Η ΜΑΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΦΟΣ
Η Δήμητρα κάθεται μπροστά σ΄ ένα τραπέζι γεμάτο μεζέδες, φαγητά, πατάτες τηγανιτές και σαλάτες. Κρατά το πιρούνι άτεχνα, στον αέρα, κατά αραιά διαστήματα το κατεβάζει προς τα φαγητά και κάνει πως τρώει. Μπροστά της είναι τοποθετημένο το βαθύ πιάτο καροτόσουπας, την οποία η Δήμητρα δεν έχει καν δοκιμάσει. Την κοιτά με αποστροφή, σπρώχνει το κουτάλι πιο πέρα, δείχνει με τον τρόπο της ότι δεν την θέλει. Γρήγορα εγκαταλείπει και το πιρούνι. Στην άκρη του τραπεζιού στέκεται ένα κουτί ανοιγμένο με ένα τελευταίας τεχνολογίας smartphone. Η μητέρα της Δήμητρας, η κα Λυγερή, βάζει πάνω στο τραπέζι και την σπανακόπιτα.
Η Δήμητρα επιμένει να μην αγγίζει το φαγητό και η κα Λυγερή δείχνει να ενοχλείται. Διπλώνει τα χέρια στο στήθος και κάθεται απέναντί της. Σε λίγο σπρώχνει προς την Δήμητρα τα πιάτα και βάζει στην άκρη το ανοιχτό κουτί για να χωρέσει και το γλυκό: έκανε ένα γαλακτομπούρεκο καταπληκτικό για την κόρη της. Η Δήμητρα βλέπει τα φαγητά με απελπισία, σηκώνεται, βγάζει το κινητό από το κουτί και αρχίζει να κατεβάζει εφαρμογές με εκνευρισμό. Ασφυκτιά. Δε φτάνει που θυμήθηκε τα γενέθλια της μητέρας της, άφησε τη δουλειά της, της πήρε δώρο, της το έφερε, εκείνη αδιαφορεί εντελώς και της το δίνει πίσω. Κάθεται στην καρέκλα μπροστά στα φαγητά και τα κοιτάζει. Η Δήμητρα αφήνει επιδεικτικά το κινητό στο κουτί του και επιστρέφει στο τραπέζι. Η κα Λυγερή της λέει ότι τα γενέθλιά της ήταν δυο μήνες πριν και ότι τα ξέχασε και η Δήμητρα θυμωμένα καρφώνει το πιρούνι στο μπουρεκάκι. Η μητέρα της αδυνατεί να καταλάβει. Η Δήμητρα δουλεύει όλη μέρα, έχει τόσα πράγματα στο μυαλό της και ξέχασε την ακριβή ημέρα γενεθλίων της μάνας της. Θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα, αλλά αυτό δε σημαίνει και κάτι.
Η κα Λυγερή παίρνει τη σούπα μπροστά από τη Δήμητρα και τοποθετεί τη σαλάτα. Η Δήμητρα προσέχει τη διατροφή της και μάλλον η σούπα έχει πολύ λάδι, η σπανακόπιτα πολύ βούτυρο και οι πατάτες είναι τηγανητές. Σήμερα που η εμφάνιση είναι τόσο σημαντική δεν μπορεί αυτή να τρώει ό,τι να ΄ναι. Άλλωστε συνηθίζει πάντα να τρέφεται διαιτητικά, γιατί έχει μια τάση να παχαίνει και γι αυτό γενικά δεν επιτρέπει στον εαυτό της καταχρήσεις. Δε θα ξεχάσει κάποια μέρα τον καυγά που έκανε με τη μάνα της, επειδή εκείνη έβαλε κρεμμύδι στη φακή και απαγορευόταν το κρεμμύδι στη δίαιτα.
Η Κα Λυγερή δεν χρειάζεται το κινητό. Δεν ξέρει να το χρησιμοποιήσει και μάλλον δεν πρόκειται ποτέ να μάθει, οπότε τι να το κάνει! Της φτάνει το σταθερό και ένα άλλο που της έχουν δώσει για ώρα ανάγκης. Τη δουλειά του την κάνει και δεν θέλει άλλο. Η Δήμητρα της εξηγεί ότι ο κόσμος έχει γυρίσει 180 μοίρες και ότι δεν μπορεί αυτή να μην προσαρμόζεται. Εδώ θα βρίσκει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται, τις ώρες των λεωφορείων, συνταγές, θα μιλά με τις φίλες της, θα επικοινωνεί με κόσμο.
Η κα Λυγερή σπρώχνει το κινητό προς τα πίσω. Είναι ξεκάθαρη. Δεν θέλει την οθόνη. Η Δήμητρα χρησιμοποιεί το τελευταίο της όπλο. Της εξηγεί ότι έτσι θα βλέπει πιο πολύ τα εγγονάκια της. Η κα Λυγερή σηκώνεται από το τραπέζι, φέρνει τα σουτζουκάκια και αρχίζει να μουρμουρίζει. Η Δήμητρα ολόκληρο to χειμώνα δεν έχει χρόνο να έρθει να τη δει, να της φέρει μια φορά τα εγγονάκια της να τα χαρεί, να περάσουν όλοι μαζί -έστω και μια μέρα- κανονικά, σαν οικογένεια. Το τηλέφωνο δεν θα βοηθήσει. Δεν το θέλει.
Η Δήμητρα κοιτάζει πλάγια τα σουτζουκάκια, αναστενάζει, σηκώνεται από το τραπέζι και πλησιάζει το κινητό. Κοιτάζει μια τη μητέρα της που έχει σκύψει το κεφάλι και μια τα σουτζουκάκια. Ήταν πάντα τα αγαπημένα της! Κάνει μια στροφή, κάθεται στη θέση της, παίρνει το πιρούνι και αρχίζει να τα καταβροχθίζει με μανία, αφήνοντας έναν ήχο βαθιάς ικανοποίησης. Η Δήμητρα αναφωνεί «τέλεια, μαμά, τα σουτζουκάκια σου, μπράβο!». Βουτάει το ψωμί στο λάδι και συνεχίζει να αναστενάζει ευφρόσυνα. Περνάει στα μπουρεκάκια και χαμηλόφωνα λέει στην κα Λυγερή ότι αυτά τα μπουρεκάκια και νεκρούς ανασταίνουν. Η κα Λυγερή σηκώνει το κεφάλι, χαμογελά, σηκώνεται, πλησιάζει το ανοιχτό κουτί, παίρνει το κινητό στο χέρι και ρωτά τη Δήμητρα: «πώς ανοίγει;»…