απέχει πολύ από τη σύγχρονη επιστημονική θεώρηση.
Παραθέτουμε το περί ου ο λόγος όγδοο κεφάλαιο.
2)Άλλη μία αρχαία μαρτυρία για τη μεγάλη αξία που είχε για τον άνθρωπο η ανακάλυψη και χρήση της φωτιάς από αυτόν. Ας θυμηθούμε, πέντε αιώνες πριν, τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, όπου ο ομώνυμος ήρωας αναδεικνύεται ως ο ευεργέτης του ανθρώπινου γένους παραδίδοντας στους ανθρώπους τη φωτιά που έκλεψε από τον ΄Ολυμπο, αγαθό που αρχικά ήταν κτήμα μόνο των θεών, και διδάσκοντάς τους επιπλέον τη γνώση και όλες τις τέχνες που εφεύρε γι’ αυτούς (στ. 436-506). Και στον Ομηρικό ΄Υμνο στον Ερμή, επίσης η παραγωγή της φωτιάς συνδέεται με έναν θεό· συγκεκριμένα, αναφέρεται η παραγωγή φωτιάς με την τριβή –πανάρχαια μέθοδος – ως επινόηση του Ερμή.
Η χρήση της φωτιάς ήταν ένα από τα πρώτα και πιο σημαντικά επιτεύγματα του παλαιότερου προγόνου του ανθρώπου για την επιβίωση και εξέλιξή του πάνω στη γη, γεγονός που επιβεβαιώνει απόλυτα η σύγχρονη επιστήμη. Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, η φωτιά που με το μαγείρεμα μεγάλωσε την ποικιλία της τροφής, εξασφάλισε τη θέρμανση του ανθρώπου καθώς και την προστασία από τα άλλα ζώα και αποτέλεσε πηγή φωτός τη νύχτα, υπολογίζεται ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Homo erectus πριν από περίπου 1 εκατ. χρόνια.
3)Κρίσιμος παράγοντας στην πρώιμη εξέλιξη του ανθρώπου ήταν η όρθια στάση και η δίποδη βάδιση των πρώτων ανθρωπιδών πριν από περίπου 4.000.000 χρόνια που τους έδωσε τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τα χέρια τους και να κατασκευάζουν εργαλεία. Και η απαρχή κατασκευής λίθινων εργαλείων πριν από περίπου 2.500.000 χρόνια στην Ανατολική Αφρική από τον χρήστη Homo habilis αποτελεί το πρώτο θεμελιώδες βήμα του ανθρώπου προς τον πολιτισμό. ΄Αμεσα συνδεδεμένη με την αξιοθαύμαστη ανακατασκευή του σώματος του ανθρώπου ήταν και η βαθμιαία αύξηση του μεγέθους του εγκεφάλου του και η τεράστια εξέλιξη της νοημοσύνης του. Την εποχή που αναπτυσσόταν ο εγκέφαλος και άρχισαν να κατασκευάζονται με επιδεξιότητα τα εργαλεία άρχισε να χρησιμοποιείται και ο έναρθρος λόγος, άλλο ένα πολύτιμο, ίσως το πολυτιμότερο μέσο με το οποίο προχώρησε η κοινωνική εξέλιξη.
Δύο θεωρίες έχουν διατυπωθεί σχετικά με την εξέλιξη του ανθρώπινου εγκεφάλου και την ευκινησία των χεριών- δακτύλων, θεωρίες που συναντούμε ήδη στους αρχαίους χρόνους. Η μία εξ αυτών υποστηρίζει ότι η ευρύτερη χρήση των χεριών του ανθρώπου έδωσε πολλά ερεθίσματα στον εγκέφαλο ευνοώντας την ανάπτυξή του. Την ίδια άποψη είχε ο φιλόσοφος Αναξαγόρας, ο οποίος, όπως μαρτυρεί ο Αριστοτέλης στο Περὶ ζώων μορίων, «λέει ότι επειδή έχει χέρια ο άνθρωπος, είναι το ευφυέστερο απ’ όλα τα ζώα». Σύμφωνα με τη δεύτερη, αντίθετη θεωρία, πρώτα εξελίχθηκε ο εγκέφαλος και μετά η δεξιότητα των ανθρώπινων χεριών. Αυτός είναι και ο ισχυρισμός του Αριστοτέλη, ο οποίος σημειωτέον συνδέει την όρθια στάση του ανθρώπου με τον νου, την θεωρεί προϋπόθεση της σκέψης του. Και για τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο χέρι και το μυαλό γράφει: « Ο άνθρωπος δεν είναι εξαιτίας των χεριών ο ευφυέστερος, αλλά επειδή είναι το ευφυέστερο απ’ όλα τα ζώα, γι’ αυτό έχει τα χέρια». «[…] και το χέρι φαίνεται ότι είναι όχι ένα όργανο, αλλά πολλά· είναι ακριβώς αυτό που θα λέγαμε το όργανο των οργάνων».
4)Στις Ικέτιδες (στ. 201-218) ο Ευριπίδης μιλάει και αυτός για τα θεϊκά ευεργετήματα προς τον άνθρωπο. Δοξάζει εκείνον τον θεό ο οποίος προίκισε τον άνθρωπο με τα εφόδια που τον έβγαλαν από την κατάσταση του ζώου – όπως η γλώσσα και το λογικό. Για να κλείσει ο μεγάλος Τραγικός τον ύμνο του με τούτα τα λόγια που ακούγονται αιώνες τώρα μέσα στο θέατρο ρίχνοντας τη βαριά προφητική σκιά τους στο ζοφερό μέλλον του ανθρώπινου όντος, απότοκο της ύβρεώς του απέναντι στο θαύμα της δημιουργίας του κόσμου:
Μα (του ανθρώπου) ο λογισμός ζητάει πιο τρανός να είναι
απ’ του θεού, και με την έπαρση που ’χουμε μέσα μας
θαρρούμε πως σοφότεροι είμαστ’ εμείς απ’ τους θεούς.
Και θυμάμαι ξανά τη ρήση του Μάριου Πλωρίτη για τον θρίαμβο της λογικής, της Επιστήμης: «Η Επιστήμη μάς έκανε Θεούς πριν γίνουμε ΄Ανθρωποι».