Πνεύμα ανήσυχο και αβόλευτο, ο Μπόουι δεν θα μπορούσε βέβαια να περιοριστεί στη μουσική του. Δεν είναι να ξαφνιαζόμαστε λοιπόν μαθαίνοντας ότι Ο άνθρωπος που άλλαξε τον κόσμο (The man who changed the world) και φυσικά τη μουσική, διέθετε την ενέργεια, το πάθος, το πείσμα, το ταλέντο να ασχοληθεί και με τη ζωγραφική.
Ένα όμως είναι σίγουρο· δεν μπορούμε να δούμε το ζωγραφικό έργο του Ντέιβιντ Μπόουι χωρίς να μιλήσουμε για τη μουσική του. Αυτά τα δύο, στις περισσότερες περιόδους της καριέρας του, συνδέονται άρρηκτα.
Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στα μουσικά του στυλ συναντάμε σχεδόν όλα τα είδη. Αρχικά επηρεασμένος από τη ροκ – Little Richard, Elvis και το μιούζικ χολ του Antony Newley, για να περάσει εκεί στις αρχές του -70 στο άλλο άκρο: hard rock και heavy metal, soul, psychedelic folk και pop.
Η φωνή του άλλοτε βαθιά, σαν κλασικού ερωτικού τραγουδιστή, μολονότι ερωτικά τραγούδια δεν είπε, και το βιμπράτο του να αλλάζει οκτάβες όπως ο ίδιος αλλάζει πρόσωπα σε κάθε του εμφάνιση. Ήρωας όχι για μία μέρα, αλλά για πέντε ολόκληρες δεκαετίες, έκανε τα πάντα, δοκίμασε ό,τι τον ενδιέφερε να δοκιμάσει και δεν στάθηκε πουθενά, δεν τον δελέασε ούτε καν η επιτυχία, οι αλλεπάλληλες επιτυχίες του από τα τέλη του -70 και μετά. Δεν φοβήθηκε να ψάξει να βρει τον εαυτό του, ενώ ο ίδιος έλεγε, «Ζήσε την κάθε σου στιγμή. Δεν εξελισσόμαστε. Δεν πάμε πουθενά».
Χμ, για τον εαυτό του πάντως δεν μπορεί να μιλούσε. Μουσική, κινηματογράφος, θέατρο, μια διφορούμενη «πειραματική» για αρκετά χρόνια σεξουαλική ταυτότητα που αμφισβήτησε την εικόνα του φύλου του και στάθηκε απέναντι στον συντηρητισμό της θατσερικής Αγγλίας αλλά και της παραδοσιακής που πάει πολύ βαθιά, ξαμολώντας τον εντυπωσιακό Ziggy Stardust του, με τα φανταχτερά γυναικεία κουστούμια, το πρότυπο μιας ανδρόγυνης εικόνας, βασιλιάς του Glitter Rock με την υπερβολή, την εξωφρενική εμφάνιση του μιούζικ χολ, του καμπαρέ, που πουθενά δεν είχαμε δει στη ροκ σκηνή ως τότε – με εξαίρεση ίσως τον φίλο και κάποτε αντίζηλό του Mark Bolan και το δικό του glam rock – για να περάσει σχεδόν αμέσως στην αντίπερα όχθη, στην αψεγάδιαστη κομψότητα του Thin White Duke όπου βασίζει το επώνυμο ανθρωποειδές που ενσαρκώνει στην ταινία του Nicolas Roeg The Man Who Fell to Earth (-76).
D.B on Nicolas Roeg film The Man Who Fell to Earth
O κατά κόσμον David Jones, δεύτερος γιος μιας εργατικής οικογένειας είχε λόγους να θέλει να φύγει, να θέλει να ψάξει, να αλλάξει παντελώς, να γίνει ένας άλλος. Μια οικογένεια ψυχρή, κλειστή, ένας ετεροθαλής αδελφός που κλείστηκε νωρίς στο ψυχιατρείο και αργότερα αυτοκτόνησε, που όμως επηρέασε ιδιαίτερα στη διαμόρφωση της περσόνας του Μπόουι, ειδικά του Ziggy Stardust. Μια οικογένεια με έντονο το στίγμα της σχιζοφρένειας από την πλευρά της μητέρας του, έναν βάσιμο φόβο που ο Μπόουι αντιμετώπισε με διαδοχικές μεταμφιέσεις, με συνεχείς πειραματισμούς όχι μόνο ως προς την εμφάνισή του πάνω στη σκηνή αλλά και ως προς την πραγματική του ταυτότητα.
Αλλεπάλληλες λοιπόν περσόνες, περιπέτειες με την κοκαΐνη και τα συμπαρομαρτούντα, ο Μπόουι έζησε σαν να μην φοβάται τίποτα, τίποτα περισσότερο από την πλήξη. «Δεν ξέρω πού πηγαίνω, σας υπόσχομαι όμως ότι εκεί δεν θα είναι βαρετά».
Η ζωγραφική γίνεται καταφύγιό του από πολύ νωρίς. Είναι όμως κάτι τελείως δικό του, τελείως προσωπικό. Καταφεύγει σε αυτήν όταν κάπου κολλάει στη μουσική και ψάχνει αλλιώς τη λύση. Μάλιστα η πρώτη έκθεση των έργων του γίνεται αρκετά αργά, το 1994. Παράδειγμα του τρόπου που λειτουργούσε για εκείνον η ζωγραφική είναι ο πίνακας Τούρκος πατέρας και γιος, έργο που δημιούργησε όταν συνέθετε το κομμάτι Yassassin, με έντονη η ανατολίτικη επιρροή και τίτλο που είναι ευχή μακροημέρευσης στα τουρκικά.
turkish father and son. 1978
Ο νεαρός Ντέιβιντ Τζόουνς σπουδάζει μουσική (βαρύτονο σαξόφωνο), εικαστικές τέχνες και σχέδιο. Αργότερα ως Ντέιβιντ Μπόουι ανεβαίνει στη σκηνή με κουστούμια που σχεδιάζει ο ίδιος, και συχνά παρεμβαίνει στα σκηνικά και στους φωτισμούς. Το 1971 βλέπει στο Λονδίνο το θεατρικό του Andy Warhol Pork και σαγηνεύεται, όπως σαγηνεύεται και από τα εικαστικά του. Γράφει ένα τραγούδι για το 4ο άλμπουμ του Ουόρχολ, το Hunky Dory και μέσω αυτού γνωρίζει τον Jean-Michel Basquiat του οποίου την τέχνη θαυμάζει.
Γνωρίζει επίσης τον William Burrows του οποίου η γραφή και το ύφος έχει ιδιαίτερη επίδραση πάνω του. Στους στίχους του πειραματίζεται με τον αντισυμβατικό τρόπο που ο Burrows τεμαχίζει τον λόγο σε ξέχωρες λέξεις και μετά τις ανακατεύει για ένα τελείως απρόσμενο αλλά τελικά αυθεντικό αποτέλεσμα.
Τη δεκαετία του -70 βρίσκεται στο Βερολίνο όπου πηγαίνει για να καθαρίσει από τις ουσίες και να δημιουργήσει κάτω από την ομπρέλα της γερμανικής κουλτούρας. Είναι μια εποχή σκοτεινή για τον Μπόουι, «βίαιη» όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος, αλλά μεγάλης δημιουργικότητας. Οι γκαλερί και τα μουσεία της πρωτεύουσας της Γερμανίας γίνονται το πρώτο του βάπτισμα στις εικαστικές τέχνες.
Επηρεάζεται από το Die Brüke group, τον γερμανικό εξπρεσιονισμό των αρχών του 1900, και από καλλιτέχνες όπως οι Frank Auerbach, David Bomberg, Francis Bacon και Francis Picabia.
Η πινελιά του είναι πολύ εκφραστική, με έντονα χρώματα. Η τεχνική impasto (πηχτή στρώση μπογιάς) που χρησιμοποιεί μας επιτρέπει να ξεχωρίζουμε την κάθε πινελιά του. Τα θέματά του την εποχή του Βερολίνου είναι οικεία πρόσωπα, οι τόποι του επίσης. Ζωγραφίζει, λόγου χάριν, τον Iggy Pop, με τον οποίο εκείνη την εποχή μοιράζεται το διαμέρισμά του, και τον πιανίστα Mike Garson. Ζωγραφίζει τον Yukio Mishima (1977) που βρίσκεται στην κορυφή των αγαπημένων του συγγραφέων. Πρόκειται για πίνακες με βαριά τεχνική και έντονη γλώσσα συναισθημάτων. Είναι σαφώς πίνακες νέο-εξπρεσιονιστικοί με ατμόσφαιρα ζοφερή.
David Bowie at home in Berlin, Feb. 1978. Above him is Bowie’s own portrait of the Japanese author Yukio Mishima, painted in 1977
Στο πίνακα Child in Berlin (1977) ζωγραφίζει ένα παιδί στις σκάλες του διαμερίσματος όπου έμενε, στο 155 της Haupstrasse, στο Schöneberg. Το παιδί μοιάζει να ανεβαίνει μετά βίας τη σκάλα, είναι κατάχλωμο, με μάτια γουρλωμένα. Όμως υπάρχει μια αστεία πλευρά στον πίνακα. Στον 3ο όροφο βρίσκεται ένα οδοντιατρείο και το παιδί προφανώς πηγαίνει με το ζόρι εκεί.
Child in Berlin (1977)
Την εποχή του Βερολίνου ηχογραφεί την τριλογία του Βερολίνου, Low, Lodger και την κορυφαία του δουλειά Heroes (1979), άλμπουμ πολύ σημαντικά για τον ίδιο που παίζουν κεφαλαιώδη ρόλο στη μουσική του καριέρα. Και στα τρία συνεργάζεται με τον Brian Eno. Το εξώφυλλο του άλμπουμ Heroes, που έχει σχεδιάσει ο Masayoshi Sukita, είναι εμπνευσμένο από τον πίνακα Roquairol (1917) του Erich Heckel που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εξπρεσιονιστές της Γερμανίας.
Ο ίδιος πίνακας χρησιμεύει ως έμπνευση για το εξώφυλλο του άλμπουμ The Idiot, που ηχογραφεί ο φίλος του Iggy Pop την ίδια χρονιά.
Roquairol (1917) του Erich Heckel. D.Bowie album Heroes. Iggy Pop, The Idiot
david bowie and iggy pop in berlin. -70s
Ο Μπόουι φτιάχνει επίσης ένα σχέδιο, μια αυτοπροσωπογραφία όπου η επίδραση του Erich Heckel είναι προφανής. Εδώ βλέπουμε επιπλέον να ενσαρκώνεται το πνεύμα του μεγάλου Egon Schiele και τον γωνιώδη τρόπο που στήνει τα σώματα στους καμβάδες του, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό.
d. b. self portrait. 1978
Egon Schiele photographed by Anton Josef Trčka, 1914
Την εποχή του Βερολίνου ο Μπόουι συνεργάζεται ακόμα με τον Lou Reed στο τραγούδι “Walk on the Wild Side” για το δεύτερο σόλο άλμπουμ του Transformer (1972). Ο Μπόουι είναι παραγωγός και, μαζί με το Perfect Day, το τραγούδι γίνεται κάτι σαν ο ύμνος της counterculture, η μεγαλύτερη επιτυχία του Reed που τον κάνει ευρύτερα γνωστό, η καλλιτεχνική του υπογραφή.
Ίσως οι φανατικοί του οπαδοί να ξέρουν ένα δικό του πίνακα, που το 1995 χρησιμοποίησε για το άλμπουμ του Outside.
the cover of his 1995 album Outside.1995, his painting
Όπως όμως ο Μπόουι μουσικός και performer δεν σταματά να ψάχνει και να ενσωματώνει νέες επιρροές, έτσι και η προσοχή του Μπόουι ζωγράφου στρέφεται διαρκώς σε νέα θέματα. O ίδιος γράφει: «Το 1995 η Ιμάν και εγώ κάναμε το πρώτο μας ταξίδι στη Νότια Αφρική. Μία από τις ιστορίες που κυριαρχούσαν ακόμα ήταν η ακόλουθη: Όταν οι πρώτες φυλές εκεί είδαν τον λευκό άνθρωπο πίστεψαν ότι ήταν οι πρόγονοι τους που τους επισκέπτονταν. Και αυτό επειδή στη μυθολογία τους οι πρόγονοι εμφανίζονταν με λευκή μορφή φαντάσματος». Έτσι λοιπόν μετά από το ταξίδι στην Αφρική ο Μπόουι δημιουργεί τη σειρά «λευκός πρόγονος» (“white ancestor”). Πρόκειται για μια εξερεύνηση στις σκέψεις του ίδιου πάνω στην αφρικάνικη μυθολογία, με τον λευκό πρόγονο να περιβάλλεται από σχέδια παρμένα λες από την προβιά άγριων ζώων της Αφρικής. Τα έργα εκτίθενται στη Very Private Gallery.
Ancestor II
Να μην παραλείψω να σας δείξω την κομψή προσωπογραφία που σχεδιάζει μονοκοντυλιά θαρρείς πάνω σε ένα πακέτο Gitanes. Και βέβαια υπάρχουν επίσης πολλές αυτοπροσωπογραφίες, όπως αυτή της χαρακτηριστικής εικόνας του άρθρου.
Κάπου στη δεκαετία του -90 ο Μπόουι γνωρίζει Damien Hirst, γίνονται φίλοι και κάνουν πολλές συζητήσεις γύρω από την τέχνη. Συνεργάζονται και δημιουργούν τα ονομαζόμενα spin paintings.Θεωρούν ότι ο καλλιτέχνης δεν έχει τον τελικό έλεγχο της σύνθεσης και παραχωρούν αυτό το στοιχείο στο σύμπαν.
david bowie with david hirst. spin paintings. hello earth
O Mπόουι ήταν επιπλέον μανιώδης συλλέκτης έργων τέχνης. Αν και πολύ καλός επιχειρηματίας δεν συλλέγει για την επένδυση, ούτε βέβαια για την πόζα. Τα έργα είναι χρήσιμα για αυτόν, αλλάζουν τη ζωή του, την κατάσταση της ύπαρξής του. Η συλλογή του περιέχει 300 έργα καλλιτεχνών, από τον Damien Hirst, τον Henry Moore και τον Marcel Duchamp, ως το Air Power του Jean-Michel Basquiat που είναι και το ακριβότερο της συλλογής.
Air Power του Jean-Michel Basquiat
Μετά τον θάνατο του οι κληρονόμοι του έβγαλαν σε δημοπρασία τη συλλογή μέσω του Sotheby’s. Και όχι βέβαια για τα χρήματα αλλά λόγω έλλειψης χώρου, όπως είπαν. Εκτός από τους 267 πίνακες, περιλαμβάνονται περισσότερα από 120 έπιπλα και γλυπτά του 20ου αιώνα. Ανάμεσά τους και ένα στέρεο από τους Ιταλούς σχεδιαστές Achille και Pier Giacomo Castiglioni, απ’ όπου ο Μπόουι άκουγε μουσική.
Ο Μπόουι έβλεπε τον εαυτό του ως οραματιστή, ως έναν άνθρωπο που έβλεπε τι θα γίνει μετά. Ο ίδιος έλεγε με μια σπίθα στα μάτια και πλατύ χαμόγελο, «Έχω τον διάβολο μέσα μου!»
Τα λόγια αυτά από το στόμα ενός ανθρώπου που κυκλοφόρησε τον τελευταίο του δίσκο, το Black Star, δύο μέρες πριν πεθάνει, μια κίνηση τόσο αδιανόητη, με τόσο αλλόκοτη αλλά και τέλεια χρονικότητα, που θα την έλεγε κανείς διαβολική, ακούγονται απόλυτα πιστευτά.
Ή τουλάχιστον χαρακτηρίζουν έναν άνθρωπο που δονείται από την απόλυτη καλλιτεχνική ερμηνεία στο διηνεκές.
Black Star
…Something happened on the day he died/ Spirit rose a metre then stepped aside/ Somebody else took his place, and bravely cried/ (I’m a blackstar, I’m a blackstar)…