– Στο τελευταίο βιβλίο σας για παιδιά «Η Ξένη στον Ρήνο» πραγματεύεστε, μεταξύ άλλων, το θέμα του «Τι είναι πατρίδα;» μέσα από τα μάτια ενός μικρού κοριτσιού. Τι είναι η πατρίδα στα δικά σας μάτια;
-Πατρίδα είναι η οικογένεια μας, ιστορία μας , η κουλτούρα, οι μνήμες, οι μυρωδιές , είναι η αγάπη και ο σεβασμός στον τόπο. Πατρίδα είναι οι φίλοι μας. Ο τόπος που μας αγκαλιάζει και εμείς τον αναζητάμε. Είναι ο ομφάλιος λώρος της ζωής μας. Αυτή που οδηγεί τα βήματα μας, την περπατησιά στην ζωή. Πατρίδα είναι η αγκαλιά για μας και για τους άλλους τους κατατρεγμένους.
– Στην «Ξένη στον Ρήνο» υπάρχει έντονα το ζήτημα της ταυτότητας σε συνδυασμό με τη μετανάστευση και τις νέες πατρίδες. Πιστεύετε ότι η μετανάστευση ενός παιδιού μαζί με την οικογένειά του συνιστά ένα τραύμα ή μια ευκαιρία, και υπό ποιες προϋποθέσεις;
-Το βέβαιο είναι πως είναι ένα τραύμα για όλα εκείνα τα παιδιά που φεύγουν σε ηλικία που έχουν δεθεί με τους ανθρώπους και τον τόπο που γεννήθηκαν και ξεκινούν την ζωή τους. Από την άλλη για πολλούς το φευγιό αυτό, ο αναγκαστικός αποχωρισμός, μπορεί να είναι η αρχή για ένα καλύτερο μέλλον. Πάντα όμως αυτή η τραυματική εμπειρία θα είναι εκεί και θα τους πληγώνει. Σίγουρα όμως όταν η πατρίδα δεν σου δίνει αυτά που πρέπει δεν μπορείς να μένεις αμέτοχος και να υποτάσσεσαι στη φτώχια και στο μαύρο μέλλον. Άρα, μαζί με τα όποια τραύματα της ξενιτιάς, όταν επιλέξει η οικογένεια να ριζώσει αλλού τα παιδιά πρέπει να προσπαθήσουν και να αποδεχτούν τη νέα πραγματικότητα κουβαλώντας μέσα τους όλα όσα είναι για αυτούς η πατρίδα που άφησαν πίσω. Φυσικά θα βοηθήσει πολύ κάθε παιδί αν το νέο, η νέα πατρίδα, που επέλεξε η οικογένεια τούς παρέχει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εξέλιξης, όπως και αποδοχή από τους άλλους.
– Η μητέρα της Περίνας στο βιβλίο του Εκτόρ Μαλό «Με οικογένεια», λέει στην κόρη της λίγο πριν φύγει από τη ζωή «Να φροντίσεις να σ’ αγαπήσουν γι’ αυτό που είσαι. Την αγάπη δεν την απαιτείς, την κερδίζεις», η δική σας ηρωίδα, η μικρή Ξένη, ποια είναι;
-Η Ξένη είναι μια εντεκάχρονη που, όπως εκατοντάδες σαν και αυτήν νέα παιδιά που τα τελευταία χρόνια της κρίσης έφυγαν με τις οικογένειες τους σε άλλες χώρες αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον, που πιστεύει βαθιά μέσα της και συγχρόνως φωνάζει τόσο στη μητέρα της, αλλά και στον εξαφανισμένο πατέρα πως: «Για μένα η πατρίδα είναι η ρίζα που έμεινε πίσω. Αυτή που δεν μπορώ να κόψω. Από την άλλη όμως ίσως να κατάφερνα να την απλώσω, να τη διατηρήσω τρυφερή και εύπλαστη, να τη φτάσω ως εδώ στα μακρινά, τα ξένα. Ικανή να αντέχει στο διαφορετικό. Να δέχεται το άλλο, να μπερδεύεται με το νέο και να προχωρά ακόμη πιο μπροστά».
– Το βιβλίο σας δομείται με τη διαδοχή των περιπετειών της Ξένης που το έσκασε από το σπίτι και την προσπάθεια της μητέρας της να τη βρει. Γράψατε χωριστά τις δύο ιστορίες και τις ενώσατε στη συνέχεια; Πώς δουλέψατε αυτό το βιβλίο; Μιλήστε μας λίγο για τη βάσανο του συγγραφέα.
-Το βιβλίο προέκυψε από τα ταξίδια μου στην Γερμανία. Για επτά συνεχή χρόνια επισκέπτομαι ελληνικά σχολεία της Γερμανίας και τμήματα μητρικής γλώσσας. Την τελευταία τριετία έγινα δέκτης παραπόνων από παιδιά κυρίως της ηλικίας, όπως η ηρωίδα μου, η Ξένη. Ένα μόνιμο «Γιατί μας έφεραν εδώ; Τι θα κάνουμε σε μια άγνωστη χώρας Γιατί να αφήσουμε πίσω τους φίλους μας;», ήταν αυτό που έκλεινε κάθε σχεδόν εκδήλωση. Έχοντας αυτό το ερέθισμα και όταν βρέθηκα το 2017 δίπλα στον Ρήνο, σε ένα άλλο μου ταξίδι καλεσμένη στο σχολείο του Ντίσελντορφ, εκεί δίπλα στο ποτάμι είδα την ηρωίδα μου. Ένα μήνα μετά γράφτηκε δίχως διακοπή στο Σπίτι της Λογοτεχνίας στην Πάρο. Ταλαιπωρήθηκα πολύ τις στιγμές που η Ξένη κόντευε να γίνει ένα με το ποτάμι ή όταν βρέθηκε ολόκληρη μέσα στην ρίζα. Θυμάμαι πως ώρες έφευγα σε μια δική μου ρίζα που εντόπισα σε μια παραλία εκεί στον Δρυό. Θυμάμαι πως έπιανα τον εαυτό μου να νομίζει πως είναι και αυτός φυλακισμένος σε αυτή τη ρίζα. Η πρώτη λύτρωση ήρθε όταν μπήκε η τελεία και συνεχίστηκε στις πολλές διορθώσεις πίσω στη Θεσσαλονίκη.
– Ποια είναι η γνώμη σας για την πολιτική του ελληνικού κράτους για τα παιδιά που φεύγουν από την χώρα με τους γονείς τους ή που γεννιούνται στο εξωτερικό από γονείς μετανάστες; Ποια μέτρα θα μπορούσε να λάβει η πολιτεία και τι πρωτοβουλίες να αναλάβει ώστε να βελτιώσει τη ζωή τους;
-Αυτό που πιστεύω και το έχω και πει πολλές φορές είναι πως πρέπει να υπάρχουν ελληνικά σχολεία καλά επανδρωμένα και στην ώρα τους αλλά και πολιτική με χρήματα που θα επιτρέπει επισκέψεις συγγραφέων στα σχολεία. Θα εμπλουτίζει της εκεί βιβλιοθήκες με βιβλία σύγχρονης και κλασσικής λογοτεχνίας. Γιατί η ταυτότητα μιας χώρας είναι η γλώσσα της, κάτι που υπηρετεί η λογοτεχνία παντού, άρα αυτά τα παιδιά αν δεν μάθουν τη μητρική γλώσσα, δεν τη μιλούν, τότε σιγά σιγά θα ξεχάσουν και δε θα καταλαβαίνουν την πατρίδα τους. Ποτέ δεν ενδιαφερθήκαμε αληθινά για τα παιδιά της διασποράς αληθινά και έμπρακτα, μόνο όταν φέρει κάποιος ένα μετάλλιο ή διαπρέπει σε χώρους επαγγελματικούς τότε μιλούν για αυτά τα Ελληνόπουλα».
– Στην περιπέτειά της, η Ξένη συναντά στις όχθες του Ρήνου έναν αδέσποτο σκύλο και έναν σκίουρο. Πόσα κοινά έχει άραγε μαζί τους;
-Χαμένη η Ξένη, αλλά και ελεύθερη όπως ο σκίουρος και ο σκύλος. Μόνο που τόσο ο σκίουρος αλλά και σκύλος είναι εξοικειωμένα αφού βρίσκονται στο φυσικό τους περιβάλλον για αυτό και η Ξένη μένει κοντά τους. Τα εμπιστεύεται και παίρνει από τη δύναμη τους.
– «Η Ξένη στον Ρήνο» γράφτηκε στο «Σπίτι της Λογοτεχνίας» στην Πάρο, έναν χώρο φιλοξενίας συγγραφέων και μεταφραστών. Πιστεύετε ότι υπάρχουν στη χώρα μας επαρκείς υποδομές και η αναγκαία πολιτική βούληση για να στηριχτούν παρόμοια εγχειρήματα; Και ποια είναι τα οφέλη από την ύπαρξή τους;
-Υπάρχει ένα ακόμη στη Ρόδο. Και τα δύο όμως λειτουργούν γιατί τα στηρίζει η δημοτική αρχή πλέον. Άρα από την πολιτεία δεν υπάρχει κάτι αυτή τη στιγμή. Πρέπει να υπάρχουν τέτοιοι χώροι όπως υπάρχουν σε κάθε χώρα και μάλιστα με άριστες υποδομές και παροχές στους δημιουργούς, γιατί φέρνει τους ανθρώπους της γραφής και όχι μόνο, κοντά. Στους χώρους αυτούς όπως συμβαίνει σε αρκετά κέντρα του εξωτερικού, θα μπορούσαν οι συναντήσεις αυτές να έχουν και κάποιες δράσεις και ανταλλαγές απόψεων.
-Σας ευχαριστώ πολύ.
Η Έλενα Αρτζανίδου γεννήθηκε το 1964 στη Waldsassen στη Δ. Γερμανία. Στα εννιά της χρόνια, η παραμονή της στην Ελλάδα οριστικοποιήθηκε στο Μαυρονέρι του νομού Κιλκίς και αργότερα στη Θεσσαλονίκη, όπου το 1981 τελείωσε το Λύκειο της Αμερικάνικης Γεωργικής Σχολής. Είναι πτυχιούχος της Σχολής Νηπιαγωγών Καρδίτσας καθώς και του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών του Α.Π.Θ. Σήμερα ζει και εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη Θεσσαλονίκη, ενώ έχει ασχοληθεί και με τη συγγραφή χρονογραφημάτων αλλά και άρθρων που αφορούν τον πολιτισμό για την εφημερίδα “Θεσσαλονίκη – Μακεδονία” και στο free-press “Karfitsa”. Σήμερα αρθρογραφεί στο ηλεκτρονικό έντυπο www.thinkfree.gr. Από το 1996 ασχολείται με τη συγγραφή παιδικών βιβλίων.