Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η νέα ποιητική συλλογή της Αθηνάς Βογιατζόγλου με τον εμβληματικό τίτλο: Πορτρέτα, που μάς παραπέμπει στην ζωγραφική. Κοινό σημείο αυτής της τέχνης με την ξεχωριστή ποιητική μυθολογία της, είναι η μοναδικότητα της αναπαράστασης ως ανασυστατική δύναμη της μνήμης, στον αντίποδα του χρόνου που φεύγει και που στην ανηλεή ροή του αφανίζει τα πάντα, όχι, όμως τις αναμνήσεις του ποιητικού υποκειμένου.
Τα στοιχεία που γοητεύουν τον αναγνώστη στα πολύ ιδιαίτερα ποιήματα της συλλογής, μαγευτικά, ούτως ειπείν, είναι ότι ανασυνθέτουν τις ψηφίδες της πραγματικότητας στην διαχρονία της, συνυφαίνοντας το χρονικά προσδιορισμένο με το απροσδιόριστο ως μετείκασμα των βιωμένων εντυπώσεων, το απτό με το αφαιρετικό, την ένταση της στιγμής που καταγράφηκε ως ποιητικό ερέθισμα με τον ανόθευτο αντίκτυπό της στην ποιητική αποτύπωση.
Η εσωστρέφεια της ατομικότητας συμπορεύεται με την πολυφωνία της εξωτερικής δεξαμενής προσώπων και καταστάσεων, που διαμόρφωσαν την ιδιάζουσα ποιητική ιδιοσυστασία της. Το αγνό λυρικό συναίσθημα, ως γενικευμένος απόηχος μιας πρώτης ερμηνευτικής προσέγγισης αυτών των στίχων, εμπλουτίζεται με μια καλά αφομοιωμένη δυναμική που συνιστά την βάση της αποστασιοποιημένης, στον απαιτούμενο βαθμό, συναισθηματικής περιήγησης.
Ανατέμνει την υπαρξιακή της περιοχή, περιδιαβαίνει την συνεχώς διαμορφούμενη εσωτερικότητά της, αποδίδει ανακλαστικά τα πρόσωπα που συνέβαλαν καθοριστικά στην αποκρυστάλλωση της οντολογικής-ποιητικής της ταυτότητας, αλλά δεν μάς μεταδίδει τον πόνο της φθοράς ή της απώλειας. Η γραφή της αποδίδει με την απαιτούμενη ευκρίνεια την αποτύπωση προσώπων και στιγμιότυπων, για την εκάστοτε αναπαριστώμενη περίπτωση, αφήνοντας, ωστόσο, συνειδητά ορισμένα σημεία ελαφρώς συγκεχυμένα, ώστε να ενεργοποιηθεί η επιθυμία του δέκτη για περαιτέρω εστίαση στα λεπτομερή χαρακτηριστικά των προβαλλόμενων ποιητικών πινάκων.
Μέγιστο προτέρημα της συλλογής αποτελεί ότι το βαθύτερα εικονιζόμενο φόντο, που υποβαστάζει όλα αυτά τα τόσα σημαντικά για εκείνη πορτρέτα-πρόσωπα ζωής και καλλιτεχνικής της έμπνευσης, είναι η συναρμογή του δικού της ποιητικού πορτρέτου ως συγκερασμός και παράλληλα υπέρβαση όλων των παρατιθέμενων, αναβλύζοντας έτσι σθεναρά η αναχωνεμένη εμπειρία.
Η Βογιατζόγλου συνιστά μια εσωστρεφή ποιήτρια, που μέσω του αναστοχασμού της παρουσιάζει την ιστορία του εγώ ως μεταίχμιο του αλληγορικά δοσμένου εμείς. Οι θρυμματισμένες όψεις της ενδοσκόπησης, μέσα από την διακειμενική, δι-υποκειμενική διασταύρωση, διαθλούν το παραγόμενο συναίσθημα στην αρχετυπική εκδοχή του, αποβαίνοντας γόνιμο στην πορεία ως μετασχηματιστικός δείκτης παρόμοιων αισθημάτων του καθενός μας.
Η εγγενής αυτή ιδιότητα της ποίησής της διαπερνά την άψογη γραφή, ως στιβαρό εργαστηριακό πεδίο άρτιας τεχνικής, παράγοντας την επιζητούμενη διαμεσολάβηση με το εσύ στην συλλογική του διάσταση. Συνεπώς, αν κάποιοι «άλλοι», επώνυμοι ή ανώνυμοι, πολύ σημαντικοί για την ποιήτρια, έμειναν ανεξίτηλοι στην ποιητική της ενδοχώρα, εκείνη με την μαεστρία του ζωγράφου προσδίδει μια οικουμενική-πανανθρώπινη καλλιτεχνική διάσταση στον ποιητικό της λόγο, μεταγγίζοντας τα όσα έζησε και έχτισε ως δημιουργός σε άλλους, αποτελώντας το έναυσμα για να ανασυνθέσουν και εκείνοι με την σειρά τους το δικό τους προσωπικό σύμπαν μιας βαθιάς υπαρξιακής αναθεώρησης.
Η ποίησή της καθίσταται εφαλτήριο και κάλεσμα ζωής, με βαθύ απόσταγμα ότι οι αναγωγές σε ό,τι έγινε και βιώθηκε δεν σηματοδοτεί αυτό που πέρασε για να χαθεί οριστικά, αλλά την αρραγή βάση για να ζυμωθεί κάτι καινούριο, εγχαράσσοντας την ευοίωνη συνέχεια. Αν ως εξιδιασμένη περίπτωση δέκτη που εντυπωσιάστηκε από τα εξαίσια αυτά ποιήματα, με ρωτούσε κανείς να απαντήσω με λίγες μόνο λέξεις τι ήταν αυτό που χαράκτηκε μέσα μου, μελετώντας επισταμένως αυτό το βιβλίο, θα έλεγα: «Τα πορτρέτα ζωής, της δικής μου, της δικής σου, όλων μας….». Πρόκειται για ένα γόνιμο έδαφος, που εγείρει στον καθένα που θα οικειοποιηθεί μαζί του την έντονη ανάγκη αναλογικής απεικόνισης των εσωτερικευμένων προσωπογραφιών του, στην προοπτική ενατένισης του δικού του, αληθινού, οντολογικού προσώπου. Αξιοπρόσεκτο βιβλίο που αξίζει να το διαβάσετε.
Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, κριτικός.