Φέροντας τον ενδεικτικό τίτλο Λευκή σελίδα η πρόσφατη συλλογή της Εύας Νεοκλέους συστήνει μια άκρως τρυφερή και ευαίσθητη ποιητική φωνή που επιδιώκει και θέλει να μιλήσει απλά, να τεχνουργήσει δηλαδή τα ποιήματά της αποφεύγοντας τα περιττά στολίδια που θα ενίσχυαν την αναγνωστική ανταπόκριση προς την κατεύθυνση του ενθουσιασμού και της εκ-πληξης, μιας λίγο πολύ ηθελημένης παγίδευσης μέσα σε λεκτικούς τρόπους και τόπους που απέχουν κατά πολύ από το γνώριμο και το καθημερινό. Αντί γι’ αυτό επιλέγει τη λιτή, άμεση και ευθεία ποιητική έκφραση η οποία, σε συνδυασμό με τη λιτότητα των εκφραστικών μέσων και το ολιγόστιχο των ποιημάτων, διαμορφώνει ένα οικείο ποιητικό πεδίο προσελκύοντας τον αναγνώστη και κάνοντάς τον να αισθανθεί ότι η ποίηση είναι μια καθαρά ανθρώπινη υπόθεση, πόρρω απομακρυσμένη από τη θρυλούμενη δυσκολία και το απροσπέλαστο των νοημάτων. Γιατί πράγματι στην περίπτωση της Νεοκλέους υπηρετείται και προβάλλεται αυτή ακριβώς η πτυχή του ποιητικού λόγου, η γειτνίασή του δηλαδή με τον τρόπο και τη μέθοδο των δημιουργών εκείνων που θέλησαν να τεχνουργήσουν γέφυρες επικοινωνίας με τον αναγνώστη, να του δημιουργήσουν τη διάθεση και την τάση να γίνει κοινωνός των αισθημάτων και των σκέψεων τους, φτάνοντας έτσι στην ενσυναίσθηση, σε μια κατανοητική και αλληλέγγυα σχέση μαζί τους.
Από τους στίχους της Νεοκλέους δε λείπει ο ρομαντισμός ως πρόθεση και ως πραγμάτωση μαζί. Πρόκειται όμως για έναν ιδιότυπο ρομαντισμό από τη στιγμή που αυτός συνδυάζεται με την απλότητα και το απροσποίητο των ποιημάτων. Έτσι τόσο στο επίπεδο της έκφρασης όσο και σε αυτό του περιεχομένου και των νοημάτων ο ρομαντισμό αυτός καταλήγει σε μια τρυφερότητα που όχι μόνο δεν αποκρύπτεται και δεν αποσιωπάται, αλλά αντίθετα προβάλλει με ιδιαίτερη ένταση και θέρμη. Πρόκειται ουσιαστικά για μια διαφορετική και διαφοροποιημένη ποιητική προσέγγιση κυρίως αν συγκριθεί με το ποιητικό παρόν και αυτό που υιοθετεί ο σύγχρονος ποιητικός τρόπος ο οποίος αρέσκεται πολύ περισσότερο στην οξεία, ενίοτε δριμεία, έκφραση, στην αιχμηρότητα του λόγου και στην αποχή από οποιουδήποτε είδους ρομαντικό τόνο. Αυτή ακριβώς η κατίσχυση μιας ποίησης και μιας ποιητικής που απέχει από την εστίαση, τουλάχιστον στην επιφάνεια των συνθέσεων, στην τρυφερή όψη των πραγμάτων και του ανθρώπου καθιστά το βιβλίο της Νεοκλέους μια πραγματική παρένθεση και ένα διάλειμμα μέσα στο σύγχρονο ποιητικό γίγνεσθαι η οποία λειτουργεί λυτρωτικά, αποφορτίζοντας τον αναγνώστη και τοποθετώντας τον σε ένα νέο ποιητικό πλαίσιο εκεί όπου η απλή –όχι απλοϊκή- έκφραση και εξωτερίκευση έχουν τον πρώτο λόγο. Γιατί, πράγματι, η εντύπωση που αποκομίζει κανείς περιδιαβάζοντας τα ποιήματα είναι αυτή μιας ροής και μιας εκτύλιξης του λόγου ο οποίος μοιάζει να πλάθεται την ώρα που μορφοποιείται ως σκέψη, ως απολογία και απολογισμός μαζί της ζωής, του κόσμου, του ανθρώπου, της ίδιας της ποιητικής συνείδησης όπως αυτή ορίζεται και ορίζει τον εαυτό της μέσα από τα πρόσωπα και τα περιστατικά του βίου της. Από αυτό ακριβώς το στοιχείο προκύπτει και ο αυτοαναφορικός χαρακτήρας των ποιημάτων της που μοιάζουν στ’ αλήθεια απόλυτα προσωπικά, έχουν όμως απομακρυνθεί από τον κίνδυνο να αποτελέσουν προσωπικές καταθέσεις που αφήνουν αδιάφορο και ξένο τον αναγνώστη. Αντίθετα, μετατρέπονται σε ατόφια κειμενικά κομμάτια που προσλαμβάνονται υπό το πρίσμα της αναλογίας ή της αντιστοιχίας με τα αντίστοιχα βιώματα που ο αποδέκτης μπορεί να έχει ή, ακόμη περισσότερο, μπορεί να φαντασιωθεί, να φανταστεί, να ατενίσει με τη δύναμη της δημιουργικής του σκέψης και του κεντρίσματος το οποίο προσφέρει το λεκτικό υλικό που αποτελεί το ποίημα. Η μέθοδος και η διαδικασία αυτή υποβοηθείται σημαντικά από τις θεματικές δεξαμενές στις οποίες ανατρέχει η ποιήτρια και οι οποίες αγγίζουν όλο το φάσμα του βίου όπως αυτό συσπειρώνεται και συμπυκνώνεται στον έρωτα, την τέχνη, τις αγαπητικές σχέσεις, το χρόνο και το φυσικό περιβάλλον. Δεν είναι τυχαίο που η ποιήτρια καταφεύγει στην εκτεταμένη χρήση των αποσιωπητικών, ενός σημείου στίξης δηλαδή που διαμορφώνει μια ευθεία οδό προς τον αναγνώστη καλώντας τον να διασχίσει τον δρόμο από το ποίημα μέχρι τον εαυτό του και από εκεί να ξεκινήσει μια νέα πορεία προς τον κόσμο έχοντας όμως πάντα στις αποσκευές του το σημείο από το οποίο ξεκίνησε η δημιουργία και η ανάγνωση. Απόλυτα ανθρώπινη λοιπόν η ποιητική συλλογή της Νεοκλέους, ντύνεται την απλότητα και το απροσποίητο της σκέψης και της έκφρασης, την ειλικρίνεια του αισθήματος γι’ αυτό και μπορεί να διαβαστεί δίχως ένταση, υπό το κράτος της γαλήνης και της ηρεμίας που τόσο έχει ανάγκη ο σύγχρονος άνθρωπος. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι τα ποιήματά της δεν εμφορούνται από το πάθος και την αγωνία της ύπαρξης, από το (απο)γειωτικό αίσθημα του έρωτα, από τη δύναμη και τη δυναμική της σκέψης όταν αυτή δοκιμάζει να μεταμορφώσει τον κόσμο σε ποίημα που θα καταυγάζει την αλήθεια και την ομορφιά του. Ίσα ίσα που αυτά προβάλλουν ξεκάθαρα όπως, όμως, έχουν τεθεί υπό έλεγχο και ισορροπία.