Η δεύτερη ποιητική συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα, στην εξαιρετικά καλαίσθητη, όπως πάντα άλλωστε, έκδοση του Μανδραγόρα, με τον πρωτότυπο, αλλά και παράδοξο, για τη σύνθεση των λέξεών του, τίτλο, ξεκάθαρο κρύο, μας εντυπωσιάζει και μας ξαφνιάζει ευχάριστα, με την ποικιλία των θεμάτων της και τον τρόπο της διαχείρισής τους, τον πλούτο των μεταφορών και των προσωποποιήσεών της, καθώς και τις τολμηρές εναλλαγές των ρηματικών της προσώπων.
Η ποιητική συλλογή αποτελείται από οκτώ θεματικές ενότητες με άνισο μεταξύ τους αριθμό ποιημάτων. Έτσι, για παράδειγμα, η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει ένα μόνο ποίημα, ενώ η πέμπτη και μεγαλύτερη σε αριθμό ποιημάτων, ίσως επειδή αναφέρονται στον έρωτα, δεκατρία ποιήματα. Όπως και ο τίτλος της συλλογής, έτσι και οι επί μέρους τίτλοι των ενοτήτων διακρίνονται για την πρωτοτυπία τους, όπως για παράδειγμα, το παιχνίδι των λέξεων στον τίτλο της δεύτερης ενότητας, Ο περί-ποίηση(ς) λόγος, καθώς και η επιλογή της σύνθετης, λόγιας λέξης, οριοβάτης ως προσδιοριστικό του έρωτα, στον τίτλο της πέμπτης ενότητας, Έρωτας οριοβάτης. Υπάρχουν και τίτλοι σε αντίστιξη, πιο συγκεκριμένα, στην τρίτη και τέταρτη ενότητα, όπως: Μικρές ήττες, Μικρές νίκες. Αλλά πολύ συχνά και οι τίτλοι των ποιημάτων μας ξαφνιάζουν με τη μεταφορική τους σημασία, τις τολμηρές προσωποποιήσεις τους και τον απροσδόκητο συνδυασμό των λέξεων, για παράδειγμα: Μπουζάτος στίχος (σελ. 11), Δυο λόγια καλοκαιρινά (σελ. 30), Ενήλικα πατώματα (σελ. 31), Ξυπόλητες αλήθειες (σελ. 40), Κρουστό απόβραδο (σελ. 50), Για όλα φταίνε τα κλειδιά (σελ. 51).
Συνολικά στη συλλογή περιλαμβάνονται 43 ποιήματα, που καλύπτουν συνήθως μια ή μισή σελίδα το καθένα. Τα ποιήματα αποτελούνται από 2-4 νοηματικές ενότητες και πάντα στον καταληκτικό στίχο ή στην καταληκτική στροφή εμπεριέχεται όλη η ουσία του ποιήματος.
Η ποιητική συλλογή εγκαινιάζεται στην πρώτη ενότητα, Σπανίως ζητώ χάρες, με το ένα και μοναδικό της ποίημα, Μια χάρη (σελ. 9), στο οποίο το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται στον προσωποποιημένο μήνα Αύγουστο και του ζητά στην κατακλείδα: Μια χάρη θα’ θελα να του ζητήσω/μια παράταση/. Είναι παρατηρημένη, από την πρώτη της ακόμα συλλογή, η αγάπη της Κλεονίκης Δρούγκα για το καλοκαίρι και τη θάλασσα και επομένως δικαιολογημένη η χάρη που ζητά, να παραταθεί ο Αύγουστος, ο πιο ζεστός μήνας των διακοπών. Σ’ αυτό το ποίημα, όπως και σε όλα τα ποιήματα της συλλογής, έχουμε μια πληθώρα προσωποποιήσεων και μεταφορικών εκφράσεων: Γλιστρά ο Αύγουστος/{…}ψήνει το δέρμα των κοριτσιών/{…}φλερτάρει με τη θάλασσα/λυγίζει στα μελτέμια/θρυμματίζει το σκοτάδι/{…}Στον κήπο στρωματσάδα/επιθυμίες της καρδιάς ή του μυαλού/λένε ιστορίες/για έρωτες/ανήμερα θεριά/.
Η δεύτερη ενότητα, Ο περί-ποίηση(ς)λόγος, περιλαμβάνει 3 ποιήματα, Μπουζάτος στίχος (σελ. 11), Σελίδα στην τσέπη (σελ. 12) και Αμφιβολία (σελ. 13), που αναφέρονται στη γραφή και την ποίηση, στην πάλη του ποιητή με τις λέξεις και στην αμφιβολία του για το πού και πότε τελικά θα βάλει την τελεία. Τα δύο πρώτα ποιήματα της ενότητας έχουν αφηγηματικό χαρακτήρα, ενώ το τρίτο διαλογικό. Το περιεχόμενο της αφήγησης εξελίσσεται από ενότητα σε ενότητα, σε πρώτο ενικό πρόσωπο ή τρίτο ενικό και πρώτο, με τολμηρές μεταφορές και προσωποποιήσεις. Παραθέτω παραδείγματα:
Έκαμα σεμινάρια γραφής online ασκήσεις/μεσημέρια με ήλιο λέρωνα/σελίδες τετραδίων/ώρα πολλή/διέγραφα λέξεις/καταδικάζοντάς τες στην αφάνεια/έπλυνα στίχους/στάζανε απόνερα/τους κρέμασα/μπουζάτους καθαρούς/σε μια ταράτσα/μύρισε περί-ποίηση ο αέρας/μαλακτικό ιδεών όταν/το μάτι μου πήγε σ’ έναν λεκέ/κατέβασα τον στίχο/τον έτριψα στο χέρι/να τον πετάξω σκέφτηκα//.{…}Κράτησα τον στίχο. Κρατήθηκα και. Τρίβω ακόμα/. (Μπουζάτος στίχος, σελ. 11).
{…}Ξάφνου/της επιτίθεται ένα ποίημα/κάτω τη ρίχνει/πλέκει τα χέρια στον λαιμό της/{…}της ματώνει αισθήματα/δισταγμούς/δαγκώνει-ω/-μην υποτιμάτε τη δύναμη ενός ποιήματος/Σηκώνεται/πετά άχρηστες λέξεις./Το ποίημα γυμνό ιδού/τεντώνει στη σελίδα.//Αναψοκοκκινισμένη πάει/σκίζει τη σελίδα/στην τσέπη την πιστώνει/. (Σελίδα στην τσέπη, σελ. 12).
Παρατηρούμε στο ποίημα αυτό τις εναλλαγές προσώπων: τρίτο ενικό και ξαφνικά, με την είσοδο του ποιητικού υποκειμένου, πρώτο ενικό, δαγκώνει-ω, αλλά και την έντονη προτροπή/υπενθύμιση σε δεύτερο πληθυντικό, μην υποτιμάτε, σαν να ακούει το ποιητικό υποκείμενο μια άλλη φωνή.
Στο τρίτο ποίημα της ενότητας, Αμφιβολία (σελ.13), έχουμε τον προσωποποιημένο διάλογο μιας λέξης με το σημείο στίξης, την τελεία, αλλά και την αμφιβολία και τη δυσκολία του ποιητή να αποφασίσει δύο χρόνια μετά πού να βάλει την τελεία. Δίνω ένα απόσπασμα: {…}Ο ποιητής/την κουβαλά μες στο μυαλό του/μια την στριμώχνει/μια την εξορίζει.//Κάποια στιγμή την εξωθεί ως/και δύο χρόνια μετά/μ’ ακόμη –λες- τη σκέφτεται/.
Η επόμενη τρίτη ενότητα, Μικρές ήττες, είναι σε αντίστιξη, όπως αναφέραμε, με την ακόλουθη τέταρτη ενότητα, Μικρές νίκες. Και οι δύο περιλαμβάνουν τον ίδιο αριθμό ποιημάτων, εννέα ποιήματα η καθεμιά, αλλάζει όμως το ύφος, αφού στην πρώτη μιλούμε για ήττες, οπότε το ύφος είναι μελαγχολικό, πικρό, σαρκαστικό, ενώ στη δεύτερη για νίκες, και στην περίπτωση αυτή είναι πιο επαναστατικό/αντάρτικο, αποφασιστικό, ικανό να ξορκίσει το κακό. Το περιεχόμενο των εννέα ποιημάτων στην πρώτη ενότητα, Μικρές ήττες, είναι ποικίλο: Έτσι έχουμε αναδρομή στα παιδικά χρόνια και στη μνήμη του πατέρα στο πρώτο ποίημα, Επείγουσα παραγγελία (σελ. 15), αναφορά στις ψεύτικες, χλιαρές ανθρώπινες σχέσεις και τα σαρκοβόρα προσωπεία, Ξεκάθαρο κρύο (σελ. 16), στους πρόσφυγες, Δίχτυα (σελ. 17), στην υποκρισία κάποιων ανθρώπων και στο υπερτροφικό τους Εγώ, Καρφίτσα (σελ. 18), στην παράβαση της ηθικής, Δέκα εντολές (σελ.19), στη συναδέλφωση λαών, αλλά και στην ανάδυση πικρής μνήμης, Στο λιμάνι της Σμύρνης (σελ. 20), στην ενηλικίωση, Ενηλικίωση (σελ. 21), στην αδικαίωτη πιθανότητα, Αδικαίωτη πιθανότητα (σελ. 22), στην υπέρμετρη αγάπη της μάνας και στην έγνοια για το παιδί της, ακόμη και όταν είναι πια νεκρή, και στην έλλειψη χρόνου της κόρης να ασχοληθεί μαζί της, Μαμά (σελ. 23). Τρία από τα παραπάνω ποιήματα έχουν διαλογική μορφή, Επείγουσα παραγγελία, Δέκα εντολές, Μαμά, ενώ τα άλλα είναι κυρίως αφηγηματικά. Επιλέγω δύο από αυτά το πικρό, σε τρίτο ενικό πρόσωπο, Ξεκάθαρο κρύο, που δίνει και τον τίτλο στη συλλογή και το συγκινητικό Μαμά, σε πρώτο ενικό, που εκτός από τη διαλογική του μορφή, έχει και θεατρικό χαρακτήρα:
Της αρέσει να μπαίνει στη θάλασσα/χειμώνα/λύνει το κασκόλ/πετάει το παλτό/παίρνει βαθιές ανάσες/εκτίθεται στο κρύο/προβλέψιμο/αμείλικτο/ξεκάθαρο/παρηγορητικό/το προτιμά απ’ τα ημίμετρα/σαρκοβόρα προσωπεία/λωτοφάγων θνητών/που- αλίμονο-/ούτ’ ένας Οδυσσέας μπορεί να επαναφέρει./Τούτο το χλιαρό την παγώνει/.
-Μαμά, όσο κι αν θέλω/δεν μπορώ να σου μιλήσω/έχω δουλειά στο κόκκινο.-Δεν πειράζει, παιδί μου. Είσαι καλά; (Παύση)//Μαμά, διορθώνω γραπτά/καθαρίζω το μπαλκόνι/τρώω με φίλους.-Δεν πειράζει, παιδί μου. Τρως καλά;(Παύση)//-Μαμά, κολυμπώ στα βαθιά/παγώνω τη φωτιά/λεπτό δεν έχω.-Δεν πειράζει, παιδί μου. Προσέχεις; (Παύση)//-Μαμά, θέλω να γίνω πάλι κάμπια/σ’ ένα ζεστό κουκούλι μέσα, αφού/πέρασε ο καιρός/στη Χώρα των ανύπαρκτων θαυμάτων./Πού είσαι;/(Καμία παύση)//-Εδώ, παιδί μου, εδώ.-Και πεθαμένη, ακόμη, απαντάς;/.
Η τέταρτη ενότητα, με τον τίτλο, Μικρές νίκες, σε αντίστιξη, όπως αναφέραμε με την προηγούμενη ενότητα, Μικρές ήττες, περιλαμβάνει αντίστοιχα εννέα ποιήματα, που διακρίνονται από την προσπάθεια του ποιητικού υποκειμένου να αντιδράσει δυναμικά κόντρα στη λύπη και σε κάθετι αρνητικό που το κρατά καθηλωμένο. Συνήθως και αυτά τα ποιήματα εξελίσσονται αφηγηματικά σε τρεις έως τέσσερες νοηματικές ενότητες, με πολλές μεταφορές και προσωποποιήσεις και ποικιλία ρηματικών προσώπων: Στο πρώτο ποίημα, με τον χαρακτηριστικό τίτλο, Επανάσταση (σελ. 25), το ποιητικό υποκείμενο κάνει τελικά την επανάστασή του κόντρα στον καθωσπρεπισμό και την κατάθλιψη και καταλήγει στη διαπίστωση: «Ο ασπρόμαυρος κόσμος πήρε χρώμα». Στο δεύτερο ποίημα, Λυτά κορδόνια (σελ.26), έχουμε μια υγιή αντίδραση του ποιητικού υποκειμένου στις «παράλυτες σκέψεις» που «καμιά φορά τη θανατώνουν» {…}Έτρεξε να κρυφτεί από τις σκέψεις της/λαχανιασμένη/στο τέλος τις ξερίζωσε/χειρουργικά./Ύστερα έδεσε πάλι τα κορδόνια/. Το τρίτο ποίημα, Το λες ζωή (σελ. 27), χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια του ποιητικού υποκειμένου να ονοματίσει, αλλά και να αντιστρέψει καταστάσεις: Ξυπνάς απότομα/αποφεύγεις τους καθρέφτες/να μη βλέπεις τη φθορά./Το λες πανικό./Πετάς πάνω από καταιγίδες/μ’ ένα τραγούδι των Beatles/παραφυλάς τον κηπουρό/μ’ ένα μακρύ ψαλίδι/κόβεις τη βροχή./Το λες αναχρωματισμό./Κρεμιέσαι ανάποδα από έναν πλάτανο/λύνεις τα μαλλιά ενώ/βουτάς το κεφάλι στη θάλασσα/πνίγεις κάτι ψίχουλα λύπης και/το λες αντάρτικο/. Στο επόμενο ποίημα, Πρόσκληση εαυτού (σελ. 28), το ποιητικό υποκείμενο προκαλεί και προσκαλεί επιτέλους τον εαυτό του σε μια ενώπιον ενωπίω συνομιλία: {…}-Έλα, κρυμμένε μου εαυτέ,/βγες έξω να τα πούμε/, ενώ και στο ποίημα που ακολουθεί, Ευτυχισμένος Σίσυφος (σελ. 29), ακόμα και τον Σίσυφο μπορεί κανείς να τον δει την άνοιξη ευτυχισμένο, όπως αναφέρεται στον καταληκτικό στίχο: Την άνοιξη ας φανταστεί κάποιος τον Σίσυφο ευτυχισμένο. Ακολουθεί ένα τρυφερό ερωτικό ποίημα, Δυο λόγια καλοκαιρινά (σελ. 30), όπου ο ερωτικός σύντροφος προσπαθεί να βγάλει την αγαπημένη του από την αδιέξοδη κατάσταση και την προτρέπει στη δεύτερη στροφή με τα εξής αισιόδοξα λόγια:{…} Δώσε μου το χέρι/να σε γνωρίσω στον ήλιο/να κοκκινίσει το δέρμα σου ζωή/κάνοντας μια βόλτα στον χρόνο/να πούμε δυο λόγια καλοκαιρινά/στην άλλη μισή σου ηλικία/χορεύοντας την μ’ ένα μαντήλι μπάλο/νησιώτικο τραγούδι/ας έχει κόμπο ο λαιμός//τα παλαμάκια δυνατά.//Με θόρυβο ξορκίζεις το κακό/. Τα δύο επόμενα ποιήματα, Ενήλικα πατώματα (σελ.31) και Ημερομηνίες παλιές (σελ. 32), αναφέρονται στον χρόνο και στις πικρές μνήμες, στο χθες και στο σήμερα. Η ενότητα κλείνει με το πικρό ποίημα, σε πρώτο ενικό πρόσωπο, Απομυθοποίηση (σελ. 33), που μιλά για τους «ετοιμόρροπους μύθους» και το πένθος «στην ύστερη γνώση», αλλά τελικά το ποιητικό υποκείμενο ξαναβρίσκει τον εαυτό του και στην καταληκτική στροφή απομυθοποιεί και αποχαιρετά «αγαπημένους μύθους»: Τελευταία/ούτε μαντήλι κουνάω/μα αποχαιρετώ αγαπημένους μύθους/.
Η πέμπτη ενότητα, Έρωτας οριοβάτης, όπως δηλώνει και ο τίτλος της, αναφέρεται σε ποιήματα που σχετίζονται με τον έρωτα σε οριακό σημείο. Περιλαμβάνει δεκατρία ποιήματα που οι τίτλοι τους είναι συχνά σημαδιακοί για το περιεχόμενό τους. Με πολλές μεταφορές, προσωποποιήσεις και εναλλαγές ρηματικών προσώπων, επισημαίνονται: η άτολμη καθημερινότητα που λογομαχεί με την ουτοπία, Λογομαχία (σελ. 35), η απιστία, Ρωμαίος και Ιουλιέτα (σελ. 36), ο αμφίρροπος αγώνας του έρωτα, Ιστορίες έρωτα και συντριβής (σελ. 37), ο κεραυνοβόλος έρωτας, Με την πρώτη ματιά (σελ. 38), η τυραννία του βλέμματος στο ομώνυμο ποίημα (σελ. 39), η Επιθυμία (σελ. 41), η αντιστροφή της πραγματικότητας στα ποιήματα Ο μάστορας (σελ. 42) και Μελανιά (σελ. 43), η παρηγοριά της θάλασσας στην απόγνωση και τη μοναξιά, Η θάλασσα μέσα της (σελ. 45), η προσπάθεια επανασύνδεσης της σχέσης, Μια καλή ταινία (σελ. 46), και τέλος, η ελπίδα, Δωμάτιο με φως (σελ. 47). Επιλέγω αυτό το ποίημα που αναπτύσσεται σε τρεις νοηματικές ενότητες για τη μοναξιά που αποπνέει, αλλά και για την ελπίδα/μια νέα Ιθάκη, που γεννά στο ποιητικό υποκείμενο ένα απλό, ευτελές ίσως, ραντένιο μπλουζάκι: Ούτε το δυάρι στον πρώτο του άρεσε/ούτε το άλλο που ’βλεπε πίσω/απαράβατος όρος:/δωμάτιο με φως./Η μεσίτης βλαστήμησε/η μέρα κατρακύλησε άδοξα./Σούρουπο κι έσπρωξε την πόρτα μιας σοφίτας/τα μάτια του δέθηκαν στο σκοινί με τα’ απλωμένα ρούχα/λικνίστηκαν στις βρεγμένες πετσέτες/πάφλαζαν πώς/μισοκρύβουν το φεγγάρι/επιτέθηκαν σε δυο αντρικά πουκάμισα/αγκάλιασαν μια γυναικεία μαντίλα/έμειναν ώρα σ’ ένα ραντένιο μπλουζάκι./Νοίκιασε το σπίτι./Δίπλα στο ραντάκι/την Ιθάκη του κρέμασε/.
Από την έβδομη ενότητα με τίτλο, Μα όλοι φάσεις περνάμε, που περιλαμβάνει τρία ποιήματα, Απ’ την αρχή (σελ. 49), Κρουστό απόβραδο (σελ. 50), Για όλα φταίνε τα κλειδιά (σελ. 51), επιλέγω το πρώτο ποίημα για την τρυφερότητά του, τη μεταμορφωτική δύναμη της αγάπης και για την κόντρα στη φθορά αισιόδοξη στάση και προοπτική των ποιητικών του υποκειμένων: Της υποσχέθηκε να το δουν τελευταίο/σπίτι μπροστά στη θάλασσα/{…}Κάποτε μέσα του μπήκε φως/κόσμος πολύς/γέμισαν άμμους τα πατώματα/λυγμούς οι τοίχοι/αναρριχητικές προσδοκίες τα μπαλκόνια/ζωή/φθορά μετά./Το πήραν/μάζεψαν τα κλαδιά μπροστά απ’ τηνπόρτα/στέριωσαν τα παράθυρα/άλλαξαν τις πόρτες/έβαψαν τους τοίχους/φύτεψαν μοβ λεβάντες τέλος./Άρχισαν να μετράν απ’ την αρχή/τα χρόνια τους/.
Τέλος, η όγδοη ενότητα με τον αισιόδοξο (;) τίτλο, Όλα είναι δρόμος, περιλαμβάνει πέντε ποιήματα: Ένα διάλειμμα (σελ. 53), με τη φιλοσοφημένη κατακλείδα: Αυτό είναι το κέρδος/τελικά/ένα διάλειμμα του κόσμου/στην ραγδαίως επιδεινούμενη κατάσταση/.Οιωνοί (σελ.54), με την αισιόδοξη κατακλείδα: «Ο δρόμος μπροστά», Reunion (σελ. 55), αυτοσαρκαστικό, μελαγχολικό, με καρυωτακική διάθεση, Διαδρομή (σελ. 56), με εναλλαγές πρώτου ενικού, τρίτου και πάλι πρώτου ενικού, που καταλήγει στην πικρή διαπίστωση: {…}Ύστερα ενηλικιώνεται [η επιθυμία]/γερνά/απλώνεται μελανιασμένη/σε χαρτί και μολύβι/μ’ ένα ξενύχτι αντάξιο της περίστασης/Εκεί κάνω γυμνισμό/. Το τελευταίο ποίημα της ενότητας, Το ταξίδι (σελ. 57), σε διαλογική μορφή, με εναλλαγές δεύτερου και πρώτου ενικού προσώπου, δείχνει το πείσμα και την αποφασιστικότητα του ποιητικού υποκειμένου να πάει κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες, μέχρι το τέλος: {…}-Ποτέ δεν συμπάθησα τις ήρεμες θάλασσες/Μεσούσης της τρικυμίας/με οδηγό επιβίωσης/αφρούς κι αλμύρα/ταξιδεύω τον θυμωμένο Ποσειδώνα/στα βουνά/πατώ τις ζάρες στου μέλλοντος τις μέρες/ξαφνιάζω τους καιρούς/και ας κυλάνε/till death do us apart/.
Από την περιήγησή μας στα τόσο ενδιαφέροντα ποιήματα αυτής της συλλογής, όπου εναλλάσσονται το χθες και το σήμερα, η θλίψη και η απόγνωση, με το πείσμα και την αποφασιστικότητα για αντιστροφή της κατάστασης, τα ρηματικά πρόσωπα και οι έντονες μεταφορές με τις δυναμικές προσωποποιήσεις, διαπιστώνουμε ένα «ξεκάθαρο» και εντυπωσιακό άλμα της Κλεονίκης Δρούγκα στην ποιητική της πορεία. Είναι χωρίς αμφιβολία μια ποιήτρια με το δικό της, μοναδικό στίγμα, που εμπλουτίζει και σημαδεύει την ποίηση της γενιάς της.