Αλήθεια πόσες φορές μπορεί να ανεβεί ένα θεατρικό έργο, να ξαναδιαβαστεί και να ξαναδιαβαστεί υποκριτικά ένας ρόλος και να παραμείνει καινούριος; Στην περίπτωση του Ημερολογίου ενός τρελού που ανεβαίνει για δεύτερη περίοδο από τον Ιωσήφ Ιωσηφίδη και τον Κωνσταντίνο Πασσά, νομίζω πολλές.
Τοποθετώ σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή της παράστασης, πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη στην ίδια σειρά γιατί έχω την αίσθηση ότι οι δυο τους έφτιαξαν μία παράσταση απολύτως χειροποίητη, αν μπορεί να σταθεί ένας τέτοιος όρος, ενώ παράλληλα να μιλάμε για τον απόλυτο επαγγελματισμό που μας έχει συνηθίσει η Ομάδα GAFF και οι δύο αυτοί καλλιτέχνες σε όλες τους τις δουλειές.
Ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Πασσάς χτίζει σκηνοθετικά τον Αξέντι πάνω στις τεράστιες υποκριτικές και σωματικές δυνατότητες του Ιωσήφ Ιωσηφίδη και ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης εμπιστεύεται την ευαισθησία και το σκηνοθετικό ταλέντο του Κωνσταντίνου Πασσά και αφήνεται στα χέρια του να οικοδομήσουν μαζί μία παράσταση που θεωρώ ότι μπορεί να χαρακτηριστεί κλασική.
Ο ήρωας δεν χάνει στιγμή από την ορμή και την τρέλα του και μας παρασύρει μαζί του στον δικό του απωλεσθέντα χρόνο και στην απώλεια της συνείδησης του πραγματικού. Από τα βάθη της κοινωνικής διαστρωμάτωσης ο Αξέντι Ιβάνοβιτς Προπίτσιν, με εκρηκτικό θυμό, αφηγείται το αδιέξοδό του ή μάλλον τον λαβύρινθο των αδιεξόδων και των ματαιώσεών του, ώσπου χάνεται μέσα στο δικό του παραμύθι. Δεν είναι ο κατώτερος δημόσιος υπάλληλος, αλλά ο βασιλιάς της Ισπανίας, τον δέρνουν κι εκείνος απολαμβάνει τον ξυλοδαρμό ως οδυνηρό μεν αλλά έθιμο, ένα είδος τελετής υποδοχής, «έτσι θα το ‘χουν εδώ».
Η ρεαλιστική τραγικότητα του ρόλου αναδεικνύει την απόλυτη οικονομία της σκηνοθεσίας και έναν Ιωσηφίδη που πολλές φορές έχει αποδείξει το ταλέντο του σε μονολόγους πέραν του συγκλονιστικού. Άλλοτε είναι ο ερωτευμένος με την κόρη του διευθυντή του Σόφη -ένα τρυφερό πουλάκι όπως την βλέπει- που ξυπνά μέσα του τον θυελλώδη πόθο που του χαρίζει φτερά, κι άλλοτε είναι ο αδικημένος υπάλληλος που ξύνει διαρκώς μολύβια και όλοι τον αγνοούν, οδηγώντας τον στον θυμό και την απογοήτευση.
Η άρνηση της κατάστασής του και ο εγκλωβισμός του, η αισχρή φτώχεια του και, κυρίως, η ψυχική του ευθραυστότητα, τον οδηγούν σε καταστάσεις γκροτέσκο. Σαν να γράφτηκε και πάλι χθες αυτό το Ημερολόγιο και μας περιμένει να το ξεφυλλίσουμε, όχι σε φύλλα χαρτιού, αλλά στα φύλλα μιας ντουλάπας, ένα ευφυές σκηνικό το οποίο εμπνεύστηκε η Σοφία Καραγιάννη και έντυσε έξοχα το έργο.
Υπέροχη η σκηνή που μας περιγράφει ο Αξέντι την αγαπημένη του να έρχεται, κουνώντας με λαχτάρα τα φτερά του πετεινού… αν γυρίσουμε το βλέμμα μας κατά εκεί που κοιτάει θα την δούμε. Μα και οι σκηνές που μας αφηγείται τις συνομιλίες των σκύλων όταν απολύτως φυσιολογικά διαβάζει την αλληλογραφία τους… Από το κλάμα στο γέλιο κι από την συγκίνηση στην ενσυναίσθηση, όπως θα το ήθελε ο Γκόγκολ νομίζω. Να το δείτε.