Βιβλίο ΣΤ 30-32(σχ. 1)
-
Μετά από αυτά, στα μέσα πλέον του καλοκαιριού, έγινε ο απόπλους για τη Σικελία.[…] Οι ίδιοι οι Αθηναίοι και όσοι από τους συμμάχους τους βρίσκονταν στην πόλη κατέβηκαν την ορισμένη ημέρα ξημερώματα στον Πειραιά και επιβιβάστηκαν στα πλοία για να αποπλεύσουν. Μαζί τους κατέβηκε και όλος, θα έλεγε κανείς, ο άλλος πληθυσμός της πόλης, πολίτες και ξένοι· οι ντόπιοι ξεπροβόδιζαν ο καθένας τούς δικούς του, άλλοι φίλους, άλλοι συγγενείς, άλλοι γιους, βαδίζοντας με ελπίδες και θρήνους μαζί, επειδή αφενός θαρρούσαν ότι θα κατακτήσουν τη Σικελία, αφετέρου αμφέβαλλαν εάν θα τους ξανάβλεπαν ποτέ, όταν αναλογίζονταν σε πόσο μακρινό απ’ την πατρίδα ταξίδι στέλνονταν.
31.Την ώρα λοιπόν εκείνη, όταν πια θα αποχωρίζονταν ο ένας τον άλλον με όλους τους κινδύνους αυτής της εκστρατείας, συλλογίζονταν τα δεινά του πολέμου περισσότερο απ’ όσο όταν αποφάσιζαν με την ψήφο τους ν’ ανοίξει πανιά ο στόλος τους· ωστόσο αναθαρρούσαν από τη συγκεντρωμένη δύναμη, την οποία μαρτυρούσε το πλήθος της προετοιμασίας που έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους. Οι ξένοι πάλι και ο υπόλοιπος κόσμος είχαν πάει για να δουν το θέαμα με τη σκέψη πως πρόκειται για κάτι το εξαιρετικό και απίστευτο. Πράγματι, αυτή υπήρξε η πιο δαπανηρή και πιο επιβλητική πολεμική προετοιμασία που απέπλευσε με ελληνική δύναμη από μία πόλη από όσες είχαν οργανωθεί έως τότε. […] Το ναυτικό ετοιμάστηκε με μεγάλες δαπάνες και των τριηράρχων2 και της πολιτείας. […] Οι τριήραρχοι είχαν στολίσει με πολυτέλεια τα πλοία, και καθένας από αυτούς έδειξε τον μεγαλύτερο ζήλο για να αναδειχθεί το δικό του πλοίο ανώτερο από τα άλλα και στην ωραία εξωτερική εικόνα και στην ταχύτητα. Στο πεζικό η επιλογή των στρατιωτών έγινε από καταλόγους ελεγμένους στο ακέραιο, και αναπτύχθηκε μεταξύ τους μεγάλη άμιλλα για τα όπλα και την ατομική εξάρτυσή τους. Και συνέβη συγχρόνως, από τη μια αυτοί να διαγωνίζονται μεταξύ τους για την εκτέλεση των καθηκόντων που είχαν ανατεθεί στον καθένα τους, και από την άλλη το πράγμα να μοιάζει περισσότερο με επίδειξη δύναμης και εξουσίας προς τους άλλους ΄Ελληνες, παρά με ετοιμασία για εκστρατεία κατά εχθρών.[…] Και η εκστρατεία αυτή έγινε ξακουστή όχι λιγότερο για την εκπληκτική τόλμη της και τη λαμπρότητα της θέας της απ’ ό,τι για τη μεγάλη υπεροχή του στρατού σε σύγκριση με εκείνους τους οποίους ξεκίνησαν να κτυπήσουν, αλλά και επειδή ήταν ώς τώρα η πιο μακρινή θαλασσοπλοΐα από την πατρίδα και επιχειρήθηκε με τη μεγαλύτερη ελπίδα για μελλοντικές κατακτήσεις πέρα απ’ όσα είχαν.
-
΄Όταν επιβιβάστηκαν τα πληρώματα στα πλοία και φορτώθηκαν πλέον όλα όσα έπρεπε να έχουν μαζί τους για να ανοιχτούν στο πέλαγος, η σάλπιγγα σήμανε σιωπητήριο· όμως τις καθιερωμένες πριν από την αναχώρηση ευχές δεν τις έκαναν ξεχωριστά στο κάθε πλοίο, αλλά όλοι μαζί ακολουθώντας τα λόγια του κήρυκα, ενώ σε όλο το στράτευμα είχαν ετοιμάσει κρασί αναμειγνύοντάς το με νερό μέσα σε κρατήρες,3 και τόσο οι στρατιώτες, όσο και οι αξιωματικοί έκαναν σπονδές χύνοντας κρασί από χρυσά και αργυρά ποτήρια. Μαζί τους ευχόταν και ο υπόλοιπος κόσμος από τη στεριά, και οι πολίτες και όσοι άλλοι ήταν εκεί φίλοι των Αθηναίων. Και αφού παιάνισαν και τελείωσαν τις σπονδές, έκαναν πανιά […]