Σάντουιτς Α4
Λευκό ψωμί του τοστ αφράτο. Έχουν προσεκτικά αφαιρεθεί οι άκρες και λείπει του ψησίματος το χρώμα. Μέγεθος Α4, με την ακρίβεια φωτοτυπικής σελίδας. Τρεις τέτοιες ψωμένιες σελίδες, προσεκτικά στοιχημένες, και ανάμεσά τους φύλλα μαρουλιού, φέτες τυρί, ζαμπόν, σος μαγιονέζας. Ίσως και κάτι ακόμα που δεν φαίνεται. Λιμπιστό έδεσμα τούτο το έγγραφο με δύο λόγια.
Στο κάτω μέρος τρεις θέσεις για τις υπογραφές των συμβαλλομένων. Μία δική μου, μία του αδελφού μου και μία του αρμόδιου υπαλλήλου της υπηρεσίας.
«Να μου το φέρετε υπογεγραμμένο και τελειώσαμε» μου λέει και μου το δίνει σοβαρός ο αρμόδιος.
« Ένα θα κρατήσετε εσείς, ένα θα κατατεθεί στη εφορία και ένα θα μείνει στο αρχείο της υπηρεσίας».
Κρατάω με προσοχή το έγγραφο, καθώς είναι μαλακό, να μην διπλώσει, μην στάξει η σος στα ρούχα μου ή στο πάτωμα, μην ξεφύγει κάτι από το περιεχόμενο. Ωστόσο, μου τρέχουν τα σάλια, τόσο μοσχοβολάει και μοιάζει νόστιμο. Βιάζομαι να μπω στο αυτοκίνητο και δεν κρατιέμαι. Πριν βάλω το αμάξι εμπρός, αρχίζω με βουλιμία να το τρώγω. Με τέσσερις μπουκιές, καθώς είναι το ψωμί ολόφρεσκο και μαλακό, γλιστράει και στον ουρανίσκο μου η μαγιονέζα, έχω καταβροχθίσει το μισό. Δεν μπορώ καν να διανοηθώ ότι έφαγα κυριολεκτικά τη μισή διαδικασία, για την οποία τόσον καιρό πηγαινοέρχομαι σε τούτο το γραφείο. Αλλά υπερβαίνει την εγκράτειά μου η επιθυμία. Με μεγάλη προσπάθεια, αφήνω το υπόλοιπο Α4 στη θέση του συνοδηγού και, με τη γεύση μου σε υπέρτατη ευωχία, φθάνω στο σπίτι του αδερφού μου.
«Υπόγραψε κι εσύ» του λέω «και τελειώσαμε».
Κοιτάζει το ψωμένιο έγγραφο με απορία. «Μα λείπει το μισό, τι να υπογράψω;» με ρωτάει.
«Εδώ στο κάτω μέρος της σελίδας» λέω, σαν να είναι όλα κανονικά και όπως πρέπει.
Υπογράφει νηφάλιος. Έτσι είναι πάντα ο χαρακτήρας του αδερφού μου. Ποτέ και τίποτε δεν φαίνεται να τον ταράζει.
«Πήγαινε και θα δούμε τι θα πούνε. Αλλά μη φας και το υπόλοιπο στο δρόμο» μου λέει. «Μπορεί να μην το δέχονται έτσι, φαγωμένο. Μετά θα ετοιμάσουν καινούργιο έγγραφο και πίσω πάλι απ’ την αρχή, δεν θα τελειώσουμε άλλο».
Παίρνω το υπογεγραμμένο Α4 και φεύγω βιαστικά. Ωστόσο, με το που μπαίνω στο αμάξι, να πάλι που μου τρέχουνε τα σάλια. Μάλλον γι’ αυτό βιαζόμουνα να φύγω. Από επιθυμία να το φάω όλο. Πριν βάλω το κλειδί στη μίζα, πράγματι τρώγω και το υπόλοιπο με φούρια κι αφήνω μόνο τη λωρίδα κάτω κάτω, εκεί που μπαίνουν οι υπογραφές και οι σφραγίδες.
Νιώθω μεγάλη αγαλλίαση τώρα. Δεν πρόκειται για απλή ικανοποίηση της γεύσης. Σαν να είχα φάει ολόκληρη τη γραφειοκρατία, μέχρι κορεσμού. Σχεδόν.
«Μπορεί να το δεχτούν και έτσι φαγωμένο» σκέφτομαι, μα κατά βάθος ούτε που με νοιάζει. Ήταν τόσο απολαυστικό κι αυτό το όνειρό μου!