Το νέο, πέμπτο κατά σειρά, μυθιστόρημα του Δημήτρη Βλαχοπάνου, «Κώστας Αναστασίου – της Μουσιωτίτσας των πυρών και των κυμάτων» κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2019 από τις εκδόσεις «Άπειρος Χώρα», με επιμέλεια της Προέδρου του Συνδέσμου Φιλολόγων Κορινθίας, Φιλολόγου ΜΑ, Αντιγόνης Βογιατζή – Ζακούρα. Εξιστορεί την πολυτάραχη ζωή του Κώστα Αναστασίου, ανθρώπου της ελληνικής επαρχίας, που βίωσε τη ναζιστική κτηνωδία της 1ης γερμανικής μεραρχίας εντελβάις εναντίον του χωριού του Μουσιωτίτσα Ιωαννίνων, την 25η Ιουλίου 1943, καθώς και τον Εμφύλιο Πόλεμο (1946-1949).
Με το βλέμμα ανυψωμένο σε έναν ουρανό ακόμα καθάριο, ο Κωνσταντής βυθίζεται στη σκέψη και στην αμφιβολία. Συλλογιέται πώς είναι να έχεις πατέρα, πώς είναι να μην έχεις αδερφό. Ήδη, οι πρώτες λέξεις του έργου προϊδεάζουν για τις εικόνες που ακολουθούν, για τον εκφυλισμό του πολέμου, που τίποτα δεν υπολογίζει και αφανίζει αγαπημένα πρόσωπα. Ο πρωταγωνιστής αποτελεί μέλος μιας οικογένειας που στερήθηκε τον πατέρα, με μια μητέρα δυναμική, να μάχεται με αξιοπρέπεια για να προσφέρει τα αναγκαία στα τρία της παιδιά. Ο ίδιος, μάρτυρας πολέμων, μάρτυρας μιας πρωτοφανούς, εξόφθαλμης, αυθαίρετης αδικίας. Μιας ανάλγητης εκμηδένισης του ανθρώπινου γένους και του πολιτισμού του, πρώτα από τον ξένο, έπειτα από τον συμπατριώτη του.
Κατορθώνει από τύχη να σωθεί από το ολοκληρωτικό γάζωμα των καταπατητών στην περιοχή Σπιθάρι, μα όχι και ο αδερφός του, τον οποίο θάβει με τα ίδια του τα χέρια, θρηνώντας βουβά. Επιστρέφει στο ρημαγμένο σπίτι για να παντρευτεί με προξενιό, να κάνει τη δική του οικογένεια με την αγαπημένη του Μαρία και να χτίσει εκ νέου τη ζωή που κατακερματίστηκε σ’ εκείνον τον ιερό τόπο. Από το 1946 έως το 1949 Δεξιοί και Αριστεροί αλληλοσπαράζονται, με τη δυναμική παράλληλα ανάμειξη της Αμερικής σε όλες τις πτυχές των συγκρούσεων. Ο Εμφύλιος Πόλεμος κληροδοτεί διχογνωμίες, έριδες, πολιτική πόλωση και μια τελολογική διδαχή βιαιότητας.
Τον Κωνσταντή τον προστατεύει διαρκώς μια θεία παρέμβαση. Διαπερνά τις συμπληγάδες αφενός της Κατοχής και της Αντίστασης, αφετέρου του Εμφυλίου Πολέμου, με το θάνατο κάθε φορά να διέρχεται πλησίον του. Ωστόσο, το πνεύμα του δε γαλήνευσε ούτε όταν επέστρεψε ζωντανός από το μέτωπο πολέμου το έτος 1949. Λίγα χρόνια μετά αποφασίζει να εργαστεί στη θάλασσα για να προσφέρει στην οικογένειά του την οικονομική στήριξη που πάντα επιθυμούσε και επεδίωκε. Μα τα χρήματα ήταν η αφορμή. Σταδιακά θα ανακαλύψει πως η περισυλλογή και η απομόνωση μακριά από τη γη της καταστροφής και των βομβαρδισμών θα καταστεί βάλσαμο για την ταραγμένη του μνήμη και ψυχή.
Μέσα από την αφήγηση, ο αναγνώστης παρακολουθεί την εσωτερική αγωνία του πρωταγωνιστή, των αμάχων και των αγαπημένων τους, όπως επίσης και την πάλη με το φόβο και τον πανικό, όταν ακούγονται τα εναρκτήρια κροταλίσματα. Η σκιά της οδύνης συνοδεύει τις εξαγγελίες των ισχυρών και μεγαλώνει την ανασφάλεια για το μέλλον που γεννά η απουσία της ειρήνης, της ομοψυχίας, της σύμπνοιας.
Η γλαφυρή ψυχογραφική προσέγγιση των προσώπων από τον συγγραφέα, καθώς εκείνα έρχονται σταδιακά αντιμέτωπα με τις σειρήνες του θανάτου, κερδίζει ολοκληρωτικά την προσήλωση του αναγνώστη, μεταφέροντάς τον με ιδιαίτερη αμεσότητα στο θέατρο του πολέμου, στην αιματοβαμμένη γη της Ηπείρου. Με τη διαφορά ότι τούτη η πραγματικότητα, όπως προηγήθηκε, με τις οδύνες και τους αφανισμούς της, συνιστά υπαρκτό κομμάτι της ιστορίας όχι μόνο της Ηπείρου, μα ολόκληρου του έθνους μας, του εαυτού μας. Η τρομοκρατία δε σταματά εκεί. Ελλοχεύει στη σκέψη του ανθρώπου, τυφλώνει την κρίση του και οδηγεί τα βήματά του. Η ανθρώπινη ύπαρξη, πνιγμένη στη θλίψη και την καταπίεση, γυρεύει τρόπο να απαλλαχθεί από τα ζοφερά κατάλοιπα ώστε «να αναπνεύσει τον αέρα μιας κάποιας ελευθερίας». Για να καταλήξει, ωστόσο, σε μια εμφύλια διαμάχη που αρχίζει τη νύχτα της 30ηςπρος 31ης του Μάρτη το 1946.
Το ολέθριο πρόσωπο του ολοκαυτώματος, αλλά και του εμφυλίου πολέμου, φαντάζει μακρινό για τις νέες γενεές. Αποτελεί ένα τμήμα της ιστορίας που η βαρύνουσα σημασία του αγνοείται, όσο η γνώση βουλιάζει στη θεωρία και δεν μετουσιώνεται σε βαθιά έρευνα. Και μόνη η προσπάθεια αναβίωσης των οδυνηρών συνεπειών της καταστροφής των μαρτυρικών τόπων της Ελλάδος, όπως και του επονείδιστου χαρακτήρα τους, μέσα από την ιστορία και τις μαρτυρίες της, είναι αρκετή ώστε να ωθήσει το γένος στον επαναπροσδιορισμό της σημαντικότητας της ειρήνης, της γαλήνης και της ελευθερίας.
Αδιαμφισβήτητα, ο «Κώστας Αναστασίου – της Μουσιωτίτσας των πυρών και των κυμάτων» είναι από τα σπουδαιότερα και πλέον ενδιαφέροντα ιστορικά μυθιστορήματα, στηριζόμενο σε ένα διαχρονικό ήρωα, ένα πρότυπο ανθρώπου που ενσαρκώνει τις βαθύτερες και ανώτερες αρετές, με μια πυρωμένη, αγωνιστική ψυχή. Αναζωπυρώνει τη φλόγα της ιστορίας και του πολιτισμού εκείνων των τόπων, ως αναπόσπαστο τμήμα της ιστορίας και του πολιτισμού του γένους μας.
Για τους κατοίκους της Μουσιωτίτσας, για αρκετό χρονικό διάστημα μετά τον αφανισμό των αμάχων, η οσμή του πολέμου υπήρχε παντού, σε κάθε θεμέλιο της οικίας, σε κάθε αιματοβαμμένη πέτρα, στα ερείπια που κείτεται ο πολυετής ανθρώπινος μόχθος, στις φυλλωσιές που περισώθηκαν από τις εγωιστικές, ακόρεστα εκτοξευόμενες βολές των αιμοδιψών αξιωματικών και στρατιωτών της Βέρμαχτ και αναγεννήθηκαν από τις στάχτες των Ελλήνων Ηρώων.
Η αναλγησία και η βιαιότητα του πολέμου δεν αλλοιώνει το φρόνημα αυταπάρνησης για τη διαφύλαξη του τίμιου τόπου και των ανθρώπων του, όσο κι αν πλημμυρίζει την ψυχή με φόβο, πανικό, μένος για την αυθαίρετη διατάραξη του αυτονόητου της ελευθερίας, της ομαλής και ευτυχούς συνύπαρξης, της απόλαυσης της ίδιας της ζωής. Ο απεχθής άνθρωπος πατά πάνω στη ματαιοδοξία του και την ψευδαίσθηση ότι η δύναμη που του παρέχει η εξουσία τον καθιστά ανώτερο ακόμη κι από τον Θεό. Καταλήγει εντέλει να καταστεί εχθρός του ίδιου του εαυτού του. Κι είναι εκείνο το αίσθημα της αδικίας, του φόβου και της αποξένωσης με ό,τι ανθρώπινο, που υπερνικά κάθε πείνα και κόπωση σωματική. Γιατί τις ψυχές τις εξαντλεί η βαρβαρότητα, όχι ο κάματος της ημέρας και της νύχτας.
Βιογραφικό σημείωμα