( Ο ποιητής Φιλόξενος ο Κυθήριος2 και ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος3 ή το ελεύθερο σπινθηροβόλο πνεύμα απέναντι στην ισχύ της εξουσίας).
Στη Σικελία, ο Διονύσιος, ο τύραννος των Συρακουσίων, έχοντας απαλλαγεί από τους πολέμους με τους Καρχηδονίους, απολάμβανε την ειρήνη και τον ελεύθερο χρόνο του. Γι’ αυτό και καταπιάστηκε να γράφει ποιήματα με μεγάλο ζήλο και καλούσε στην αυλή του όσους είχαν αποκτήσει φήμη ασχολούμενοι με αυτού του είδους τη συγγραφή και τους συναναστρεφόταν περιβάλλοντάς τους με περισσή εκτίμηση και έχοντάς τους ως επιμελητές και διορθωτές των ποιημάτων του. Με τα μυαλά του να παίρνουν αέρα από τα λόγια που αυτοί του έλεγαν ως αντίχαρη για τις ευεργεσίες του που δέχονταν, καυχιόταν πολύ περισσότερο για τα ποιήματα παρά για τα πολεμικά του κατορθώματα. Από τους ποιητές που αποτελούσαν τον κύκλο του, ο Φιλόξενος ο διθυραμβοποιός, ο οποίος έχαιρε μεγάλης εκτίμησης για τη σύνθεση του διακεκριμένου ποιητικού του έργου, όταν στη διάρκεια του συμποσίου διαβάστηκαν τα ποιήματα του τυράννου που ήταν πολύ κακά, ρωτήθηκε τι γνώμη είχε για τα ποιήματα. Κι όταν εκείνος απάντησε με παρρησία μεγαλύτερη του δέοντος, ο τύραννος λόγω τού ότι δυσαρεστήθηκε με τα λόγια του και τον κατηγόρησε ότι από τη ζήλια του τα κακολόγησε, πρόσταξε τους υπηρέτες να τον αρπάξουν και να τον πάνε αμέσως στα λατομεία.4 Την επομένη, καθώς οι φίλοι τον παρακαλούσαν να συγχωρέσει τον Φιλόξενο, συμφιλιώθηκε μαζί του και κάλεσε ξανά τα ίδια πρόσωπα στο συμπόσιο. Προχωρώντας η οινοποσία, και πάλι ο Διονύσιος αρχίζει να καυχιέται για τα ποιήματά του και να απαγγέλλει κάποιους στίχους από εκείνους που θεωρούσε πετυχημένους και ρωτάει: «Πώς σου φαίνονται τα ποιήματά μου;» Και ο Φιλόξενος δεν είπε τίποτε άλλο, μόνο κάλεσε τους υπηρέτες του Διονυσίου να τον πάρουν και να τον οδηγήσουν στα λατομεία.5 Τότε λοιπόν ο Διονύσιος χαμογέλασε με το πνευματώδες των λόγων τού Φιλόξενου και ανέχθηκε την παρρησία του, καθόσον το γέλιο αμβλύνει την αποδοκιμασία. Μετά από λίγο, όμως, καθώς οι γύρω του αλλά και ο Διονύσιος του ζητούσαν να αφήσει κατά μέρος την άκαιρη παρρησία, ο Φιλόξενος έδωσε μια παράξενη υπόσχεση. Είπε δηλαδή ότι με την απάντησή του θα διαφυλάξει και τα δύο, και την αλήθεια και την επιδοκιμασία του Διονυσίου· και δεν διαψεύστηκε. Γιατί, όταν ο τύραννος απήγγειλε κάποιους στίχους που μιλούσαν για αξιοθρήνητα παθήματα και τον ρώτησε «Πώς σου φαίνονται τα ποιήματα;», εκείνος είπε: «Οικτρά», τηρώντας έτσι με την αμφισημία αυτή και τα δύο σκέλη της υπόσχεσής του. Γιατί ο μεν Διόνυσος θεώρησε ότι «τα οικτρά» σημαίνουν λυπητερά και διαποτισμένα πλήρως από συμπόνια και ότι αυτού του είδους τα έργα είναι επιτεύγματα των καλών ποιητών, οπότε έκρινε ότι ο Φιλόξενος τον είχε επαινέσει· οι δε άλλοι αντιλήφθηκαν το αληθινό νόημα και συμπέραναν ότι «το οικτρό» είχε λεχθεί ολωσδιόλου για να χαρακτηρίσει την αποτυχία.6
Σημειώσεις:
Συγχαρητήρια, κ.Παπαδακη, για την έρευνα και τα κείμενα σας!
Eυχαριστώ για τα καλά σας λόγια.