Άξια λόγου κρίνεται η ποιητική συλλογή του Γιώργου Χαντζή με τον εμβληματικό τίτλο: Το δέρμα της ειρωνείας. Πρόκειται για ποιήματα που ουσιαστικά συνιστούν ένα ενιαίο φιλοσοφικό στοχασμό περί ποίησης συνυφασμένης με την αισθητική και την ικανότητα του ποιητικού λόγου να μεταρσιώνει σε διακριτά σημαίνοντα τα ανείπωτα των σημαινόμενων.
Ήδη από την αρχική ενότητα, αποδίδεται η αδιάλειπτη διεργασία του ποιητικού υποκειμένου εσωτερίκευσης των ερεθισμάτων που παρέχονται απλόχερα από τα φυσικά τοπία και την εξωτερική πραγματικότητα. Δίνεται η εντύπωση ότι ο ποιητής μορφοποιεί εκ νέου τον κοσμικό μηχανισμό μέσα από μια πολλαπλή-διασταλτική λειτουργία του χρόνου, διευρυμένου έως τα όρια της αρχής της ύπαρξης.
Η ποίηση συνιστά το πεδίο της αναδίπλωσης φιλοσοφικών ιδεών, αλλά και της ποιητικής αυτοαναφορικότητας. Μέσω των στίχων μπορεί κανείς να υπερβαίνει τα πεπερασμένα, να διαμορφώνει μια διαφορετική κοσμοαντίληψη, να αναθεωρεί τα ήδη καθιερωμένα και συμβατά. Οι εικόνες της πραγματικότητας διαλύονται και αναδομούνται υπό το πρίσμα μιας νέας αισθητικής. Το ποιητικό εργαστήρι αναγεννά τον κόσμο, αναδεικνύοντας την αισθητική του ωραίου μέσα από την συνεχή επεξεργασία της φόρμας.
Ο ποιητής ταξιδεύει στον χρόνο, ξεχωρίζοντας σημαντικούς ιστορικούς σταθμούς μέσω των οποίων ανακλώνται τα συμπαγή ή μη τοιχώματα της εκάστοτε κοινωνίας και πολιτισμού, καθώς και η ευλυγισία ή όχι των ποιητών να διαμορφώνουν διαφορετικά αισθητικά κριτήρια περί ποιητικής τέχνης, με σταθερό προσανατολισμό την δυνατότητα εξωραϊσμού μιας ατελούς πραγματικότητας με πολλά κακώς κείμενα. Βασικό ζήτημα είναι το πόσο η μορφή στην ποίηση μπορεί να ισορροπήσει, όταν το περιεχόμενο προκαλεί ποικίλες αναστατώσεις, μέσα από περιγραφές απόλυτης δυσαρμονίας για άτομα που βρίσκονται σε ηθική κατάπτωση ή σε έντονα ψυχολογικά αδιέξοδα. Στον Χαντζή, ο λόγος γίνεται νευρώδης, χειμαρρώδης, επιβλητικός. Είναι σαν να διαπερνά τον χρόνο και να συμπορεύεται με την απόλυτη συμπαντικότητα της ανθρώπινης προοπτικής.
Ο εικονοπλαστικός του λόγος γεννά έναν ατέρμονο ποιητικό καμβά που ανατροφοδοτείται συνεχώς από την διαχρονία ποιητικών ρευμάτων και τεχνοτροπιών. Πρόκειται για μια ποίηση που κινείται πολυεπίπεδα και διαρθρώνεται σε πολλά στρώματα. Αν στην επιφάνεια βρίσκεται ο ίδιος ο ποιητής, κινώντας επιδέξια τα νήματα της φιλοσοφικής του γλώσσας, στο απόλυτο βάθος αχνοφέγγει η ίδια η ποίηση μέσα από την πολυπρισματική τροπή της ανά τους αιώνες.
Ο ποιητής φιλοσοφεί το έργο του μέσα από το διαπιστωμένο μεγαλείο της ίδιας της ζωής που εκφάνσεις της άλλοτε έχουν αποτυπωθεί ποιητικά άλλοτε όχι. Με βάση την συγκεκριμένη θεώρηση, η πολυσύνθετη νοηματοδότηση των ποιημάτων του σηματοδοτεί ότι με την ιδιότητα του μοναχικού μυστικιστή της τέχνης του, έχοντας αφουγκραστεί τα στεντόρεια σήματα της ποιητικής δημιουργίας, δρα φυγόκεντρα από την ιστορική γραμμική πορεία. Εξαπολύει ανιχνευτές εδάφους στο χτες ώστε να συμπληρώσει τις ανείπωτες όψεις της πραγματικότητας, μη ιδωμένες ακόμη από τον ποιητικό φακό.
Στην συλλογή, τα μικρά και ευτελή που καταδικάζουν την καθημερινότητα σε μια μίζερη εκδοχή της κοινωνίας, αποκρυσταλλώνονται σε πηγές ζωτικότητας, από την στιγμή που αφήνουν τεράστιο περιθώριο στην ποιητική χρήση του λόγου για πολυσήμαντη ανασημασιοδότηση με την υποδηλωτική λειτουργία της γλώσσας. Ο κόσμος δεν θρυμματίζεται αλλά γίνεται ενιαίο φάσμα πολυεδρικής έκφρασης. Τα όρια του φυσικού χώρου είναι πολύ δυσδιάκριτα σε σχέση με την μετάπλασή τους στην ποιητική δεξαμενή. Οι εκτεταμένες αφηγήσεις συνιστούν εναλλακτικές εστίες πρόσληψης της καθημερινότητας. Το εκάστοτε νόημα, άλλωστε, ολισθαίνει σε διαφορετικές εκφορές και η μέγιστη σαγήνη για τον ποιητή είναι να στερεώσει εκείνη την σημασία του λόγου που διαφεύγει καθιστώντας την εύληπτη και διάφανη για τον δέκτη.
Ο Χαντζής επιχειρεί πολλές ερμηνευτικές προσεγγίσεις του αισθητικού ανθρώπου σε συνάλληλη τροχιά με την απόδοση της φιλοσοφίας της γλώσσας, όπως έχει διαμορφωθεί από σημαντικούς διανοητές, στοχαστές και εν γένει δημιουργούς. Η βαθιά φιλοσοφική διάσταση των ποιημάτων δεν υποβιβάζει, αντίθετα, αναδεικνύει τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο γραφής.
Η φαινομενικά αναρχική απόδοση ιδεών, όπως ενισχύεται από εκτεταμένους συνειρμούς, δεν αναιρεί την άρτια συγκροτημένη και ιεραρχημένη διάταξη των σκέψεων, προκειμένου να γίνει κατανοητό ότι ανά πάσα στιγμή η ποίηση είναι δυνατόν να διασταυρωθεί με ιστορικά γεγονότα, φιλοσοφικούς προβληματισμούς, κοινωνιολογικές θεωρίες, στοιχεία ψυχολογίας, επιφέροντας συνεχείς αναθεωρήσεις για την ποιητική λειτουργία, αλλά συντελώντας παράλληλα καταλυτικά ώστε να αποκτηθεί πλήρης συνείδηση του μεγάκοσμου της ποίησης. Η τελευταία ενότητα είναι η πιο δηλωτική και αποκαλυπτική των στοχεύσεων του ποιητικού υποκειμένου. Χαρακτηριστικό γνώρισμά του είναι ότι αναπαριστά τις ποιητικές του σκέψεις, συνιστώντας παρακαταθήκη για τους επιγενόμενους, ως αναπόσπαστο στοιχείο ενός τεράστιου οικοδομήματος που καθιερώνεται ως εργαστήρι της ποιητικής τέχνης.
Γίνεται αντιληπτή η πολυπλοκότητα στην σύζευξη των νοημάτων και στην άρτια συγχορδία σημαινόντων και σημαινομένων, όχι μόνο σε σχέση με τον ίδιο τον ποιητή που δημιουργεί το προσωπικό του έργο, αλλά σε μια απόπειρα συνομιλίας με κάθε ομότεχνο στην κοινή απόπειρα επίτευξης της ποιητικής αρμονίας. Βασικό μήνυμα είναι ότι για να είναι κάποιος ποιητής, αισθητοποιώντας το ωραίο, θα πρέπει να έχει μελετήσει καλά όλους τους μηχανισμούς που εδραίωσαν την ποιητική τέχνη ανά τους αιώνες.
Η διαδικασία μπορεί να είναι κάθε φορά ρευστή, αλλά το ποιητικό απόσταγμα συμπαγές, καθώς αποδίδεται η ιερότητα της στιγμής του πραγματικού χρόνου που εμπεδωμένα επιλέχτηκε προκειμένου να μείνει στην αιωνιότητα ως ανεξίτηλο σημάδι του αισθητικού μεγαλείου. Ο ποιητής έλκεται από την δύναμη αποτύπωσης στο έργο του κάθε ανθρώπινου παράγοντα. Επιζητά τα ποιήματά του να είναι ανθρώπινα, καθοδηγούμενα από έντονα ανθρωπιστικό υπόστρωμα. Τότε, αυτά αποκτούν καθολική διάσταση, επικοινωνώντας με το ποιητικό παρελθόν, συνεχώς αναπροσαρμοζόμενο ώστε να μεταλαμπαδεύσει στο αύριο αυτούσιο τον ανθρωπισμό της ποίησης στην διαχρονία της.
Όσο περισσότερο ανθρώπινο είναι ένα ποιητικό έργο, τόσο περισσότερο γίνεται ανθεκτικό στον χρόνο. Η ωριμότητα της ποιητικής γραφής, η πρωτοτυπία στην απόδοση των επιμέρους θεματικών και η αποτύπωση μιας ιδιάζουσας ποιητικής ενόρασης, αποτελούν τρία βασικά προτερήματα της συλλογής οδηγώντας σε ένα άκρως ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Αφήνεται να νοηθεί ότι για το ποιητικό υποκείμενο το δημιουργικό παιχνίδι με την ποίηση δεν θα τελειώσει ποτέ, με ενδεχόμενο να οδηγηθεί περαιτέρω σε πολλούς αδιερεύνητους δρόμους, αιτιολογώντας απόλυτα το περιεχόμενο του τίτλου που συμβολικά συνίσταται στο ότι το βασικότερο εργαλείο της ποιητικής έκφρασης είναι «το δέρμα της ειρωνείας».
Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, κριτικός.