Για τον τίτλο του βιβλίου και άλλα τινά
Ως πρόλογο -μη δηλωμένο έτσι, ωστόσο, από τον ίδιο τον συγγραφέα- στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο ΕΛΓΚΑΡ (Είκοσι τέσσερις παραλλαγές), εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ 2021, σελ.174, (σχ. 13X19,5 cm ), ο Αχιλλέας Κυριακίδης μάς φανερώνει τι τον ώθησε να το ονομάσει έτσι, με το επίθετο του Άγγλου συνθέτη σερ Έντουαρντ Έλγκαρ (1857-1934). Παρότι σε κανένα από τα είκοσι τέσσερα μικρά πεζά του αφηγήματα (παραλλαγές τα χαρακτηρίζει στον υπότιτλο που συνοδεύει το βιβλίο) δεν κάνει καμιά ειδική αναφορά σ’ αυτόν. Η μόνη αναφορά στον συνθέτη είναι στο μικρό απόσπασμα που του αποδίδεται και επέχει τον χαρακτήρα ενός motto για το πεζό με τίτλο T Κοντσέρτο (σελ. 123). Γράφει εκεί:
«Θεωρώ ότι η μουσική υπάρχει στην ατμόσφαιρα, υπάρχει ολόγυρά μας·
ότι ο κόσμος είναι γεμάτος μουσική, κι εσύ απλώς παίρνεις όση σου χρειάζεται»
( Έντουαρντ Έλγκαρ )
Ερώτημα: Είναι τάχα ο τίτλος ένα από τα συγγραφικά ευρήματα-τεχνάσματα, από αυτά που αρέσουν στον συγγραφέα, ως βαθύ γνώστη όλων των πεζών -και όχι μόνο- κειμένων του Αργεντινού ποιητή, λογοτέχνη και δοκιμιογράφου Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ο οποίος, επίσης, κατά κόρον καταφεύγει σε ανάλογους τρόπους γραφής με γρίφους και άλλα, και το έργο του οποίου ο Αχιλλέας Κυριακίδης μάς το έδωσε με τις ωραίες μεταφράσεις του και στη γλώσσα μας; Ή είναι κάτι άλλο;
Δε θα απείχαμε πολύ από μια παραδοχή ή έστω εικασία ότι πρόκειται για συνειδητή επιλογή του συγγραφέα. Εξάλλου, αμέσως μετά από το αισθητικά όμορφα σχεδιασμένο δισέλιδο, με τα περιεχόμενα του ΕΛΓΚΑΡ, στον Μπόρχες ανατρέχει ο συγγραφέας. Αναφέρεται σε κάποιο απόσπασμα από το δοκίμιο του πασίγνωστου Αργεντινού «Οι τέσσερις κύκλοι». Και τι μας λέει εκεί; Αυτό! Ότι τέσσερις είναι όλες κι όλες οι ιστορίες θεματικά. Και τις ονομάζει μ’ ένα όνομα την καθεμιά. Η πρώτη κι η αρχαιότερη είναι για μια πολιτεία οχυρωμένη, που την πολιορκούν και την υπερασπίζονται γενναίοι άνδρες, η δεύτερη μιλάει για μια επιστροφή, η τρίτη για μια αναζήτηση κι η τέταρτη για τη θυσία ενός θεού. Κι ότι αυτές οι ιστορίες θεματολογικά επαναλαμβάνονται στις αφηγήσεις μας, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου της ζωής μας, όσος μας απομένει. Κι επειδή ο χρόνος λειτουργεί προσθετικά στο σύμπαν από τον ένα στον επόμενο, από γενιά σε γενιά, τελικά, τέσσερις είναι όλες κι όλες οι ιστορίες που επαναλαμβάνονται in perpetuum. Μ’ άλλα λόγια, οι ιστορίες -οι τέσσερις όλες κι όλες!- ζουν στις αφηγήσεις μας ως συνεχείς και συνεχιζόμενες, κατά κάποιον τρόπο, παραλλαγές, διανθισμένες με ποικίλα τοπικά, ανθρωπολογικά, εθνολογικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Αλλά οι πυρήνες τους έχουν ίδιο υπόβαθρο αναφοράς. Είναι ο αγώνας για ζωή και τη συνέχειά της, είναι η αίσθηση της μοναξιάς που διέπει σε κάποιες φάσεις, στον ένα ή άλλο βαθμό, του βίου όλους μας και διαμορφώνει συνειδήσεις και στάσεις ζωής, είναι η προετοιμασία για τη μετάβαση στη μόνη βεβαιότητα της ύπαρξής μας. Είναι η αγάπη που έστω και από φόβο ενώνει τους ανθρώπους, όπως πολύ εύστοχα ο συγγραφέας χειρίζεται το θέμα αυτό στο δεύτερο πεζό του ΕΛΓΚΑΡ, το β Εγκάρδια, (σσ. 21-25), αξιοποιώντας και ως motto τον στίχο από ποίημα του Μανόλη Αναγνωστάκη «Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους». Το θέμα της ζωής και τους τέλους της, του θανάτου και της εν γένει αθανασίας, αριστοτεχνικά το χειρίζεται ο συγγραφέας από το πρώτο του κιόλας πεζό, το α Αθάνατος (σσ. 15-19) με μια αίσθηση υψηλού και λεπτού χιούμορ, αφού μας αφηγείται τις τέσσερις αποτυχημένες προσπάθειες του Α να δώσει τέρμα στη ζωή του, πάντα ως από μηχανής θεά παρεμβαίνει η οικονόμος του και άλλα απρόβλεπτα για τον υποψήφιο αυτόχειρα εμπόδια, και πάντα τη γλυτώνει. Κι ενώ όλα αυτά τον οδηγούν στη σκέψη ότι είναι μάταιο να συνεχίζει το εγχείρημά του, αφού ο θεός τελικά τον θέλει να είναι αθάνατος, έρχεται η πλήρης ανατροπή. Αφήνει όλες τις εγκόσμιες απολαύσεις και θέλει να μονάσει αφιερωμένος από εκεί και πέρα στον θεό. Κι ενώ θα περίμενε κανείς αυτή η οριστική του απόφαση, να διακονήσει με την αθανασία του τον προστάτη του τόσες φορές θεό, να είναι μια ‘‘εν τοις πράγμασι’’ επιβράβευση ζωής, στον δρόμο προς το μοναστήρι με ταξί συμβαίνει ατύχημα που σκοτώνεται αυτός κι ο οδηγός. Να πάλι που λειτουργεί ο θάνατος ως η μόνη βεβαιότητα της ύπαρξης. Για το θέμα αυτό έχω γράψει και με άλλη αφορμή στο βιβλίο μου «ΑΜΗΧΑΝΟ» ΒΛΕΜΜΑ.[i]
ΘΕΩΡΗΜΑ ΥΠΑΡΞΕΩΣ
Ξεκινώ από τον θάνατο
τη μόνη βεβαιότητα.
Μονάχα αυτός αποδεικνύει πια
πως υπήρξες.
Δημήτρης, Γαβαλάς. ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ ΝΟΥ,
(45 Χρόνια Κομμάτια 1966-2011), εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2013, σ. 63)
Ύστερα από τις αναγκαίες αυτές παρενθέσεις, που θα μπορούσαν να είναι και πιο πολλές, αφού η γραφή του Κυριακίδη στο ΕΛΓΚΑΡ συχνά μας δίνει τέτοιες αφορμές σχολιασμού και γόνιμης εκτροπής από το αρχικό θέμα, επανέρχομαι στον αρχικό στόχο της προσέγγισης του γρίφου του τίτλου του βιβλίου.
Με όσα προηγήθηκαν, μπορούμε να μιλήσουμε για την πρώτη λέξη κλειδί. Είναι η λέξη Παραλλαγές που υπάρχει και στον υπότιτλο! Μόνο που εδώ -στο ΕΛΓΚΑΡ– δεν είναι μόνο τέσσερις επιπλέον παραλλαγές των βασικών θεμάτων, κατά τον Μπόρχες, αλλά πολλαπλάσιο του τέσσερα, 6x4=24! Όσα, δηλαδή, και τα γράμματα της αλφαβήτας μας. Όσες κι οι ραψωδίες στα ομηρικά έπη. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στον Όμηρο η Νέκυα είναι η λ΄ ραψωδία της Οδύσσειας· το ίδιο και στο ΕΛΓΚΑΡ. Καθένα μικρό πεζό, από τα 24 αυτά αφηγήματα, με λέξεις κοντά στις πεντακόσιες -άλλοτε λίγο παραπάνω κι άλλοτε παρακάτω- όλα τους, έχει το αντίστοιχο γράμμα του αλφάβητου ως τίτλο του, συνοδευόμενο με διαφορετικούς υπότιτλους. Η σειρά τους είναι: α Αθάνατος, β Εγκάρδια, γ Άνθρωπος στο παγκάκι, δ Grave, ε Ακροατής, ζ Μέλλων αόριστος, η Αδρεναλίνη, θ Επιστροφές, ι Θήραμα, κ Αγέννητος, λ Νέκυα, μ Ξένος, ν Αρόδου, ξ Αντί γραφής, ο Παραλλαγή με καθρέφτες, π Now you see me, ρ Πουλιά, σ Stabat Pater,[ii] τ Κοντσέρτο, υ Ουέστερν, φ Μόνος, χ Τυφλός, Ψ Εν αριθμώ, ω (και Α) Παράλληλη δράση. Στη συνέχεια ακολουθούν Σημειώσεις, χωρίς γράμμα πριν από τη λέξη αυτή, μια και 25ο γράμμα το ελληνικό αλφάβητο δεν έχει.
Είχα ήδη γράψει όλα τα παραπάνω, με τις πρώτες μου σκέψεις, αναφορικά με τον τίτλο του ΕΛΓΚΑΡ, και ομολογώ ότι χάρηκα που είδα πως πράγματι πρόκειται για συνειδητή επιλογή του συγγραφέα, όπως το σημείωσα ήδη. Είναι μια επιλογή που κρύβει ένα αίνιγμα, έναν γρίφο, κατά δήλωση του ίδιου. Το εξέφρασε απερίφραστα ο Αχιλλέας Κυριακίδης σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Ελένη Γκίκα. Δημοσιεύτηκε στο Liberal και στο FRACTAL (2-2-2022) και είναι εύκολο να τη διαβάσει κάθε ενδιαφερόμενος / η. Ξεκινάει με το εξής, που είναι λόγια του Αχιλλέα Κυριακίδη: «Ο τίτλος κάθε βιβλίου (πρέπει να) είναι, εξ ορισμού, ένας γρίφος που μόνο η ανάγνωση του κειμένου μπορεί να τον λύσει». Αυτόν τον γρίφο, λοιπόν, προσπαθώ κι εδώ να προσεγγίσω και να δώσω και τη δική μου απάντηση. Σωστή ή λάθος; Δεν το γνωρίζω. Ελπίζω, ωστόσο, να είναι κοντά σε μια από τις σκέψεις του συγγραφέα. Θα το επιχειρήσω με μια παράλληλη αξιοποίηση των όποιων στοιχείων· υπαρκτών ή εικαζόμενων.
Γράφει, λοιπόν, στον άτυπο -όπως εδώ τον ονομάζω- πρόλογο ο Αχιλλέας Κυριακίδης ότι ο συνθέτης Έντουαρντ Έλγκαρ έγινε κυρίως γνωστός από τις 14 συμφωνικές Παραλλαγές του σε ένα πρωτότυπο θέμα (Variations on an Original Theme), πιο γνωστές ως Παραλλαγές Αίνιγμα (Enigma Variations). Να, η εμφάνιση της λέξης κλειδί του υπότιτλου, πάλι: Παραλλαγές! Και ποιο ήταν το αινιγματικό στοιχείο στις 14 συμφωνικές Παραλλαγές; Ο ίδιος ο συνθέτης, κατ’ αρχήν, αφιερώνει την καθεμιά τους -όλες πάνω στο ενιαίο βασικό θέμα- σε ένα του αγαπημένο πρόσωπο. Το πρόσωπο αυτό αναγράφεται με τα αρχικά του. Στον δικό του ΕΛΓΚΑΡ ο Κυριακίδης -ήδη το είπαμε- χρησιμοποιεί τα 24 γράμματα του ελληνικού αλφάβητου. Μάλιστα, κάθε κεφαλαίο γράμμα από αυτά είναι το όνομα του πρωταγωνιστή ή της πρωταγωνίστριας του συγκεκριμένου μικρού πεζού, εκτός από τρεις περιπτώσεις. Μόνο σε τρεις περιπτώσεις δε συμβαίνει αυτό. Αναφέρομαι στα μικρά πεζά: α) ζ Μέλλων αόριστος, όπου δεν υπάρχει συγκεκριμένο πρόσωπο Ζ. Εμφανώς εδώ δεν προδίδεται ούτε το φύλλο του ομιλούντος ή της ομιλούσας ούτε του αποδέκτη ή της αποδέκτριας. Άλλοτε λες πως είναι άνδρας αυτός που επιστρέφει, και διεκδικεί, και κυριεύει την «ανοχύρωτη πόλη» – γυναίκα( ; ) που διεκδικεί και πολιορκεί, άλλοτε το αντίθετο, δείχνει να συμβαίνει. Δηλαδή, να υπάρχει φυγή και διεκδίκηση, και ανάμνηση πάθους, και περιγραφές ωραίων στιγμών. Κι όλα αυτά εκτυλίσσονται κόντρα στο ρεύμα συχνά, και με μια διάθεση ενός είδους πνιγμού, αλλά και όχι. Διαπιστώνεται κι ένα είδος θυσίας ενός θεού από τη μια πλευρά των συνδιαλεγομένων. Όλα εδώ χρησιμοποιούνται με μεταφορικές προφανώς έννοιες, αφήνοντας τον αναγνώστη ή την αναγνώστρια να μαντεύσουν ποια από τις τέσσερις θεματικές -κατά Μπόρχες- παραλλαγές ταιριάζει, για να λυθεί ο σχετικός γρίφος. Εδώ το αίνιγμα μένει, τελικά, αιτούμενο προς λύση. β) τ Κοντσέρτο, όπου το κύριο πρόσωπο είναι ο Τόμας Τρογιανόφσκι («σπουδαίος πολωνός πρωτοποριακός συνθέτης», γράφει ο συγγραφέας) και του οποίου συμπτωματικά το όνομα και το επίθετο αρχίζει με Τ. Εδώ δεν επιλέγεται το γράμμα Τ ως όνομα, αλλά το πλήρες όνομα, και γ) ω (και Α) Παράλληλη δράση, όπου σ’ αυτό επιλέγεται το γράμμα Μ κεφαλαίο ως σύμβολο με διάφορες ιδιότητες (πάντως χωρίς να σημαίνει κανένα πρόσωπο).
Ο συνθέτης Έντουαρντ Έλγκαρ αφιερώνει -γράφει ο Α.Κ.- την κάθε του παραλλαγή σε αγαπημένο του πρόσωπο. Ο Αχιλλέας Κυριακίδης με τα δικά του 21 κεφαλαία γράμματα του αλφάβητου, που εκπροσωπούν τα κύρια πρόσωπα στα αντίστοιχα αφηγήματά του, και τα υπόλοιπα 3 κεφαλαία γράμματα που δεν αναφέρονται σε πρόσωπα, σε ποιο αγαπημένο του πρόσωπο τα αφιερώνει, συνολικά; Θα ήταν υπερβολή να υποθέσουμε ότι ίσως είναι ο ίδιος ο συγγραφέας αυτός που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εμπλέκεται στη μυθοπλασία στα πιο πολλά από τα αφηγήματά του, με τα διάφορα πρόσωπα, άρα και τα ονόματα; Ότι είναι αυτός που φαντάζεται, παρατηρεί, καταγράφει και σχολιάζει τα γεγονότα και τις σκέψεις που στηρίζουν ως κεντρικές ιδέες το καθένα τους; Θα ήταν υπερβολή να τον ταυτίσουμε σε πολλά με τα συγκεκριμένα πρόσωπα, με το ανάλογο κάθε φορά ένδυμα, πραγματικό και μεταφορικό, με το οποίο εμφανίζεται στην κάθε ιστορία, υπακούοντας ως καλός ηθοποιός στις σκηνοθετικές οδηγίες της μυθοπλασίας–είναι γνωστές κι οι δυο αυτές αγάπες του Κυριακίδη- ανάλογα με τις ανάγκες του δρώμενου; Πιστεύω πως όχι! Κρύβεται ο ίδιος με τις σκέψεις του σε πολλά. Και τα γεγονότα -φανταστικά ή κάποια πραγματικά- της μυθοπλασίας του ΕΛΓΚΑΡ είναι είτε ακούσματα, είτε εμπειρίες, είτε πλάσματα της φαντασίας και κάποιων ονειρικών καταστάσεων του συγγραφέα, εικάζω. Δεύτερη λέξη κλειδί, λοιπόν, μήπως είναι η λέξη Συγγραφέας, που οφείλουμε να τον αναζητήσουμε ως το κινούν πρόσωπο στην πλοκή της μυθοπλασίας των αφηγημάτων; Κι αυτό ισχύει μερικώς ή με μεγαλύτερη δόση συμμετοχής του σε όλα. Θέλουμε δε θέλουμε, εξάλλου, ανάμεσα στο φανταστικό εμπλέκεται με τον έναν ή άλλον τρόπο και το πραγματικό· και μάλιστα το πραγματικό που πηγάζει από τις εμπειρίες και τα βιώματα του ίδιου του δημιουργού, κάθε φορά, και πατάει πάνω σ’ αυτά. Το βιβλίο αυτό ο Α.Κ. το αφιερώνει σ’ ένα πρόσωπο, γράφοντας: «Στην Ιωάννα: μια λύση που αναζητεί το αίνιγμά της». Η Ιωάννα, λοιπόν, είναι το αγαπημένο πρόσωπο! Σύντροφος και συνοδοιπόρος. Κι όχι τυχαία, αφού είναι το πρόσωπο που έχει όλες τις λύσεις, όπως γράφει ο Κυριακίδης· που δίνει όλες τις λύσεις στα πάντα, ώστε να τον ωθεί να ψάχνει, για να βρει σε ποιο αίνιγμα θα αντιστοιχούσαν οι λύσεις που απλόχερα του παρέχει σε όλα! Αναζητεί το αίνιγμα πάλι κι εδώ! Όμως μάταια, υποθέτω. Κι αυτό ανατρέπει το όλο κυνήγι και τη χαρά της αναζήτησης της λύσης. Εδώ διαπιστώνουμε την τέλεια αντιστροφή! Ο συγγραφέας γνωρίζει τις λύσεις και ψάχνει το πρόβλημα που οδήγησε στις λύσεις ή που ταιριάζει σ’ όλες αυτές. Το παζλ είναι ήδη συμπληρωμένο. Δεν υπάρχει λόγος να βρει τις αφετηρίες σύνθεσης των κομματιών του, πριν το τελικό του στήσιμο. Ο γρίφος που εδώ καλείται να λύσει, προσωπικά, δεν του δίνει καμιά χαρά αναζήτησης. Στα πάντα παρέχεται απλόχερα η λύση από το πρόσωπο που ακούει στο όνομα Ιωάννα, κι είναι συγκεκριμένο. Σπουδαίος έπαινος! Ζηλευτός!
Ο συνθέτης Έντουαρντ Έλγκαρ διαμορφώνει τις Παραλλαγές του και με «ένα περίπλοκο σύστημα μουσικής κρυπτογραφίας», που οι ακροατές και οι μουσικοί κριτικοί θα πρέπει να το αποκρυπτογραφήσουν. Καλούνται, δηλαδή, να βρουν απάντηση και σ’ αυτόν τον μουσικό κώδικα Enigma, ως άλλοι Άλαν Τιούρινγκ .[iii] Ο Τιούριγκ (ή Τούριγκ) είχε αποκρυπτογραφήσει τον κώδικα Enigma των Γερμανών. Και συντέλεσε με την αποκρυπτογράφηση αποφασιστικά στη νίκη των συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Να, λοιπόν, και η τρίτη λέξη κλειδί και με διάφορες αφορμές αυτή αναφέρεται: Είναι η λέξη Αίνιγμα ή Γρίφος. Χρησιμοποιεί τη λέξη αυτή πολύ συχνά κι ο Μπόρχες σε κείμενά του. Τη χρησιμοποίησε κι ο Κυριακίδης στη συνέντευξή του στην Ελένη Γκίκα, όπως είδαμε. Κάναμε -νομίζω- βήματα προς την αποκρυπτογράφηση, προς την προσέγγιση -καλύτερα- της λύσης του γρίφου του τίτλου. Ξανά και ξανά με τις ίδιες λέξεις ‘‘λύση’’ και ‘‘αίνιγμα’’ ερχόμαστε σε επαφή. Αυτές τις λέξεις, δηλαδή, που χρησιμοποίησε ο συγγραφέας και στην αφιέρωσή του προς την Ιωάννα.
Ας επιχειρήσουμε ακόμη ένα επόμενο βήμα προς την κατεύθυνση αποκρυπτογράφησης του αινίγματος του τίτλου: Γράφει, λοιπόν, ο Έντουαρντ Έλγκαρ ότι «πέρα, μέσα και πάνω απ’ όλο το έργο ένα άλλο θέμα κινείται, αλλά δεν παίζεται, κι έτσι το βασικό θέμα δεν εμφανίζεται ποτέ». Δηλαδή, δεν είναι μόνο οι 14 συμφωνικές Παραλλαγές, αλλά και μια κρυφή 15η, που διατρέχει και τις 14 που ακούν οι ακροατές τους. Αυτό μας δίνει κίνητρο να σκεφτούμε ότι ίσως και στις 24 παραλλαγές του ΕΛΓΚΑΡ του Α.Κ., πέρα από τα όποια βασικά θέματα αυτές χειρίζονται, ενδεχομένως υπάρχει και μια 25η κρυφή παραλλαγή, που διατρέχει όλες τις υπόλοιπες 24. Κάτι σαν το νήμα ενός κομπολογιού, που συνδέει τις 24 πολύτιμες χάντρες του. Και ενώ από αυτές τις χάντρες μπορούμε να εκτιμήσουμε την αξία τους, αφού για μας είναι ορατές και τις διατρέχουμε, τις ψηλαφούμε με το χέρι μας, τις περιεργαζόμαστε όση ώρα το επιθυμούμε, καλούμαστε να μαντέψουμε την υφή και τη σύσταση, την ύλη του νήματος του κομπολογιού: είναι μεταξωτή, είναι χρυσοκλωστή, τι είναι; Η διαπάλη και η αγωνία του ανθρώπου να συνεχίσει η ζωή του να δίνει το παρόν της, ακόμα κι όταν επέλθει το αναπόφευκτο μοιραίο τέλος της, όπως όλοι το ξέρουμε, τον οδήγησε να αναπτύξει φιλοσοφικές δοξασίες για άλλους κόσμους μετά θάνατον, για βασίλειο των νεκρών και για τρόπους επικοινωνίας ανάμεσα στους δυο κόσμους. Η κάθοδος στον άλλο κόσμο, που ως Νέκυα την περιέγραψε τόσο ο Όμηρος όσο και πολλές ανά τον κόσμο μυθολογίες, και το άγνωστο αυτής της καθόδου βρίσκεται σε κόντρα και σε διαρκή διαμάχη με τα ορατά μας πιστεύω και τις δοξασίες μας. Η κατάθλιψη από την ιδέα της μοναξιάς για οποιουσδήποτε λόγους βρίσκεται και αυτή σε κόντρα με τη σκέψη των ανθρώπων για το τέλος της ζωής, είτε αυτό έρχεται από μόνο του, τελεολογικά, υπακούοντας στον αδιαμφισβήτητο κύκλο της ζωής, είτε αυτό σκηνοθετείται παντοιοτρόπως από ενδογενείς ή εξωγενείς παράγοντες για την πορεία του καθενός μας. Αυτό ενδεχομένως είναι μια υπαρκτή ίνα στο νήμα του κομπολογιού που συνδέει και που διατρέχει τα 24 μικρά αφηγήματα-χάντρες του κομπολογιού, που είπα πιο πάνω. Κι όταν το πέρασμα των χαντρών -αυτό που ο λαός το λέει ‘μπεγλέρι(σ)μα’- φτάσει στην τελευταία χάντρα, ξαναρχίζουμε το μέτρημα από την αρχή, με αντίστροφη συχνά πορεία, στο διηνεκές, όπως εκείνοι οι μοναχοί που λένε τα ατέλειωτα ‘‘πάτερ ημών’’ τους κρατώντας τα κομποσκοίνια τους και τα ροζάριά τους, προσδοκώντας τη δική τους αθανασία. Οι Σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου, εύστοχα όλες τους διαλεγμένες και σχολιασμένες, για θέματα, που ανά δύο προηγούνται ως motto μπροστά από το κάθε μικρό πεζό – ‘χάντρα του κομπολογιού’-, είναι αυτές που είναι τα τσέρκια στη διαμόρφωση της σιδηροδεσιάς, του σκελετού, δηλαδή, στο χτίσιμο του βιβλίου· είναι αυτές που λειτουργούν ξεχωριστά και ως το υλικό του σκοινιού που συνδέει όλες τις χάντρες. Κι όλες μαζί οι Σημειώσεις του τέλους θα μπορούσαν ίσως να αποτελέσουν και την ύλη αυτής της 25ης κρυφής παραλλαγής που υπαινίχτηκα πιο πάνω. Εικασία, θα πείτε; Μπορεί. Αλλά αυτό είναι και η επιτυχία συγγραφής του συγκεκριμένου βιβλίου. Θέτει ερωτήματα στον αναγνώστη και τον καθιστά συμμέτοχο στην αναζήτηση τρόπων επίλυσης των κρυφών του νοημάτων ή και των υπαινιγμών του. Άσχετα αν όλες ή κάποιες από αυτές τις απαντήσεις και τις εικασίες του αναγνώστη προβλέφθηκαν ή και όχι από τον συγγραφέα. Έχει γράψει ο Ρολάν Μπαρτ για τον ‘θάνατο του συγγραφέα’, με την έννοια ότι όταν το βιβλίο φύγει από τον συγγραφέα και πάει στον αναγνώστη, αυτός πια γίνεται ο νέος δημιουργός του. Το αναπλάθει, το αναδιοργανώνει, πειραματίζεται με τις αρχικές σκέψεις που υπάρχουν στο βιβλίο. Θα ξαναδούμε το θέμα αυτό στον επίλογο του κειμένου μου αυτού. Είναι προφανές ότι πολλά θα μπορούσα να πω και να γράψω για καθένα από τα 24 εξαιρετικής γραφής, από την άποψη της σκηνοθετικής τους πλοκής και παρουσίασης, μικρά αυτά αφηγηματικά διαμαντάκια του Αχιλλέα Κυριακίδη που απαρτίζουν το ΕΛΓΚΑΡ του. Η μυθοπλασία στο καθένα τους αφήνει πολλά περιθώρια για ανάλογους σχολιασμούς και αναζητήσεις. Δεν το κάνω, όμως, για δυο κυρίως λόγους: α) Για να αφήσω τον αναγνώστη και την αναγνώστριά τους να μπορέσουν ανεπηρέαστοι να τα διαβούν αναγνωστικά και να γευτούν την απόλαυσή τους. β) Γιατί, αν έκανα μια τέτοια πιο εκτενή αναφορά για όλα τους, το παρόν κείμενο θα έπαιρνε την έκταση ενός άλλου βιβλίου, μιας μονογραφίας, που τη δικαιούται ούτως ή άλλως ο συγγραφέας για το σύνολο της μέχρι τώρα δουλειάς του. Εύχομαι αυτό να προκύψει στο μέλλον από κάποιον ή κάποια. Θα είναι κέρδος όλων μας. Θα μείνω, όμως, στα δυο τελευταία πεζά του ΕΛΓΚΑΡ για πολύ συγκεκριμένους και ειδικούς λόγους. Οι λόγοι αυτοί θα φανούν στη συνέχεια του κειμένου μου.
ddd
Σχόλια για τα δυο τελευταία αφηγήματα
-
Για το ‘Ψ Εν αριθμώ’
Το αφήγημα με τον τίτλο ‘Ψ Εν αριθμώ’ έχει ως motto του δυο ωραία αποσπάσματα. Το ένα είναι στίχοι του Νικηφόρου Βρεττάκου· οι εξής:
Χωρίς τη μαθηματική τάξη δεν στέκει
τίποτα: ούτε ουρανός έναστρος,
Ούτε ρόδο. Προπαντός ένα ποίημα
(Νικηφόρος Βρεττάκος, Απογευματινό ηλιοτρόπιο,
στο «Οι μουσικοί αριθμοί», Διογένης, 1976).
Δείχνουν την παράλληλη συμπόρευση συχνά του ρυθμού και της τάξης στην ποίηση με τα αντίστοιχα στα μαθηματικά. Για το θέμα αυτό έχω αφιερώσει αρκετές σελίδες και στο βιβλίο μου ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Πριν δούμε και το δεύτερο απόσπασμα από τον Ταρκόφσκι, που παραθέτει ο Αχιλλέας Κυριακίδης, θα ανατρέξουμε στο ίδιο παραπάνω βιβλίο μου. Θα φανεί, έτσι, πως και μένα έχει απασχολήσει το ίδιο θέμα. Γίνεται, συνεπώς, κατανοητός ο λόγος που από τα 24 μικρά αφηγήματα του ΕΛΓΚΑΡ έχω επιλέξει το συγκεκριμένο Ψ που σχολιάζω εδώ. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
[…] Τίθεται το ερώτημα: Υπάρχουν, αλήθεια, υπονοούμενα ή ορισμένης μορφής υπαινιγμοί και στα μαθηματικά; Διαπιστώνεται και σε αυτά η ύπαρξη κάποιου βαθμού πολυσημίας;
Η απάντηση και στα δύο παραπάνω ερωτήματα είναι ΝΑΙ ενίοτε, όσο και αν μέσα μας είναι εδραιωμένη η αντίληψη ότι στα μαθηματικά το ένα και ένα κάνει δύο, και ότι αυτό αποτελεί μια αυτονόητη αλήθεια. Ο ποιητής του κινηματογραφικού φακού και μεγάλος σκηνοθέτης Αντρέι Ταρκόφσκι σε κινηματογραφική ταινία του είχε κάπου αποτυπωμένη σε πλάνο την ισότητα 1+1=1. Κάποια στιγμή ρώτησαν τον μοναχικό πρωταγωνιστή ηθοποιό, πώς ερμήνευε αυτήν την εκ πρώτης όψεως παράλογη ισότητα. Απάντησε με το ακόλουθο παράδειγμα κάπως έτσι, αν δε με απατά η μνήμη: Άνοιξε τη χούφτα σου να πέσει μια σταγόνα νερό και άφησε να πέσει ακόμη μία σταγόνα πάνω στην προηγούμενη. Το αποτέλεσμα είναι να έχεις, αντί δύο, πάλι μια σταγόνα νερού στην παλάμη σου. Αυτή η σύλληψη των πραγμάτων, έξω από καθιερωμένα όρια, μόνο σε μια φαντασία που εκτείνεται στα όρια της ποίησης (προσοχή, δε μιλάω για ποίηση που κινείται με τα φτερά της φαντασίας, για το αντίθετο μιλάω) είναι αναμενόμενο να επισυμβεί και συχνά επισυμβαίνει.
Όσο και να μοιάζει παραπλανητική μια τέτοια απάντηση, που «ποιητικῇ ἢ κινηματογραφικῇ ἀδείᾳ» μας έδωσε ο Ταρκόφσκι, γνωρίζουμε ότι στα μαθηματικά –ανάλογα με τα αξιώματα που μπορείς να θέσεις, για να διαμορφώσεις κάποια θεωρία– μπορείς να οδηγηθείς σε –εκ πρώτης όψεως– «παράλογα» πράγματα. Αλλά αυτή (και όχι μόνο) είναι η μαγεία των μαθηματικών. Όχι η δυνατότητα να οδηγείσαι σε εκ πρώτης όψεως παράλογα, αλλά η δυνατότητα να δημιουργείς μοντέλα που επιχειρούν να παρακάμψουν τα εμπόδια του κατ’ αρχήν φαινομενικά παράλογου. Κάποτε, μάλιστα, το πετυχαίνουν· άλλοτε όχι. Η δύναμη του μυαλού στενά δεμένη στα φτερά της φαντασίας. Ο θετικισμός σε αέναο ταξίδι μέσα σε περιβάλλοντα ονείρου. Πώς συνδέονται και πώς συνταιριάζονται όλα αυτά; Έλα, ντε!…. Γι’ αυτό δε διστάζουμε να μιλάμε για μια ομορφιά που αγγίζει τη μαγεία!..[…].
(ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, σσ. 77-78)
Σ’ αυτήν ακριβώς τη σκηνή αναφέρεται και ο Κυριακίδης. Μας θυμίζει ότι είναι από το έργο «Νοσταλγία» του ποιητή του φακού Αντρέι Ταρκόφσκι (1983), που λέει σε μια σκηνή του ακριβώς το:
Μία σταγόνα συν μία σταγόνα
Δεν κάνουν δύο σταγόνες,
Αλλά μία σταγόνα πιο μεγάλη.
(Νοσταλγία)[iv]
Στο συγκεκριμένο, λοιπόν, αφήγημα, στην ‘‘προμετωπίδα’’ του, ως επικεφαλίδα της αρχικής του σελίδας, υπάρχουν οι αριθμοί :
0, 1, 1, 2, 3, 5, 8, 13, 21, 34, 55, 89, 144,….. κ.ο.κ.
Το κ.ο.κ. δεν το βάζει ο συγγραφέας. Είναι δικό μου. Θέλω να δείξω ότι οι αριθμοί αυτοί συνεχίζονται επ’ άπειρον με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο που μας έδωσε με τον τύπο του ο Leonardo Fibonacci.[v] Είναι, δηλαδή, και η κρυφή προσδοκία μου, με αυτό το κ.ο.κ., να παρακινηθεί ενδεχομένως ο Ψ, ως ο πρωταγωνιστής δημιουργός του συγκεκριμένου πεζού, να το προχωρήσει και να το εμπλουτίσει και με περεταίρω παραγράφους, που υπακούν στην ίδια ακολουθία αριθμών. Δηλαδή, να μας δώσει και μια παράγραφο με 89+144=233 λέξεις, και μετά με 144+233=377 λέξεις, και πάει λέγοντας. Ήδη έκανα υπαινιγμό, τι λέει αυτός ο τύπος; Λέει ότι έχουμε μια ακολουθία αριθμών (Φν), όπου το ν διατρέχει όλους τους φυσικούς αριθμούς 0, 1, 2, 3, 4, ……. κλπ., οπότε οι όροι της ακολουθίας θα είναι με τη σειρά οι ακόλουθοι:
Φ0, Φ1, Φ2, Φ3, …. Φν, Φν+1, …
με πρώτο όρο της ακολουθίας το Φ0 = 0, δεύτερο όρο της το Φ1=1 και όλοι οι επόμενοι όροι της, με το ν να παίρνει πια τιμές από 2 και πάνω, σχηματίζονται από την αναδρομική σχέση:
Φν = Φν-1 + Φν-2.
Χρησιμοποιήσαμε ως γράμμα το Φ για τους όρους της συγκεκριμένης ακολουθίας από το αρχικό γράμμα του ονόματος Φιμπονάτσι. Διεθνώς χρησιμοποιούν το λατινικό F. Εύκολα μπορεί κάποιος να δει ότι οι όροι της ακολουθίας αυτής είναι οι αριθμοί που μας δίνει ο συγγραφέας ως προμετωπίδα στην αρχική σελίδα του μικρού πεζού του. Οι εφαρμογές της στη φύση, στην επιστήμη και στην τέχνη (ζωγραφική, αρχιτεκτονική κλπ.) της ακολουθίας Φιμπονάτσι είναι πάρα πολλές. Έχουν σχέση με τον τρόπο που βγαίνουν τα φύλλα σε κάποιο κλωνάρι, με τους μίσχους σε ένα φυτό, έχουν σχέση με τον λεγόμενο χρυσό αριθμό φ που προκύπτει από τη λύση της εξίσωσης που εκφράζει αλγεβρικά τη Χρυσή τομή στην Ευκλείδεια γεωμετρία. Πάρα πολλές ανάλογες εφαρμογές διαπιστώνονται π.χ. στις σπείρες που είναι τοποθετημένοι, από τη γέννησή τους, οι σπόροι στα ηλιοτρόπια, στις σπείρες σε μια αγκινάρα κ.α. Δεν επεκτείνομαι στο θέμα, γιατί θα ξέφευγε από τον στόχο του κειμένου αυτού, που είναι μια απλή προσέγγιση του βιβλίου ΕΛΓΚΑΡ του Κυριακίδη. Το αφήγημα με τον τίτλο Ψ, που υπακούει στον τύπο της ακολουθίας Φιμπονάτσι, είναι βασισμένο σε τεχνικές και σκέψεις που ευρέως χρησιμοποίησε η ομάδα OULIPO. Και επειδή ίσως δεν είναι γνωστή σε πολλούς αυτή η ομάδα, ίσως και εδώ θα ήταν αναγκαία μια παρέκβαση για να γίνει κατανοητό ότι το συγκεκριμένο αφήγημα Ψ του Αχιλλέα Κυριακίδη στον τρόπο συγγραφής αυτής της ομάδας αναφέρεται. Το αποφεύγω, ωστόσο, πάλι για την οικονομία του κειμένου. Θα πω, ωστόσο, ότι μπορεί ο/η κάθε ενδιαφερόμενος/η να βρει στοιχεία είτε στο διαδίκτυο είτε σε ανάλογα δημοσιεύματα που υπάρχουν για το θέμα αυτό. Στο βιβλίο ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ[vi] υπάρχει μια ενότητα για τη γέννηση και την πορεία του OULIPO. Μάλιστα πρόσφατα, στο 2022, κυκλοφόρησε και η σχετική ομιλία με θέμα το Oulipo, που εκφώνησε ο Αχιλλέας Κυριακίδης κατά την τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο Διδάκτορα στο Τμήμα της Γαλλικής Φιλολογίας του ΑΠΘ.[vii]
Εντελώς συνοπτικά θα πω ότι στις 24 Νοεμβρίου του 1960, στη Γαλλία, o Raymond Queneau σε συνεργασία με τον Francois Le Lionnais ιδρύουν μία ομάδα πειραματικής λογοτεχνίας. Η ομάδα αυτή είναι γνωστή ως Εργαστήρι Δυνητικής Λογοτεχνίας. Πιο γνωστή είναι με το όνομα OULIPO (Ouvroir de Littérature Potentielle). Κοινό τους όνειρο ήταν να δουλεύουν μαζί μαθηματικοί και συγγραφείς. Πυρήνας, λοιπόν, του εγχειρήματος ήταν η υλοποίηση αυτού του ονείρου, σε μια προσπάθεια να παραχθεί και να προκύψει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη λογοτεχνία, με την αξιοποίηση διάφορων επιστημονικών μεθόδων. Η όλη προσπάθεια αρχικά ονομάστηκε S.L.E. (Séminaire de Littérature Expérimental). Πολύ σύντομα, όμως, το S.L.E. μετατρέπεται σε OLIPO, μια και στόχος ήταν να δείξουν ότι δεν πρόκειται ούτε για σεμινάριο ούτε για πειραματική λογοτεχνία. Στις 13 Φεβρουαρίου 1961, ο εκ των ιδρυτικών μελών Emmanouel Peillet (ψευδώνυμο Latis), αποφασίζει να προσθέσει στο Ο και το δεύτερο γράμμα της λέξης, το U. Έτσι προέκυψε το όνομα Oulipo.
Ο εκ των ιδρυτών R. Queneau, σχολιάζοντας τον τίτλο της ομάδας, παρατηρεί:
“Η λέξη «δυνητική» αναφέρεται στην ίδια τη φύση της λογοτεχνίας. Αποκαλούμε δυνητική λογοτεχνία την έρευνα των μορφών, των νέων δομών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους συγγραφείς κατά τρόπο που οι ίδιοι επιθυμούν”.
Είναι πολύ δύσκολο να δοθεί ένας σαφής ορισμός για το τι είναι το Oulipo, πάντως. Στα τρία μανιφέστα της ομάδας διατυπώνονται διάφορες προτάσεις που εξειδικεύουν διάφορες πτυχές λειτουργίας της ομάδας. Διαμορφώνεται έτσι ένα πλαίσιο απαιτήσεων προς τα μέλη της ομάδας, παρακάμπτοντας κάθε διάθεση για ορισμό του έργου τους.
Ορισμένες, λοιπόν, από τις τεχνικές των ουλιπιανών είναι οι παρακάτω (απλώς τις αναφέρω): α) Λιπόγραμμα, β) Μετατροπή σε Haiku, γ) S+7: παραγωγή ενός νέου κειμένου με την αντικατάσταση κάθε ουσιαστικού με ένα άλλο που βρίσκεται εφτά ουσιαστικά παρακάτω σε ένα οποιοδήποτε λεξικό, κ.ο.κ., δ) Συνδυαστική ανάλυση, ε) Διακλάδωση, στ) Καρκινική ανάγνωση, ζ) Περιορισμός της “χιονόμπαλας”: πρόκειται για ποιήματα στα οποία η πρώτη λέξη στην πρώτη στροφή αποτελείται από ένα γράμμα, η δεύτερη από δύο, η τρίτη από τρία κ.ο.κ. «Μία χιονόμπαλα που λιώνει» συνίσταται σε ένα ποίημα, του οποίου η πρώτη στροφή αποτελείται από μία λέξη από ν γράμματα και έπειτα, σε κάθε στροφή, μειώνεται και ένα γράμμα, μέχρι να φτάσουμε στην τελευταία, η οποία αποτελείται από ένα μόνο γράμμα, η) Ταυτόγραμμα: Είναι ουσιαστικά μία ιδιαίτερη περίπτωση παρήχησης, εφόσον πρόκειται για ένα κείμενο του οποίου οι λέξεις ξεκινάνε από το ίδιο γράμμα, θ) Προσδιοριστική Λογοτεχνία: Σε ένα κείμενο που έχουμε, αντικαθιστούμε την κάθε λέξη του με το σημαινόμενό της από το λεξικό. […]
Είδαμε ότι η ομάδα αυτή δημιουργήθηκε από Γάλλους αρχικά, αλλά ακολούθησαν τις αρχές της για τη συγγραφή, στη συνέχεια, κι αρκετοί άλλοι και από άλλες χώρες. Δηλαδή, εξαπλώθηκε και αλλού ως ένα ιδιόμορφο λογοτεχνικό κίνημα. Έτσι ερμηνεύεται το απόσπασμα του συγκεκριμένου αφηγήματος του ΕΛΓΚΑΡ, που λέει:
[ …] Καλύτερα ένα και μόνο κείμενο, μικρό ή μεγάλο, που οι παράγραφοί του, ακολουθώντας τις επιταγές μιας μαθηματικά ελεγχόμενης αλληλουχίας ή ενός μαθηματικά τεκμηριωμένου λογικού παραδόξου, θα του προσέδιδαν μια σιδηρά αλλά αδιόρατη πειθαρχία, καθώς και την οικονομία που τόσο κραυγαλέα απουσιάζει από αδόλεσχα μυθιστορήματα, μα ποιον θα μπορούσε να ενδιαφέρει ένα τέτοιο ακροβατικό εγχείρημα, ποιον να κεντρίσει πέρα από κάποιον κριτικό που, έστω ότι εντόπιζε το εύρημα, θα το στιγμάτιζε ως τεχνική πιρουέτα, ως έργο υπομηδενικής συναισθηματικής θερμοκρασίας, και νά ξανά το μηδέν, ίσως το σπουδαιότερο επινόημα των μαθηματικών, γυρίζει πίσω στην αρχική του σκέψη ο κύριος Ψ, ώριμος να τολμήσει, γιατί δηλαδή μόνο οι Γάλλοι, αποφασίζει να γράψει ένα πεζό που υπογείως θα το διέπει η ακολουθία του Φιμπονάτσι, ο αριθμός των λέξεων κάθε παραγράφου θα είναι ίσος με το άθροισμα των λέξεων των δύο προηγούμενων παραγράφων, χτυπιέται όλη μέρα, δεν τα καταφέρνει.
Συνοψίζοντας τα προηγούμενα λέμε ότι το ‘ψ Εν αριθμώ’ στο ΕΛΓΚΑΡ του Αχ. Κυριακίδη είναι τυπικό παράδειγμα αφηγήματος που αναφέρεται στον τρόπο γραφής της ομάδας Oulipo. Και μάλιστα με εξαιρετικό τρόπο ο συγγραφέας σχολιάζει, κατά έμμεσο τρόπο, τη διασύνδεση συγγραφής ενός λογοτεχνικού έργου με δομή μαθηματική με τα ερωτήματα του Ψ προς τον εαυτό του: «Μήπως κάθε μυθοπλασία δεν είναι παρά ένα θεώρημα; Μήπως δεν είναι μια προσωπική θεωρία πραγματικότητας που δεν επιδέχεται απόδειξη; Μήπως δηλαδή κάθε απόδειξή της ενυπάρχει στην ίδια την αυθαιρεσία της (…);» Κι ακόμα, με την καταληκτική δήλωση αδυναμίας του Ψ να καταφέρει να γράψει ένα πεζό που να υπακούει στον αναδρομικό τύπο της ακολουθίας Φιμπονάτσι, εκφράζει και τις δυσκολίες συγγραφής με τον τρόπο αυτό, δυναμικά, αν συγκρίνουμε αυτόν τον τρόπο γραφής με αυτό που το ονομάσαμε πιο πριν ως Περιορισμό της χιονόμπαλας. Μόνο που εδώ η χιονόμπαλα μεγαλώνει από τη μία λέξη στην αρχή κι ακόμη μία στη συνέχεια, και μας δίνει δυο λέξεις, και μετά τρεις, και μετά πέντε λέξεις κλπ., μέχρι να καλυφτούν όλοι οι αριθμοί της προμετωπίδας του συγκεκριμένου πεζού: 0, 1, 1, 2, 3, 5, 8, 13, 21, 34, 55, 89, 144,…..
Δε μας μένει παρά να ευχηθούμε στον φανταστικό (ή όχι τόσο φανταστικό) Ψ να το καταφέρει κάποτε να προχωρήσει και σε επόμενες παραγράφους με τους επόμενους αριθμούς της ακολουθίας Φιμπονάτσι, αφού ούτως ή άλλως ήδη το άρχισε πετυχημένα! Θα είναι, τελικά, ένας λογοτεχνικός άθλος το πόνημά του! Κι εδώ ο Ψ δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον συγγραφέα.
ddd
-
2. Για το ‘‘ω (και Α) Παράλληλη δράση’’
Ας δούμε, τώρα, το τελευταίο αφήγημα του βιβλίου, αυτό με τίτλο ‘‘ω (και Α) Παράλληλη δράση’’. Θέλω να σημειώσω τη συγκυρία της σύμπτωσης του χρόνου αυτής μου της γραφής με δυο άλλα πρόσφατα σχετικά γεγονότα.[viii] Καταγράφονται στην υποσημείωση ως πρώτα θέματα των ειδήσεων των ημερών. Κατά μία ανάγνωση, ίσως τα γεγονότα αυτά εμπίπτουν στη θεματολογία, ως προς το περιεχόμενό τους, αλλά και ως προς τον τρόπο παρουσίασης από τον Αχιλλέα Κυριακίδη ανάλογων τραγικότατων στιγμών, που μορφοποιούν την τελευταία αυτή παραλλαγή στο ΕΛΓΚΑΡ, που σχολιάζω εδώ.
Ο συγγραφέας επεξεργάζεται το υλικό του, τις λέξεις και φράσεις που χρησιμοποιεί με μια γραφή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί κατά κάποιον τρόπο ως υπερρεαλιστική. Αλλάζει τους ρόλους των ανθρώπων που περιγράφει, χρησιμοποιεί τους χρόνους με ευκολία πηγαίνοντας από το παρελθόν στο παρόν και αντίστροφα, μας υποβάλλει να σκεφτούμε εικόνες φανταστικές από έντονα τραγικές καταστάσεις της πραγματικότητας. Τραγικά πάθη εξιστορεί με εκείνο το αποτρόπαιο συμβάν, που έχει καταχωρηθεί στη μνήμη μας ως «ΘΥΡΑ 7». Και κατά παράξενο τρόπο η περιγραφή βγαίνει τραγικά προφητική και για άλλα συμβάντα σε χρόνια μετέπειτα από το αποτρόπαιο εκείνο γεγονός. Αναφέρομαι και στα των τελευταίων ημερών συμβάντα, και σε προηγούμενα ανάλογα· αυτά που οι πρόσφατες ή και παλιότερες ειδήσεις μας έφεραν στην επιφάνεια. Τραγική εικόνα ο πρόσφατος φόνος ανεξήγητης οπαδικής βίας, με φονικά μέσα σαν εκείνο που είχε ο Θάνατος στην Έβδομη σφραγίδα του Μπέργκμαν, στη σκηνή του Χορού του Θανάτου, όπου μπροστά αυτός κραδαίνει, σκεπασμένος με τη μαύρη κουκούλα του, το φονικό δρεπάνι του και πίσω χέρι-χέρι τον ακολουθούν όσοι τους πήρε τη ζωή. Δεν είναι τυχαίο, νομίζω, που και σε άλλο πεζό του, στο ε Ακροατής, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί για άλλο λόγο διάλογο του Ιππότη με τον Θάνατο από την ίδια ταινία του Μπέργκμαν. Σε θέματα σαν αυτά θα μπορούσαμε να πούμε ότι κινείται το μυαλό του Αχιλλέα Κυριακίδη σε κάποια από τα πεζά του βιβλίου του.
Θα προσπαθήσω, με όση ψυχραιμία μπορώ, να τεκμηριώσω τις προηγούμενες διατυπώσεις μου σε σχέση με το αφήγημα ‘‘ω (και Α) Παράλληλη δράση’’. Μιλάει για θάνατο και χρησιμοποιεί -σε αντίθεση με το επίδικο- φράσεις και διαλόγους που συνήθως ακούμε σε αίθουσες τοκετών μαιευτηρίου, όπου γεννιέται νέα ζωή. Σε αντίθεση με κείνη τη μέρα της 8ης του Φλεβάρη του 1981. Από την πρώτη στιγμή το μυαλό του αναγνώστη, διαβάζοντας τους διαλόγους του, πηγαίνει σε χώρους μαιευτηρίων. Κι όταν φτάνει στο τέλος της ανάγνωσης, νιώθει την ικανοποίηση για τη σκέψη του αυτή, αφού και ο ίδιος ο συγγραφέας κλείνει το πεζό δίνοντάς του ακριβή χρόνο και τόπο, ως έγγραφο μιας ληξιαρχικής πράξης θανάτου και ταυτόχρονα βάπτισης, και αντίστροφα:
Στάδιο Καραϊσκάκη
Μαιευτήριο Νέου Φαλήρου
8 Φεβρουαρίου 1981
16,58΄/ 17.03΄
Παλιό Φάληρο, λοιπόν, ώρα 16.58΄/17.03΄. Εκεί και τότε η ζωή έφευγε, ανήμπορη να ανασάνει. Ασφυκτιούσε. Πνιγόταν. Καταπατιόταν. Όπως ασφυκτιούσαν και ένιωθαν την έλλειψη του αέρα, του ζωτικού οξυγόνου, για να ανασάνουν, οι έμπειροι αναρριχητές – έτσι λέει το μικρό πεζό αφήγημα: έμπειροι αναρριχητές!- που περιγράφονται με την πρώτη του, κιόλας, πρόταση: « Ανεβαίνω το βουνό με βραδύτητα έμπειρου αναρριχητή. Με κάθε άνοδο ο αέρας λιγοστεύει. Οικονομία στις εισπνοές. Πάρτε μια βαθιά ανάσα, ύστερα κοφτές όπως σας έμαθαν». Έτσι ακριβώς παροτρύνονται να αναπνέουν και οι επίτοκες γυναίκες στα μαιευτήρια, μέχρι να βγει το παιδί. «Πάρτε μια βαθιά ανάσα, ύστερα κοφτές όπως σας έμαθαν!» Και συνεχίζει το κείμενο: «Γύρω βυθίζονται αμέριμνοι ορειβάτες που δεν έφτασαν. Κάποιοι κουράζονται και λένε εδώ ώς εδώ αλλά το τέλος είναι πάντα εκεί». Άλλου είδους ορειβάτες εκείνοι που καταβυθίζονταν από τις κερκίδες του Καραϊσκάκη, άλλου είδους οι εμπειρότατοι αναρριχητές που καταβυθίζονται στον γκρεμό, συχνά, με τα χιόνια, σε ορειβατικές τους εξορμήσεις. Τραγική συγκυρία για μένα να διαβάζω και να σχολιάζω το έξοχα δομημένο μικρό πεζό «ω (και Α)» και να έχω στα αυτιά μου τον απόηχο από τις πρόσφατες ειδήσεις, που σε υποσημείωση αναφέρω.
Οι ιαχές για το κάθε ένα από τα έξι γκολ του Ολυμπιακού στην ΑΕΚ και το 0 της ΑΕΚ στον Ολυμπιακό ήταν σοβαρός, κατά τα ειωθότα, λόγος για ξέφρενο πανηγύρι των παρόντων φιλάθλων της πρώτης ομάδας, και θλίψης για τους φιλάθλους της δεύτερης. Και ξαφνικά, σε κλάσματα δευτερολέπτων, οι ρόλοι και τα συναισθήματα αλλάζουν! Η θλίψη, η απέραντη θλίψη και ο σπαραγμός αντί της χαράς στους φιλάθλους της πρώτης ομάδας, που σκαρφάλωσαν σε κερκίδες για να βγουν από τη «ΘΥΡΑ 7», και μετά γκρεμός και θάνατος! Και οι ιαχές Σπρώξτε, σπρώξτε, έτσι μπράβο! Σαν πάλι και πάλι να ακούς εκείνον τον ενθαρρυντικό λόγο της μαίας προς τις γυναίκες που γεννούν, την τελευταία εκείνη κορυφαία στιγμή της εμφάνισης της νέας ζωής, μέχρι να βγει το κεφάλι του μωρού, και μετά το σωματάκι του αρτιμελές. Εδώ το «Σπρώξτε, σπρώξτε, έτσι μπράβο!» δεν έφερνε ζωή, αλλά θάνατο σκορπούσε. Θάνατο σε 21 παιδιά! Και τραυματισμούς σε πολύ περισσότερα άτομα. Φρίκη!
Το συγκεκριμένο πεζό – παραλλαγή, όπως το ονομάζει ο Α.Κ., δεν το ονόμασε τυχαία: ‘‘ω (και Α) Παράλληλη δράση’’. Δηλώνει και με τον τρόπο αυτό, κατά τη γνώμη μου, έτσι το Τέλος και την Αρχή, το Ω και το Α. Και με αυτή του την επιλογή επαληθεύεται και η ρήση του Μπόρχες ότι οι ιστορίες στην ανθρωπότητα είναι τέσσερις, τον αριθμό, και πως από εκεί και πέρα επαναλαμβάνονται και επαναλαμβάνονται ως παραλλαγές τους στο μέλλον και παντού. Και, δυστυχώς, αυτήν την επανάληψη, με άλλη μορφή, τη βιώνουμε συχνά. Τη βιώσαμε και τη βιώνουμε, συχνά, φριχτή, ως προς τις συνέπειές της, ως Παράλληλη δράση.
Πριν φτάσω στο τέλος αυτού του σχολίου για τα συναισθήματα, που με αριστοτεχνικό τρόπο μας δημιουργεί ο Αχιλλέας Κυριακίδης και με το τελευταίο του αυτό αφήγημα του ΕΛΓΚΑΡ, επικαλούμαι μια άλλη του σκέψη διατυπωμένη σε άλλο του βιβλίο. Έχω πει πιο πάνω για τον ΄θάνατο του συγγραφέα΄ κατά τον Ρολάν Μπαρτ. Στην εισαγωγή του στο βιβλίο Χ.Λ. Μπόρχες ΑΠΑΝΤΑ ΠΕΖΑ,[ix] που τη μετάφρασή τους μας έδωσε ο Αχιλλέας Κυριακίδης, γράφει για το θέμα αυτό συμπερασματικά, αναφερόμενος στο έργο του σπουδαίου Αργεντινού:
[ …] … η απάντηση στο συνήθως σκωπτικό ερώτημα: «Τι θέλει να πει ο ποιητής;» είναι: «Τίποτα». Το ρήμα έχει γίνει απρόσωπο, δεν επιδέχεται υποκείμενο. Το μόνο που υπάρχει είναι η γραφή, το αισθητικό-λογοτεχνικό γεγονός που, εκ μόνης της υπάρξεώς του, ακυρώνει κάθε βούληση και νομιμοποιεί κάθε ερμηνεία. Μ’ άλλα λόγια, όλα τα νοούμενα, συν-νοούμενα και υπο-νοούμενα του κειμένου συγκλίνουν, συντρέχουν και συγκροτούνται σε έναν γεωμετρικό τόπο: τον αναγνώστη. «Το αντίτιμο της γέννησης του αναγνώστη», λέει ο Μπαρτ, « είναι ο θάνατος του συγγραφέα». (Λιγότερο « μακάβριος», αλλά εξίσου καίριος, ο Κρίστιαν Γκρέινβιλ έχει γράψει: «Όταν ο αναγνώστης δημιουργεί, ο συγγραφέας σωπαίνει».) Αφού, λοιπόν, δεν «υπάρχει» συγγραφέας, μπορούμε κάλλιστα να αγνοήσουμε ή να παρακάμψουμε τη βιογραφία του. Κάθε μυθοπλασία συναρθρώνει έναν αυτοβιογραφικό λόγο, με τη διαφορά ότι αυτό το curriculum vitae αφορά στο ίδιο το κείμενο ή, μάλλον, σε καθεμία από τις –ισάριθμες με τους αναγνώστες του- εκδοχές του κειμένου. Ο συγγραφέας «πεθαίνει» κάθε φορά που διαβάζεται το κείμενό του· δηλαδή, κάθε φορά που, σαν τη μέλισσα, κεντρίζει τον αναγνώστη. Με αυτή την έννοια, κάθε κείμενο είναι μεταθανάτιο. Ο Πολ Ρικέρ, σε μια γλαφυρή διατύπωση του παραδόξου(;) πάνω στο οποίο ανεγέρθηκε το ζιγκουράτ του μεταμοντέρνου, έγραψε ότι, κάθε φορά που διάβαζε ένα βιβλίο, προτιμούσε να φαντάζεται ότι ο συγγραφέας του είχε πεθάνει. [ …]
Κλείνει την εισαγωγή του γράφοντας: « Ξαναγυρίζω στο λαβύρινθο εφ’ ω ετάχθην: αν κάτι μου δίδαξε ο Μπόρχες, δεν είναι πώς να βγω απ’ το λαβύρινθο, αλλά πότε (και, κυρίως, πώς) να παραδεχτώ ότι χάθηκα». Ναι, ο Α.Κ. με τον τίτλο ‘‘ω (και Α)’’ , δηλαδή από το Τέλος στην Αρχή, και με την αέναη επανάληψη των παραλλαγών στο ίδιο ή σε παραπλήσια θέματα που είναι οι κεντρικές ιδέες των εννοιών και των λέξεων: ζωή, μοναξιά, μελαγχολία, θάνατος, αγάπη έστω και από τον φόβο της μοναξιάς ή και αγάπη, αγάπη(!) γυρίζει στον λαβύρινθό του, στο διαρκές κομποσκοίνι του -μεταφορικά, εδώ, η λέξη-, κι εμείς να τον αφήσουμε να επιστρέψει στα «ἐφ’ οἷς ἐτάχθη» και να μας δίνει νέα του δουλειά και νέες αναγνωστικές απολαύσεις. Συνεπώς, για κανένα λόγο, ως επαρκής θέλω να πιστεύω αναγνώστης πολλών έργων του Αχιλλέα Κυριακίδη, παρότι αυτενεργώ συχνά και ίσως βάζω στα κείμενά μου σκέψεις που δεν ταυτίζονται απόλυτα ή και καθόλου με ανάλογες σκέψεις του δημιουργού συγγραφέα, για κανένα λόγο δε συμμερίζομαι τη μακάβρια λέξη «θάνατος» αν και μεταφορικά υπάρχει στη ρήση του Μπαρτ. Προτιμώ να υπάρχουν και να συνδιαλέγονται με τον αναγνώστη τους, πάντα δραστήριοι και ζωντανοί, οι συγγραφείς, για να μας χαρίζουν απλόχερα την αναγνωστική απόλαυση με το έργο τους. Και πριν πάω στον επόμενο, πρόσθετο επίλογο, μια και θα φύγω από τα σχόλια στο ΕΛΓΚΑΡ, πιστεύω ότι όσοι και όσες δεν έτυχε να πιάσετε στα χέρια σας το βιβλίο αυτό του Αχιλλέα Κυριακίδη ( ΕΛΓΚΑΡ ), για να δείτε από πρώτο χέρι τη δομή και τη γραφή του, έχετε χάσει για την ώρα αυτήν την αναγνωστική απόλαυση για την οποία εδώ γράφω.
ddd
Και ένας ίσως μη αναγκαίος, αλλά συναφής τραγικός επίλογος
Αντί επιλόγου ένα επιπλέον σχόλιο δικής μου γραφής για το θέμα. Το συνδέω, θέλοντας και μη, με τον αποτρόπαιο άδικο και σκληρό θάνατο των 21 ατόμων και τον τραυματισμό πολύ περισσότερων στο γήπεδο Καραϊσκάκη, τότε, στις 8 Φεβρουαρίου 1981. Την αφορμή μού την έδωσε η αναφορά στο βιβλίο του Αχιλλέα Κυριακίδη με το τελευταίο του πεζό στο ΕΛΓΚΑΡ. Ανέσυρα από τα αρχεία μου -σ’ ένα παλιό σημειωματάριο ξεχασμένο- ένα σχετικό μου ποίημα από τότε. Αδημοσίευτο έως τώρα. Με παρακίνησε, λοιπόν, το αριστοτεχνικό «ω (και Α)» του Αχιλλέα Κυριακίδη να το ανασύρω από εκεί, και με αυτό ως επίλογο να κλείσω το κείμενό μου αυτό. Το γεγονός που περιγράφει, το σχολίασα ήδη. Μας κόβει την ανάσα. Μας πνίγει. Ασφυκτιούμε κι εμείς μαζί με τους υποτιθέμενους πρωταγωνιστές του, που τότε καθόλου υποτιθέμενοι δεν ήταν. Είχαν όλοι τους ταυτότητα και ζωή! Ασφυκτιούμε όλοι μας ξαναφέρνοντας στο μυαλό εκείνη την εικόνα, που με τον τρόπο αφηνιασμένης αγέλης εκείνα τα 21 παιδιά, στη «ΘΥΡΑ 7», κι εκείνοι οι εκατοντάδες υπόλοιποι κατέβαιναν σπρωγμένοι, από όσους άμυαλα τους ακολουθούσαν· σπρώχνοντας κι αυτοί τους μπροστινούς τους κατά κύματα, σε κείνη την τρικυμισμένη -και με τρικυμία στο μυαλό!- ανθρωποθάλασσα, με ιαχές …Σπρώξτε, σπρώξτε και ντου,… και επιφωνήματα χαράς, τάχα για τη μεγάλη νίκη, και βογγητά απελπισίας, βρισιές κάθε είδους, και επιφωνήματα απόγνωσης, βαδίζοντας, πατείς με πατώ σε, προς την κλειδωμένη «ΘΥΡΑ 7». Σε εισαγωγικά τη βάζω από τότε. Μνημείο της σκέψης, αποτρόπαιο! Το γεγονός μας στοίχειωσε όλους. Κι ας μην ήμασταν παρόντες. Κι ας ήμασταν χιλιόμετρα μακριά, σε άλλες πόλεις, ενδεχομένως, και σε άλλες συνοικίες.
Ως αποτέλεσμα εκείνου του έντονου ψυχικού συγκλονισμού ήταν και το ξεχασμένο ποίημα που παραθέτω. Ήταν η αυθόρμητη καταγραφή της απέραντης εκείνης θλίψης, της απέραντης οργής μου. Κι ας βρισκόμουν χιλιόμετρα πολλά μακριά από τον φυσικό χώρο, όπου έλαβε χώρα το αποτρόπαιο εκείνο, ματωμένο γεγονός.
«Η ΘΥΡΑ 7» [x]
Στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει
Στα γήπεδα η Ελλάδα σπρώχνεται,
Μαλώνει, τσαλακώνεται, αιμορραγεί
Ουρλιάζει και ποδοπατιέται
Κάποτε χάνεται· στα γήπεδα πεθαίνει!
Η «ΘΥΡΑ 7» καινούριο άγριο σύνθημα
Στα στενοσόκακα, στους τοίχους των σπιτιών
Και στων σχολείων τις αυλές. Παντού!
Σύνθημα στα συλλαλητήρια η «ΘΥΡΑ 7»
Σκληρό συμβάν και αποτρόπαια φριχτό
Μια νέα στη ζωή πραγματικότητα.
Γράφει γι’ αυτό ο τύπος κι έγραψε
Κι η τηλεόραση στις εκπομπές της μίλησε
Ανάγλυφα το δράμα δείχνουν οι ειδήσεις.
Πονέσαμε πολύ, παγώσαμε
Μάρμαρο η καρδιά μας· και οργή
Μάνες, αδέλφια, πατεράδες έκλαψαν, κλαίνε
Σε τέτοιον άδικο χαμό, ψυχρός ποιος μένει;
Σε τέτοια ξέφρενη κι ανόητη νιάτων σπατάλη
Τόσων ζωών στο αίμα, χύμα
Ονείρων τόσων στα συντρίμμια!
Οι δικαστές το ψάχνουν, λέει
Ευθύνες να μοιράσουν, λέει. Ναι
Αν ήτανε κλειστή η «Θύρα 7» ή ανοιχτή
Κι εμείς λέμε και ξαναλέμε, απορημένοι:
Κι αν ανοιχτή ή κι αν κλειστή, ακόμα, που ήταν
Ποτέ ζωές για χάσιμο δεν περισσεύουν!
Δε φταίει αν κλειστή ή ανοιχτή η θύρα ήταν
Μόνο του αυτό δεν φταίει!
Αυτοί που έκαναν έτσι στα γήπεδα
Ν’ αναστενάζει η Ελλάδα, αλόγιστα
Αυτοί είναι που φταίνε. Όλοι αυτοί!
Λάρισα, 8 Φεβρουαρίου 1981 (βράδυ).
Από τότε μέχρι σήμερα η βαρβαρότητα συνεχίζεται, από καιρό σε καιρό, δυστυχώς! Συχνά, μετά από αγώνες, καίγονται αυτοκίνητα, ομάδες αντίπαλες χούλιγκαν δίνουν ραντεβού ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, τάχα. Συχνά τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων αναφέρονται σε τέτοιες βλακώδεις συγκρούσεις και συμπλοκές, τάχα, φιλάθλων.
Ζητώ την κατανόηση γι’ αυτή μου την τελευταία προσθήκη σ’ ένα κείμενο που το άρχισα, για το εξαιρετικής γραφής τελευταίο βιβλίο του Αχιλλέα Κυριακίδη (που το προτείνω προς ανάγνωση σε όλους, ανεπιφύλακτα ) και ένιωσα την ανάγκη να το τελειώσω έτσι, με ένα προσωπικό μου κείμενο, ως επίλογό του, συναφούς περιεχομένου, πιστεύω, με το τελευταίο πεζό του ΕΛΓΚΑΡ.
Μαρούσι, 10 Φεβρουαρίου 2022