Καινούργιο σπίτι. Χωρίς πολλές σκάλες, μονοκατοικία, με μια μικρή αυλή και αποθηκούλα, ό, τι χρειάζεται για να μην είναι πρόβλημα το κατέβασμα των σκουπιδιών όταν πονά το γόνατο και να έχεις και πού να βάλεις τις σκούπες, βρε παιδί μου, να μην τις έχεις στα μούτρα σου όταν κάθεσαι στη βεράντα. Πολύ ωραία.
Μόνο που ήθελε κάποια ανανέωση το καινούργιο, είχε χρόνια στην πλάτη του. Να μην αλλάξουν τα ντουλάπια της κουζίνας, πενήντα χρόνων ντουλάπια, σκέβρωσαν πια, άσε που οι καινούργιου μηχανισμοί με τα συρόμενα και τα γωνιακά ράφια είναι να τους ζηλεύεις. Λοιπόν, να τα αλλάξουν. Να βάλουν και πλακάκια στα φθαρμένα πατώματα, να βάλουν και καινούργια κουφώματα (ενεργειακή αναβάθμιση, θα σωθούν κι από την υγρασία). Να αλλάξουν και τον αμίαντο στη στέγη της αποθηκούλας.
Με τούτα και με εκείνα μήνες έκανε να τελειώσει το καινούργιο σπίτι, που δεν τελείωσε κιόλας. Ο ηλεκτρολόγος χρωστάει ένα σωρό μερεμέτια, ο αλουμινάς τους άφησε στη μέση, χωρίς κάγκελα και σίτες. Μπορούσαν όμως να μετακομίσουν. Και μετακόμισαν!
Έφεραν όλα τους τα πράγματα, να τα ξεδιαλέξουν εδώ, να δουν και τι ταιριάζει.
Αμ, εύκολο είναι να στερηθείς την καταταλαίπωρη πολυθρόνα του ΙΚΕΑ; Που μάλωναν τα παιδιά μικρά ποιο θα την πρωτοκαταλάβει μπροστά στο DVD player; Πρέπει, όμως, δεν χωράει. Τούτο το σπίτι είναι και μικρότερο, οι δυο τους είναι πια, τι να το κάνουν το μεγάλο, να μην σώνουν καθάρισμα; Οπότε, ας πάρει την πολυθρόνα ο μπογιατζής που τη χρειάζεται. Και το κομοδίνο ο ένας, και τις καρέκλες ο άλλος, και τα κρεβάτια στο εξοχικό και τον παλιό καναπέ στο πεζοδρόμιο να τον φορτώσει ο Δήμος, αφού ούτε κι οι γύφτος που καθαρίζει υπόγεια και παίρνει παλιές «μπανιάρες» δεν τον καταδέχεται.
Ε, πρέπει να υπάρχει μια αισιοδοξία, καινούργιο σπίτι, καινούργια ζωή δεν λένε; Άντε να φύγει και η σαβούρα που ήταν στο πατάρι. Να φύγει. Αλλά τα επάργυρα, τα «αρζαντά» του γάμου τους; Τα πετάς; Δεν τα πετάς…. Αλλά τούτα τα κεραμιδάκια, τα όστρακα που τα μαζεύουν χρόνια γύρω από τους αρχαιολογικούς χώρους ψάχνοντας (μάταια) για κανένα σπάραγμα εικόνας; Να τα πετάξουν; Και αν τους έρθει καμιά έμπνευση και θελήσουν να τα εντάξουν σε καμιά διακοσμητική κατασκευή; Άστα καλύτερα, τι πειράζει, ένα κουτί από παπούτσια είναι. Άντε δύο.
Τα άφησαν και μετά τα έχασαν. Δεν τα έβλεπαν πουθενά να τα τακτοποιήσουν στο καινούργιο πατάρι.
-Γιώργο, μάλλον θα τα πέταξες κατά λάθος…
-Τι λες που τα πέταξα! Εσύ δεν θυμώνεις που σε ρωτάω πάντα πριν πετάξω κάτι;
Δεν τα πέταξε κανένας. Το βρήκαν το κουτί στην αποθηκούλα και κανείς δεν θυμάται (ή δεν ομολογεί) ότι το έβαλε εκεί. Lapsus manus.
Έβγαλαν το μικρό, βοηθητικό, άχρηστο πια ψυγείο στο Διαδίκτυο. Άριστη κατάσταση, ένα πενηντάρικο. Εξήντα ένα μηνύματα «Είναι ακόμα διαθέσιμο;». Και μετά την καταφατική απάντηση, «Μού το στέλνετε στη Σάμο;» «Μού το φέρνετε στα Μέγαρα;». Απελπίστηκαν. Ο Γιώργος όχι και τόσο, είχε και τα τυχερά του. Μια υποψήφια που ήθελε το ψυγείο ένα εικοσάρι και στο σπίτι της άρχισε να τον βομβαρδίζει στο μέσεντζερ με καρδούλες, λουλουδάκια και τέλος φωτογραφία με το σκυλάκι της ξαπλωμένο πάνω στα γυμνά της μπούτια. Το έδειξε όμως στην Ειρήνη και εκείνη τη μπλοκάρισε την πελάτισσα, εκνευρισμένη. Το πούλησαν το ψυγείο τελικά, το πήραν το πενηντάρικο, το ένα έκτο των χρημάτων που πήρε ο υδραυλικός για να μεταφέρει ένα σώμα καλοριφέρ!
Και συνέχισαν. Έβγαλαν στο πεζοδρόμιο τα κουρτινόξυλα, αρκετά χρόνια τα είχαν, ας πάρουν άλλα. Βάλθηκαν όμως αμέσως να ψάχνουν στα σάιτ για άλλα και έβλεπαν ότι ίδια είναι και τα καινούργια, έστω παρόμοια. Άντε πάλι ο Γιώργος να τα συμμαζεύει από τα σκουπίδια! Θα γελάνε οι γείτονες, γαμώτο, εκεί έψαχνε και προχτές για τα αρχαία! Πάντως δεν είναι σίγουρο ότι θα τα βάλουν, μπορεί να τα πετάξουν τελικά, το ένα σαν να κάνει μια κούρμπα…
Το μεγάλο θέμα υπήρξαν τα βιβλία. Και τι τα θέλουν, βιβλία που τους εκνεύρισαν όταν τα διάβασαν ή άλλα που δεν θυμούνται καν τι λένε ή και κείνα που έφυγαν πια εντελώς από τα ενδιαφέροντά τους; Ε, ας τα πετάξουν. Ή να τα βγάλουν στο Διαδίκτυο; Και τα περιοδικά; Καλά ήταν κι αυτά στο πατάρι, τώρα πού να τα βάλουν; Μα δεν μπορούν να πεταχτούν ούτε η Διαγώνιος, ούτε το Πλανόδιον, ούτε τα περιοδικά του Χατζή και του Ιωάννου. Ο Σύγχρονος Κινηματογράφος, όμως; Και το Αντί; Και ο Πολίτης; Ας δοκιμάσουν με το Διαδίκτυο, μπορεί κάποιος να τα θέλει και να έχει και μεγάλο πατάρι!
Τέλος πάντων, κάθονται πια στο καινούργιο σπίτι. Η βιβλιοθήκη είναι άφτιαχτη, ακουμπισμένα απλώς στα ράφια τα βιβλία κατά τομείς, στο περίπου. Τα διάφορα αντικείμενα στα συρτάρια, που, καθώς δεν θυμούνται ποια είναι πού, τα ανοίγουν όλα ψάχνοντας. Οι φίλοι που έρχονται, μετά το πρώτο «Α, ωραίο, καλορίζικο», τους δίνουν τη γνώμη τους για αλλαγές που πρέπει να γίνουν στη διακόσμηση. Και τους εκνευρίζουν! Η αποθηκούλα είναι τίγκα σε άχρηστα και χρήσιμα, φύρδην μίγδην, άρα και όλα τα χρήσιμα είναι άχρηστα προς το παρόν. Έχουν όμως καινούργια κουζίνα, όταν τους περάσει η κούραση από τη μετακόμιση θα μπορούν να περιφρονήσουν τα σουβλάκια και τις πίτσες και να μαγειρεύουν βγάζοντας με άνεση την κατσαρόλα από το συρόμενο ράφι.
Όμως πέρασαν πια δυο μήνες και τα πράγματα, στον κόσμο και στους γύρω, είναι ακριβώς όπως πριν, και αυτοί ελπίζουν τα ίδια που ήλπιζαν (μάταια, συνήθως…), και οι φόβοι τους είναι οι ίδιοι, και τα βράδια βλέπουν ακριβώς τα ίδια όνειρα και τους ίδιους εφιάλτες. Δεν έχουν βέβαια πλέον να φροντίζουν και τους γονείς που έφυγαν για το μακρύ ταξίδι και τους κληροδότησαν το καινούργιο σπίτι. Και ξεκουράστηκαν και τους νοσταλγούν…
Καινούργια ζωή. Καλύτερη; Καλύτερη;