(….) «Φαίνεσαι πολύ ικανός στο να εξηγείς λέξεις» είπε η Αλίκη στον Χάμπτι Ντάμπτι. «Μήπως θα είχες την καλοσύνη να μου εξηγήσεις το ποίημα που λέγεται ‘Τζαμπερόκι’»;
«Ας τ’ ακούσουμε» είπε ο Χάμπτι Ντάμπτι. «Μπορώ να εξηγήσω όλα τα ποιήματα που έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα – και πολλά απ’ αυτά που δεν έχουν γραφτεί ακόμα».
Αυτό ακουγόταν πολύ ελπιδοφόρο, έτσι, η Αλίκη απάγγειλε τον πρώτο στίχο:
Μες στο ψητοβασίλεμμα, οι γλυγερές τουρμπαύρες
Τα πλαϊμπροσπισώχορτα τρυπάνιζαν, στριφούσαν
Κι ήταν λιγνοκακόμοιρα όλα τα σφουγγαρόνια
Και τα αγουρογούρουνα φταρνιζομουσφουρούσαν
«Αρκετά για ν’ αρχίσουμε» διέκοψε ο Χάμπτι Ντάμπτι. «Υπάρχουν πολλές δύσκολες λέξεις εδώ. ΄Ψητοβασίλεμμα΄ σημαίνει πέντε η ώρα το απόγευμα, ώρα δηλαδή που αρχίζουν να ψήνουν φαγητό για το δείπνο».
«Πολύ καλά» είπε η Αλίκη. «Και ’γλυγερές’ »;
«Χμ, ΄γλυγερές΄ σημαίνει ευλύγιστες και γλιστρερές. Βλέπεις, είναι μια λέξη σαν σάντουιτς ζαμπόν – τυρί: υπάρχουν μέσα της δυο έννοιες μαζί».
«Τώρα καταλαβαίνω» είπε η Αλίκη σκεφτικά. «Και τι είναι οι ΄τιρμπαύρες΄»;
«Χμ, ΄τιρμπαύρες΄ είναι κάτι ζώα σαν κουνάβια, σαν σαύρες και σαν τιρμπουσόν».
«Πρέπει να’ ναι πολύ παράξενα πλάσματα…».
«Ναι, πολύ» είπε ο Χάμπτι Ντάμπτι. «Επίσης, φτιάχνουν τις φωλιές τους κάτω από ηλιακά ρολόγια, και τρέφονται με τυρί».
«Και τα ‘πλαϊμπροσπισώχορτα’, φαντάζομαι, είναι τα χόρτα που φυτρώνουν γύρω απ’ το ηλιακό ρολόι!» είπε η Αλίκη, ξαφνιασμένη κι η ίδια με την εξυπνάδα της.
«Φυσικά. Και λέγονται, ξέρεις, έτσι γιατί φυτρώνουν στα πλάγια και μπροστά…»
«… και πίσω απ’ το ηλιακό ρολόι!» πρόσθεσσε η Αλίκη. «Και τι θα πει ΄τρυπάνιζαν και ΄στριφούσαν΄;».
«΄Τρυπανίζω’ είναι όταν ανοίγω τρύπες σαν τρυπάνι και ΄στριφάω΄ είναι όταν στριφογυρνάω.Τώρα: ΄λιγνοκακόμοιρα΄είναι, ‘αδύνατα και δυστυχισμένα . (Να άλλη μια λέξη – σάντουιτς για σένα.) Και τα ΄σφουγγαρόνια΄ είναι κάτι πουλιά κοκαλιάρικα – σαν μαδημένα, με τα φτερά τους κολλημένα γύρω – κάτι σαν ζωντανά σφουγγαρόπανα».
«Και τα ΄αγουρογούρουνα΄;» ρώτησε η Αλίκη. «…Αν δεν σε βάζω σε μεγάλο κόπο…»
«Χμ, τα ΄αγουρογούρουνα΄ είναι ένα είδος πράσινων γουρουνιών που – δεν είμαι σίγουρος γι αυτό – έχουν χάσει τον δρόμο τους κι είναι μακριά απ’ τις φωλιές τους…»
«Και τι θα πει ΄φταρνιζομουσφυρούσαν’;»
«Α, είναι κάτι σαν μούγκρισμα και σαν σφύριγμα, μ’ ένα είδος φταρνίσματος στη μέση. Θα τ’ ακούσεις οπωσδήποτε – ίσως εκεί κάτω στο δάσος – κι αν τ’ ακούσεις μια φορά, θα ικανοποιηθείς αρκετά-» (…)
………………………………………………………………………………………………………………