You are currently viewing Ζωή Κατσιαμπούρα:  Νο φωτό!

Ζωή Κατσιαμπούρα:  Νο φωτό!

Πήγε να μπει από την πόρτα της παλιάς εκκλησίας, της περιώνυμης παλιάς εκκλησίας που την είχε για εξεταστέα ύλη στη Βυζαντινή Αρχαιολογία (κάποτε…) και δεν είχε κατορθώσει τόσα χρόνια να επισκεφτεί. Ο νεαρός που είχε μπει ένα λίγο πριν την έσπρωχνε αυτή την πόρτα από μέσα να την κλείσει. Έλα Παναγιά μου, τι ζαβό! Δεν τη βλέπει; Έσπρωξε λοιπόν την πόρτα με τη σειρά της και μπαίνοντας της κόπηκε το αίμα από την αγριοφωνάρα «πόρτααα»! Ένας ρασοφόρος καθόταν δίπλα ακριβώς, πίσω από το άνοιγμα της θύρας. Ζήτησε συγγνώμη χωρίς λόγο, έτσι, από συνήθεια, γιατί πόση ήταν πια η καθυστέρηση, πόσο χρόνο έμεινε ανοιχτή η πόρτα μέχρι να περάσει και να την κλείσει πίσω της; Ούτε που άκουσε τη συγγνώμη ο ρασοφόρος που σίγουρα με τον ίδιο τρόπο θα είχε τρομοκρατήσει και τον νεαρό που μπήκε πριν. Τηλεφωνούσε, τηλεφωνούσε με φωνή ντελάλη και με χειρονομίες κι έλεγε για κάποια που είναι καλό κορίτσι κι ας είναι κάπως μοντέρνα.

 

Ο ναός την άφησε άλαλη! Από το εξωτερικό του περίβλημα δεν δημιουργούσε προσδοκίες για  αυτό το κομψότατο αρχιτεκτόνημα, αυτές τις τοιχογραφίες, αυτή η μορφή του παντοκράτορα στον τρούλο, ανάποδα μάλιστα από τις άλλες που έχει δει, να κοιτάζει στην ανατολή! Και τι υπέροχο το φως από τα παράθυρα του τρούλου! Αίσθηση του ιερού… Και του ανόσιου. Οι τοιχογραφίες του 14ου αιώνα καμωμένες πουά! Τρύπες από σουβλερό εργαλείο σε κανονικά διαστήματα και τα μάτια των μορφών γκαβωμένα.  Σοβάδισαν οι Τούρκοι κατακτητές («οι oχτροί» της απάντησε ο ρασοφόρος δίπλα στην πόρτα όταν τον ρώτησε, ελπίζοντας, επί ματαίω,  να αποσπάσει μια υποτυπώδη ξενάγηση. Μάλλον τους Τούρκους θα εννοούσε…). Σοβάδισαν τον ναό όταν τον έκαναν τζαμί και προφανώς έσκαψαν τρύπες για να πιάσει καλά ο σοβάς τους. Και φαίνεται ότι, όταν τον ξαναπήραν οι χριστιανοί, γιατί τους παραχωρήθηκε πάλι, λέει, λίγα χρόνια μετά, δεν θα είχαν ούτε τη διάθεση να αποκαταστήσουν τις βανδαλισμένες μορφές, ούτε τον τρόπο. Αλλά πάλι, πώς τον έκαναν πρώτα τζαμί και τον άφησαν ύστερα; Μήπως απλώς σε κάποια εποχή ξανασοβαδίστηκε το κάτω μέρος του ναού για να διορθωθούν τίποτα ζημιές; Από τα παιδικά της χρόνια θυμάται στην εκκλησία του χωριού της να βάφονται οι τοίχοι με θαλασσί λαδομπογιά και χρυσά αστεράκια για να κρυφτούν οι μαύρες, άγριες μορφές. Γιατί όχι και εδώ, δεν είχαν πάντα σε εκτίμηση οι άνθρωποι το παρελθόν…

Πάντως τώρα ο ναός, ό,τι σώθηκε ήταν ένα εξαιρετικό πράγμα. Έβγαλε τη μηχανή να πάρει μερικές φωτογραφίες, όχι ότι τις ξαναβλέπει και πολύ αφού περάσουν στον υπολογιστή, αλλά, να, αμέσως μετά θα τις κοιτάξει με την ησυχία της και από πιο κοντά, μεγεθύνοντας.

«Νο φωτό»! Την τρόμαξε πάλι ο επιστάτης, εξακολουθώντας τη συζήτηση στο κινητό του τηλέφωνο. «Μάλιστα, συγγνώμην» μουρμούρισε κι έβαλε τη μηχανή στην τσάντα της. Ε, τότε ας προσέξει καλά καλά τις εικόνες, να τις θυμάται. Πήγε από τη δεξιά μεριά, καθώς το κεντρικό μέρος, το εικονογραφημένο, ήταν απαγορευμένο με κορδέλες, αυτές  της αστυνομίας, όπως  δείχνουν οι ταινίες. Άλλη όψη από κει, άλλη υπέροχη όψη! Αλλά, να, απέναντί της, από το αριστερό κλίτος, κάποιος κύριος με φωτογραφική μηχανή της έκανε νόημα να παραμερίσει γιατί ήθελε να φωτογραφήσει την εικόνα δίπλα στην οποία αυτή στεκόταν. Παραμέρισε και περίμενε να ακούσει την απαγόρευση «νο φωτό». Τίποτα!. Μα ναι, έτσι όπως είναι οι πεσσοί μπροστά, ο άγρυπνος θυροφύλαξ δεν βλέπει. Έβγαλε τη μηχανή, τη ρύθμισε χωρίς φλας  και εστίασε στη θαυμαστή Σταύρωση την κατασκαμμένη, και στους προφήτες του τρούλου, ζωγραφισμένους σε έντονη κίνηση… Τον Παντοκράτορα δεν  έφτανε να τον δει ολόκληρο από κει που στεκόταν, να τεντώσει το χέρι με τη μηχανή φοβόταν μην πάρει είδηση ο άγρυπνος φρουρός που εξακολουθούσε να φωνάζει «νο φωτό», προφανώς σε κάθε καινούργιο που έμπαινε.

Άντε να κλείσει μέσα στην ψυχή της ό,τι βλέπει, το είπε και ο Ποιητής…

Εξάλλου, θα αγόραζε στο κάτω κάτω καρτ ποστάλ από το πωλητήριο, δεν χάλασε ο κόσμος, σίγουρα οι επαγγελματίες φωτογραφίζουν καλύτερα.

Στο πωλητήριο με τα αντίγραφα φορητών εικόνων και τα κομποσκοίνια και τα λιβάνια και τους οδηγούς του Αγίου Όρους δεν είχαν καρτ ποστάλ! Δεν τις έβγαλαν ακόμα, λέει, θα τις βγάλουν «όπου να ΄ναι». Ε, καλά. Αυτό το «όπου» μάλλον δεν είναι πουθενά.

Όμως δεν την πείραξε και πολύ, τελικά.

Βλέπει και ξαναβλέπει τις λίγες φωτογραφίες που έβγαλε, διορθώνει το καδράρισμα, μεγεθύνει, συγκινείται. Και συγκινείται από την σκαμμένη Σταύρωση πιο πολύ, μία από αυτές τις σταυρώσεις που άλλοι τις προσκυνούν και άλλοι τις σκάβουν, που υπάρχουν συνεχώς σε όλο τον κόσμο  και ανανεώνονται καθημερινά και δεν τραβούν την προσοχή και τη συγκίνηση  παρά μόνο στους τοίχους των διάσημων βυζαντινών εκκλησιών…    

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.