Τὰ σπαράγματα αὐτῆς τῆς συλλογῆς εἶχαν γραφτεῖ κατά διαστήματα, κυρίως ἀπὸ τὸ 1984 ἔως τὸ 1999, σὲ χαρτάκια, ἡμερολόγια, πακέτα τσιγάρων· σὲ μικρά σημειωματάρια, σὲ λευκὲς σελίδες βιβλίων.
Λόγω τῶν συχνῶν μετακομίσεών μου ἀγνοοῦσα τὴν τύχη τους καὶ τὰ θεωροῦσα χαμένα.
Μετὰ ἀπὸ ἕνα σοβαρό ἀτύχημα, σκαλίζοντας χαρτόκουτα, παλιὰ ἑρμά- ρια καὶ χειρόγραφα, τυχαία τὰ ξαναβρῆκα.
Τὰ συνάρμοσα, σχεδὸν αὐτούσια μὲ ἐλάχιστες παρεμβάσεις, μαζὶ μὲ δύο δημοσιευμένα πού θεωρῶ ὅτι «δένουν» μ’ αὐτὴν τὴν ἑνότητα καὶ τὰ προσφέρω σὰν μιὰ μικρή ἀνθοδέσμη μέ ἀγριολούλουδα.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Τ Ο Υ Ο Υ Ρ A Ν Ο Ύ
Πετάει ὁ νοῦς
σχήματα ἀσύμμετρα·
Φῶς
καὶ γεμίζουν τὰ χαλάσματα
ἀπὸ τὸν οἶστρο τ’ οὐρανοῦ.
Στὶς ἀχανεῖς ἐκτάσεις
τῆς οὐράνιας οὐτοπίας
δορυφοροῦν οἱ ποιητές μας.
Νά σέ κοιτάζω δάκρυα
Νά μέ ποτίζεις ἄστρα
Οὐρανέ.
Τ Ο Υ Ε Ρ Ω Τ A
Μικρὲς δορκάδες
πιλατεύουν τὸ κορμί σου·
ὁ βυθὸς ἐντός σου
ταραγμένος·
ἕνας ὑπνοδύτης βουτάει
κι ἀνασύρει
φωνήεντα κι ἄγουρα πορτοκάλια.
Θαλασσοπαίδι ἤμουνα
καὶ πνίγηκα
στὴν ἀγκαλιά σου.
Στόμα μου κόκκινο
μάτια μου μαῦρα
ρῖγος πολύδινο.
Τ Η Σ Π A Τ Ρ Ι Δ A Σ
Ἀπόγευμα στὸ Σούνιο
καβοκολόνες·
ἀνάμεσα, στῆλες
φωτὸς
αἰώνιου.
Δίνη τῆς σκέψης
ἁπλώνεται, χαράζει
ἰωνικὸ κιονόκρανο.
Τὸ φῶς πού μᾶς σφάζει
αἰώνια καλοκαίρι, ἐλπίδες.
Τ Ο Υ Τ A Ξ Ι Δ Ι Ο Υ
Βάρνα, νύχτα δροσερὴ
ἕνα σμῆνος πυγολαμπίδες
πετάει κατὰ τὸν Εὔξεινο.
Νύχτα Δεκέμβρη
χιονισμένη Πράγα.
Πάνω στὸ κάστρο
ἕνα φωτεινὸ σημεῖο πού μεγαλώνει·
ἀργὰ-ἀργὰ σχηματίζεται
τὸ πρόσωπο τοῦ Κάφκα.
Τὰ μακρινὰ ταξίδια μας
εἶναι πορεῖες ἐντός μας.