Θυμάμαι παλιά οι παππούδες αλλά και οι γονείς μας αν μετά την Ανάσταση δεν απαντούσαμε «Αληθώς ο Κύριος», τότε μας μάλωναν και μας επανέφεραν στην τάξη, τηρώντας, άθελά τους ίσως, μια φαινομενική τυπικότητα γεμάτη ωστόσο ουσία.
Η λέξη «Αληθώς» αποτελεί ακριβώς την αποδοχή του γεγονότος της Αναστάσεως και την χαρμόσυνη απάντηση στο «Χριστός Ανέστη» που θα αντηχήσει με το γύρισμα της ημέρας το βράδυ του Σαββάτου και την έλευση της Κυριακής, της αναστάσιμης ημέρας της εβδομάδας, της ημέρας του Κυρίου, όπως στην κυριολεξία σημαίνει το όνομά της στα ελληνικά, σε αντίθεση με το αγγλικό Sunday, ημέρας του ήλιου.
Αυτή η μικρή λέξη, το Αληθώς, μας καθιστά μάρτυρες του Χριστού. Είναι δηλαδή μια ομολογία πίστεως. Ζη ο Χριστός, Ανέστη με το σώμα Του. Νικήθηκε ο θάνατος, καθώς προείπεν… ήδη από την Παλαιά Διαθήκη και την Γένεση.
Θα βάλω έχθρα, είπε ο Θεός στο φίδι, ανάμεσα σ’ εσένα και ανάμεσα στην γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα της και στο σπέρμα σου, «αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν»[1]. Έβαλε λοιπόν «έχθρα» ο Κύριος ανάμεσα στους «απογόνους» του φιδιού, δηλαδή του διαβόλου και του «σπέρματος της Γυναίκας». Ποιος είναι όμως «Αυτός» το σπέρμα της γυναικός που θα «τηρήσει», θα συντρίψει την κεφαλή του φιδιού, ενώ το φίδι θα του «τηρήσει», θα του δαγκώσει δηλαδή την φτέρνα;
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, ερμηνεύοντας την Γένεση, μας λένε ότι «Αυτός», το σπέρμα της Γυναικός, είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός ο οποίος μόνο κατά σάρκαν γεννάται εκ της Γυναικός, εκ της Παρθένου Μαρίας. Η συντριβή της κεφαλής του φιδιού, είναι η νίκη του Χριστού προς τον θάνατον, η Ανάστασή Του δηλαδή, και το δάγκωμα της φτέρνας είναι ο θάνατος Του. Τόσο απλά, τόσο πραγματικά, τόσο ποιητικά, ο ποιητής των πάντων μας ενημερώνει, στην πρώτη Του Διαθήκη, ότι έχουμε ελπίδα Ζωής. Θα πεθάνει ο Υιός του Ανθρώπου και θα Αναστηθεί, νικώντας και καταργώντας, με τον θάνατόν Του, τον «έσχατο εχθρό»[2], τον θάνατο.
«Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας,
καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
Αυτός είναι το Πάσχα[3] ημών, λέει ο Παύλος, είναι το δικό μας πέρασμα από τον θάνατο στην Ζωή, γιατί για εμάς πέθανε ο Χριστός[4] και Ανέστη για μας, εκ Πατρός, εν Αγίω Πνεύματι.
Ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη» με λαμπρές, χαρούμενες καρδιές. Δεν υπάρχει για μας θάνατος. Αυτή είναι η ελπίδα και η βεβαιότητά μας. Ζη Κύριος και δι εκείνου, καθώς προείπεν, λάβαμε κι εμείς την Αιώνιον Ζωή και το Μέγα Έλεος.
Επικράνθη Άδης, νικήθηκε ο θάνατος, έλαβε γη που την νόμισε απλώς για χώμα και συνάντησε Ουρανό. Έλαβε ένα ανθρώπινο σώμα που όμως ήταν και Θεός. Πού είναι τώρα θάνατε το κεντρί σου, πού είναι η έπαρσή σου; Ανέστη Χριστός και Ζωή πολιτεύεται, Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς επί μνήματος[5].
Ως το «Αληθώς» όμως αγαπημένοι μου, ας δακρύσουμε για την κοινή μοίρα των ανθρώπων, τον θάνατο, ας θρηνήσουμε για την στενάζουσα όπου γης ανθρωπότητα, για την φύση και τα πλάσματά της, μα πιο πολύ ας συλλογιστούμε τον Χριστό και τον αληθινό, τον σταυρικό θάνατό Του.
Διότι «Αληθώς Ανέστη», σημαίνει και Αληθώς πέθανε…. ας μην το ξεχνάμε αυτό. Μην ξεχνάμε την αλήθεια του θανάτου Του. Αυτή η θυσία πρέπει να συγκλονίζει την ζωή μας.
«ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ
χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ»
Καλή Ανάσταση!
*Η Ελένη Λιντζαροπούλου είναι Θεολόγος και ποιήτρια