Λέγεται ακόμη ότι έγιναν τα εξής· ότι δηλαδή φεύγοντας ο Ξέρξης από την Ελλάδα άφησε στον Μαρδόνιο τη σκηνή του με όλο τον εξοπλισμό της. Βλέποντας ο Παυσανίας τον εξοπλισμό φτιαγμένο από χρυσάφι και ασήμι και παραπετάσματα πλούσια σε χρωματικά ποικίλματα, διέταξε τους αρτοποιούς και τους μαγείρους να παρασκευάσουν ένα δείπνο όπως αυτά που ετοίμαζαν για τον Μαρδόνιο. Όταν αυτοί εκτέλεσαν τις διαταγές που έλαβαν, τότε ο Παυσανίας, βλέποντας κλίνες χρυσές και αργυρές με υπέροχα στρωσίδια, τραπέζια χρυσά και αργυρά και τη μεγαλοπρεπή προετοιμασία του δείπνου, σαστισμένος από τα πολύτιμα πράγματα που βρίσκονταν αραδιασμένα μπροστά του, διέταξε χάριν αστεϊσμού τους δικούς του υπηρέτες να παρασκευάσουν ένα Λακωνικό δείπνο. Μόλις λοιπόν ετοιμάστηκε το δείπνο, καθώς η διαφορά ανάμεσα στα δύο ήταν μεγάλη, ο Παυσανίας γέλασε και κάλεσε τους στρατηγούς των Ελλήνων. Όταν αυτοί συγκεντρώθηκαν, είπε ο Παυσανίας δείχνοντας την καθεμιά από τις δύο ετοιμασίες του δείπνου: « ΄Ανδρες ΄Ελληνες, σας μάζεψα εγώ εδώ για τον εξής λόγο, επειδή ήθελα να σας δείξω τον παραλογισμό του ηγεμόνα των Μήδων, ο οποίος, ενώ έχει έναν τέτοιο τρόπο ζωής, ήρθε σε μας που ο τρόπος ζωής μας είναι αξιοθρήνητος, για να μας τον αρπάξει!» Αυτά λέγεται ότι είπε ο Παυσανίας στους στρατηγούς των Ελλήνων.
-
Μετά την ήττα των Περσών στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π. Χ.), ο περσικός στόλος απέπλευσε, ο δε Ξέρξης αποχώρησε κατευθυνόμενος βόρεια για να επιστρέψει στο κράτος του μέσω της Μακεδονίας και της Θράκης. Στην Ελλάδα παρέμεινε για την εξακολούθηση του αγώνα ο γαμπρός του και καλύτερος στρατηγός των Περσών, ο Μαρδόνιος, με 300.000 άνδρες κατά τον Ηρόδοτο. Ο Μαρδόνιος αποσύρθηκε στη Θεσσαλία όπου πέρασε τον χειμώνα και την άνοιξη του 479 εισέβαλε ξανά στην Αττική, την οποία βρήκε για δεύτερη φορά έρημη γιατί οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν και πάλι να εγκαταλείψουν την Αθήνα, και προχώρησε σε νέες καταστροφές. Προ του κινδύνου, οι Σπαρτιάτες έστειλαν για βοήθεια στρατό από την Πελοπόννησο με επικεφαλής τον βασιλιά τους, τον Παυσανία, αναγκάζοντας τον Μαρδόνιο να συμπτυχθεί στη Βοιωτία. Με τις δυνάμεις του Παυσανία ενώθηκαν οι Αθηναίοι υπό τον Αριστείδη και άλλοι ΄Ελληνες από 31 πόλεις, ώστε το σύνολο έφθασε, πάλι σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, σε 110.000 άνδρες. Στη μάχη που διεξήχθη στις Πλαταιές (Αύγουστος 479 π. Χ.) οι Πέρσες υπέστησαν ολέθρια καταστροφή, και ο ίδιος ο Μαρδόνιος σκοτώθηκε. Ανάμεσα σ’ όλους τους ΄Ελληνες είναι οι Σπαρτιάτες που διακρίθηκαν αυτή τη φορά με τη γενναιότητα, την πειθαρχία και την αυτοθυσία τους, στους οποίους και οφείλεται κυρίως η συντριβή της περσικής στρατιάς. Με τη μάχη αυτή κρίθηκε οριστικά η μεγάλη σύγκρουση Ελλήνων και Περσών.
Από τα λάφυρα της μάχης οι ΄Ελληνες αφιέρωσαν στον Απόλλωνα των Δελφών έναν χρυσό τρίποδα ύψους περίπου 6.5 μ., του οποίου τον λέβητα υποστήριζε ένας χάλκινος κίονας που παρίστανε τρία συμπλεκόμενα φίδια. Επάνω στις σπείρες των φιδιών χάραξαν τα ονόματα των πόλεων που πολέμησαν στις Πλαταιές. Από το μνημείο αυτό, γνωστό ως «τρικάρηνος όφις», σώζεται στους Δελφούς η λίθινη βάση, την οποία μπορεί κανείς να δει καθώς ανεβαίνει την ιερά οδό, λίγο πριν από την είσοδο στον ναό του Απόλλωνα. Ο χρυσός τρίποδας καταστράφηκε κατά τον Γ΄ ιερό ή Φωκικό πόλεμο από τους Φωκείς που τον έλιωσαν για να κόψουν νομίσματα και να χρηματοδοτήσουν τον πόλεμο. Ο χάλκινος κίονας μεταφέρθηκε από τον Μέγα Κωνσταντίνο στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, όπου σώζεται ώς τις μέρες μας στην ίδια θέση ‒ σημερινή πλατεία Ατ-Μεϊντάν ‒ περιβαλλόμενη από κιγκλίδωμα, με τα ονόματα των ελληνικών πόλεων να έχουν πλέον σβηστεί από τη φθορά του χρόνου. Ακριβές ορειχάλκινο αντίγραφό του έχει στηθεί στην αρχική θέση του στους Δελφούς.
Στο απόσπασμα που παραθέτουμε ο Ηρόδοτος αναφέρει ένα ανεκδοτολογικής χροιάς περιστατικό που συνέβη μετά το τέλος της μάχης.