Αγαπημένοι φίλοι, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας αυτό που έζησα χθες το βράδυ στο Σύνταγμα:
Σύνταγμα, 3 Μαρτίου, λίγο πριν τις 8.00μμ., στη διάρκεια της σιωπηρής διαμαρτυρίας. Άνθρωποι όλων των ηλικιών (πιθανόν περισσότεροι οι μεσήλικες), μερικοί με παιδάκια, σκυλάκια, μωρά σε καρότσια, όρθιοι μπροστά στη Βουλή, ανά δύο, ανά τρεις, σιωπηλοί ή ανταλλάσσοντας χαμηλόφωνα λόγια πένθους, όχι με οργή αλλά με συναίσθηση ευθύνης. Ανάμεσα στους συγκεντρωμένους και στον Άγνωστο Στρατιώτη παραταγμένη αραιά μια σειρά πάνοπλα ΜΑΤ με τις αντιασφυξιογόνες μάσκες τους, ενώ στα δύο άκρα τους στέκονται μερικοί αστυφύλακες και νεαρά κορίτσια και αγόρια της ομάδας ΟΔΟΣ. Από τη μέση των ΜΑΤ ένας τους βαδίζει ξαφνικά προς την πρώτη σειρά των συγκεντρωμένων, μπαίνει ανάμεσα στον κόσμο και προκαλεί. Το είδα με τα μάτια μου. Αρχίζουν οι φωνές: “Τι κάνεις; Τι κάνεις ρε; Γιατί το κάνεις αυτό;” και μετά από λίγα δευτερόλεπτα από τη δεξιά άκρη της συγκέντρωσης ακούγονται δυο-τρία συνθήματα εναντίον της Αστυνομίας. Ο άντρας των ΜΑΤ γυρίζει στη θέση του όπως είχε έρθει, χωρίς να κοιτάξει πίσω του. Οι συγκεντρωμένοι ζητούν επιτακτικά από όσους φώναξαν συνθήματα να σωπάσουν και πράγματι σχεδόν αμέσως σωπαίνουν. Στο μεταξύ όμως αντιλαμβάνομαι ότι έχει δοθεί κάποιο σήμα στους άντρες των δύο άλλων σωμάτων της Αστυνομίας. Βλέπω δύο πιο υψηλόβαθμους να εμφανίζονται στις σκάλες που βρίσκονται στα πλάγια της Βουλής. Αυτοί ανοίγουν τις δυο μεγάλες καγκελόπορτες, καλούν τις διμοιρίες τους, τις ξανακλείνουν. Μοιάζει πραγματικά με χορογραφία. Όσοι απ’ τους αστυνομικούς δεν φοράνε μάσκα στέκονται τώρα προστατευμένοι στις δυο πλευρές του κτιρίου της Βουλής. Τους δείχνω στον φίλο που είναι μαζί μου. Τι άλλο να σημαίνει αυτό, παρά ότι σε λίγο θα πέσουν δακρυγόνα; Στο μεταξύ γύρω μας δεν έχει αλλάξει τίποτα, ούτε ένταση υπάρχει στον κόσμο, ούτε καμιά περίεργη κινητικότητα. Αποφασίζουμε να φύγουμε, όχι από φόβο, αλλά από μια απογοήτευση πικρή σαν φαρμάκι. Κι όπως κατηφορίζουμε τις σκάλες της Πλατείας, ανάμεσα σε ανθρώπους σαν κι εμάς, βλέπουμε να έρχονται από απέναντι με γοργό βήμα, ήρεμα αλλά αποφασιστικά, εκείνοι που θα εκτελέσουν το υπόλοιπο της χορογραφίας. Δεν είναι οργισμένοι, δεν κρατούν μαύρες σημαίες, δεν λένε συνθήματα, δεν είναι καν μπουλούκι. Φοράνε όμως τη στολή: μπαλακλάβα, μαύρο φούτερ με κουκούλα, γάντια. Ανεβαίνουν τα σκαλιά σαν να πηγαίνουν στη δουλειά τους, σοβαροί και ευσυνείδητοι, ένας προετοιμάζεται ανοιγοκλείνοντας τα δάχτυλά του για ζέσταμα.
Δεν είδα τη συνέχεια. Διάβασα αργότερα ότι “ομάδα κουκουλοφόρων επιτέθηκε εναντίον των αστυνομικών δυνάμεων στην πλατεία Συντάγματος, βάζοντας έτσι ένα πρόωρο τέλος στην εν εξελίξει ειρηνική διαδήλωση για τα θύματα των Τεμπών.”
Εύχομαι να βρούμε νέους, πιο αποτελεσματικούς τρόπους να εκφράσουμε τον αποτροπιασμό, την αγανάκτηση και τη θέληση να αλλάξουν όλα αυτά που μας έχουν φέρει εδώ.
Σας φιλώ,
Ευαγγελία
Η ζωή είναι ένας απροσδιόριστης μορφής και τροχιάς κύκλος. Μέσω δύο ατόμων (σ.σ. από τον ποινικό χώρο) γνώρισα πολύ καλά την παιδιάστικα αφελή μέχρι τότε προσέγγιση μου, στο πως λειτουργεί το σύστημα. Μεγαλοεπιχειρηματίες, πολιτικοί, δημοσιογραφικά μεγαλοστελέχη, εκκλησία, αστυνομία, δικαιοσύνη, κακοποιοί. Περιπεπλεγμένοι σ’ ένα κύκλο δυναστείας και καταδυνάστευσης των αφελών ρομαντικών οδοιπόρων -κατά παράφραση του Ρουσσώ- που εν πολλοίς συγκροτούν το μεγάλο κοινωνικό στρώμα. Ένας κύκλος που όλοι γνωρίζουν όλους και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η κυκλοφορία και το ξέπλυμα του μαύρου χρήματος.»
Γιώργος Καραϊβάζ.
ήταν και ένας συνταξιούχος αστυνομικός μέσα στα θύματα… μήπως κάποιος να τους το υπενθυμίσει;