Έχω τέσσερις λόγους να μιλώ με ενθουσιασμό για την ποιητική Συλλογή του Χάρη Μελιτά «Τέσσερις ενοχές»: είναι ποίηση αληθινή, είναι ποίηση ευφάνταστη, είναι ποίηση διορατική, είναι ποίηση ανατρεπτική. Ο ποιητής, αφενός, έχει θητεύσει στον ποιητικό χώρο με διάρκεια, αφετέρου, τον έχει ανανεώσει και τον έχει μπολιάσει με τον εύστοχο λιτό του λόγο και την ιδιοφυή του σκέψη, ώστε οι επίδοξοι μελετητές του να σιγούμε αρχικά, για την αισθητική απόλαυση, κι έπειτα να ξεσπάμε -μέσα κι έξω μας- σε χειροκροτήματα για την ποιότητά του.
Η συλλογή διακρίνεται σε τέσσερις ενότητες από εννέα ποιήματα, άλλοτε ολιγόστιχα, άλλοτε εκτενέστερα, οι οποίες υποτιτλίζονται από ρήσεις σχετικές με τους τίτλους των ενοτήτων. Κύρια θέματα που τον απασχολούν είναι ο χρόνος κι η φθορά, ο άνθρωπος και τα προβλήματά του, ο έρωτας και η Τέχνη της ποίησης.
Ενότητα 1η
Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι
Ο τίτλος προέρχεται από το ανατρεπτικό μυθιστόρημα του Όσκαρ Ουάιλντ, «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», η ιστορία του οποίου εξακολουθεί να συμβολίζει το άπιαστο όνειρο της αιώνιας νεότητας και της άφθαρτης ομορφιάς. Ο ποιητής βιώνει -και μαζί του όλοι/ες όσοι/ες τον περιτριγυρίζουμε ηλικιακά «το γήρασμα του σώματος και της μορφής» με θλίψη κι επιρρίπτει την ευθύνη από την αρχή, με ένα χαϊκού, μαεστρικά στους καθρέφτες, ένα κυρίαρχο μοτίβο στην ενότητα, σοκάροντας τη σκέψη,
«θέλω ν΄ αλλάξω
όλους τους καθρέφτες μου.
Έχουν γεράσει».
Κάποια στιγμή που ο χρόνος φαίνεται να περνά αστραπιαία ο ποιητής εξομολογείται:
«…έπεσα με τα μούτρα στο κρεβάτι…ο κόσμος όλος χώραγε στο χθες..»,
«Τώρα
που πρέπει πια να καταθέσω
το δίπλωμα οδήγησης
Τι κάνουμε;…»
μνημονεύει τα νιάτα που σηματοδοτούσαν αλκή και ριψοκίνδυνα περάματα, «…το γκάζι πατημένο στο ανέφικτο…» κι αναζητεί χρονοδιακόπτες, εκφράζοντας τα συναισθήματά του για τους παρακείμενους «πεδίο ξιπασμένων εμμονών», πάντα με επίγνωση της πορείας της ζωής «…ο διακόπτης σταθερά στον παρατατικό», κάνει προσθαφαιρέσεις, μην εννοώντας να προσθέσει· μένει στις διαιρέσεις, μάταια όμως, προσδοκώντας ένα καλό αποτέλεσμα.
«Όσο γερνάω
απεχθάνομαι το συν…
..ποντάρω στα ερείπια
μηδέν εις το πηλίκον».
Τελικά, το καλό αποτέλεσμα είναι η ίδια η γλυκόπικρη ζωή, που κάποτε χαϊδεύει τον άνθρωπο, άλλοτε, όμως, τον προσπερνά «…κάποιος στον τρίτο αιμορραγεί…». Κι έτσι ο ποιητής συμβιβάζεται, αποδέχεται και διασκεδάζει τις μικρές ή μεγάλες αλλαγές στην μορφή -και την διάθεση- «…χορεύοντας ταγκό με τις ρυτίδες», γιατί γνωρίζει πολύ καλά πως «…Γύρισε ύπουλα το φύλλο ο καιρός ποντάροντας τα ρέστα του στους νέους…».
Ενότητα 2η
Άνθρωποι και ποντίκια
Ο τίτλος προέρχεται από το βιβλίο του Τζων Στάιμπεκ «Άνθρωποι και ποντίκια», ένα ευφυές και συγκινητικό δραματουργικό έργο, μια σκληρή και βαθιά ανθρώπινη ιστορία διαψευσμένων ονείρων, που ακούμπησε την σκέψη και την ψυχή του ποιητή, τον έκανε αλληλέγγυο στον πόνο του άλλου, τον ταρακούνησε -έτσι ο ποιητής μας προϊδεάζει για το περιεχόμενο. Συγκινούμαστε μαζί του για τον άνθρωπο που υποφέρει, τον άστεγο, τον ζητιάνο, τον άνεργο που αναζητεί ένα στήριγμα να πιαστεί να ζήσει,
«…τις άστεγες ελπίδες…»,
«τον ζητιάνο στο μετρό»,
«…χωμένος στην τριμμένη καμπαρντίνα αγνώριστος ακόμα κι απ΄ τον χρόνο», ,
«Δώστε μου λίγο κόκκινο ν΄ αντέξω»,
«Ύστερα ποιες διακοπές
δυο χρόνια τώρα έχει να δουλέψει».
Και μαζί με τον ποιητή απολογούμαστε, δοκιμάζοντας
«…σαλάτα εποχής
περιχυμένη βαλσάμικο συγγνώμης»
Στο τέλος της ίδιας ενότητας ο ποιητής ηχηρά προασπίζεται την ισότητα, επαναλαμβάνοντας τον στίχο «Όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι», που αποτελεί για τον ίδιο σύνθημα, κραυγή αγωνίας, θέση και αξία, όρο απαράβατο ζωής.
Ενότητα 3η
Ανεμοδαρμένα ύψη
Η ενότητα τιτλοδοτήθηκε από το έργο της Έμιλι Μπορντέ «Ανεμοδαρμένα ύψη», ένα μυθιστόρημα όπου οι ήρωες παλεύουν με τους δαίμονές τους, μια αφήγηση που επικεντρώνεται στην παθιασμένη αλλά καταδικασμένη αγάπη μεταξύ της Κάθριν Έρνσο και του Χίθκλιφ, στον παράφορο και δαιμονικό έρωτά τους και στις συνέπειές του στους ίδιους και πολλούς άλλους ανθρώπους γύρω τους. Ο ποιητής μιλά για την ανεξερεύνητη ψυχή του,
«Καμιά γυναίκα
Δεν μ΄ αντίκρισε γυμνό.
Φορούσα σώμα»
και μας φέρνει σ΄ επαφή με τον έρωτα που είναι μαζί και λύτρωση και δάκρυ,
«…τον κίτρινο λεκέ
στο πέτο του έρωτα…»,
τον έρωτα που γεμίζει τη ζωή ομορφιά και προκαλεί συνάμα πόνο,
«…το σκίσιμο
από πόθου μαχαιριά…»,
«Πώς να της πω
πάει καιρός
που χύθηκε σε σύννεφο βαθύ
κι εγώ ξορκίζω την πληγή
αλλάζοντας τις γάζες;».
Ο ποιητής κουρνιάζει μπροστά στο αύριο της ζωής και το αντιμετωπίζει με θυμοσοφία,
«…Χορεύοντας (Η Σαλώμη)ανάμεσα στα σώματα
έλουσε σπίρτο τους πιστούς
κι άναψε το φιτίλι».
Ενότητα 4η
Αξόδευτα πάθη
Εμπνευσμένος από τον Τζωρτζ Στάινερ, έναν στοχαστή που αφηγείται ιστορίες και μοιάζει μονίμως να απευθύνεται στο δεύτερο πληθυντικό, διερωτώμενος γιατί η τέχνη δεν μπόρεσε να ανακόψει έναν ηθικό ξεπεσμό, ο ποιητής Χάρης Μελιτάς επιχειρεί να αποκαλύψει πώς μπορεί να αναδυθεί το νόημα και η αξία σε ένα κόσμο που σταθερά σκιάζεται από την απειλή του ηθικού χάους, μέσα από την Ποίηση. Τον ίδιο τον στοιχειώνει η αίσθηση της ευθύνης του ποιητικού έργου, όπως φαίνεται από το πρώτο χαϊκού της ενότητας αλλά και ευρύτερα τα ποιήματα που ανήκουν σ΄ αυτήν.
«Μόλις ξυπνάει
την ταΐζω με στίχους.
Ξανακοιμάται».
Περνάει πολύ χρόνο με αγωνία, συνταιριάζοντας τις λέξεις και τα νοήματά τους, γράφοντας και σβήνοντας στίχους, ματώνοντας την σκέψη του και
«Δεμένοι στο κατάρτι
του ανεκπλήρωτου
νύχτες ατέλειωτες
δολώνουν αστραπές
μήπως συλλάβουν
επιτέλους έναν στίχο»,
«…πού κρύφτηκαν οι λέξεις;»,
«…ο τελευταίος στίχος λιποτάκτησε…»
αναμφίβολα ορισμένες βολεμένες συνειδήσεις,
«…Πουλάω στίχους βραδινούς
μισό ευρώ το ποίημα…
Κανένας δεν αγόρασε.
Πονάει το κεντρί των ποιημάτων».
Γνωρίζει πολύ καλά πως «…κάποτε έγραψε ένα μεγάλο ποίημα» και τον στοιχειώνει η σκέψη «…να ξεπεράσει μια φορά τον εαυτό του».
Συμπερασματικά, μιλώντας για τον ποιητή Χάρη Μελιτά, θα μπορούσα να πω ότι προσεγγίζει την ποίηση με φιλοπαίγμονα διάθεση πολύ σοβαρά, τόσο στα χαϊκού όσο και στα μεγαλύτερα σε έκταση ποιήματά του, κάνοντας χιούμορ ευφυές· αυτοσαρκάζεται, αποκαλύπτει το άγχος του να την υπηρετήσει και ταυτόχρονα την υπηρετεί την με τον πιο ευφάνταστο και δημιουργικό τρόπο, με ανατρεπτικότητα, υπευθυνότητα, πρωτοτυπία. Πουθενά δεν υπάρχει το στολίδι, παρά μόνο, εφόσον εξυπηρετεί την ανάγκη· πουθενά, επίσης, δεν το βρίσκεις τόσο γλαφυρά ταιριασμένο στο λιτό του λόγου όσο σ΄ αυτόν.
Δεν γράφει απλώς ποιήματα…
Γράφει ταξίδια της ψυχής…
Και πολύ καλά.