Η νέα ποιητική συλλογή της Διώνης Δημητριάδου εξαπολύει ανιχνευτές εδάφους σε έναν ανοίκειο κόσμο. Με αλληγορικές περιγραφές και με κεντρικό εργαλείο την μορφή του λύκου, λειτουργεί φυγόκεντρα σε μια πραγματικότητα που στρεβλώνει έννοιες, αξίες, συνειδήσεις. Αν ο Φωστιέρης το 1981 απενοχοποίησε την νεοελληνική ποίηση από όλες τις σκοτεινές εκδοχές του βιβλικού Σατανά, με τον Διάβολο στην ποιητική του μυθολογία να αποτυπώνει τον μοναχικό περιηγητή της ίδιας του της ύπαρξης, αντίστοιχος είναι ο ρόλος του περιφερόμενου λύκου στην Δημητριάδου. Μπορεί να περιπλανάται στην συνειδησιακή του ενδοχώρα σε πολλούς χώρους, να ατενίζει ανθρώπους και τοπία αλλά πάντα από απόσταση. Νιώθει απόκληρος, έρμαιο της ίδιας του της φύσης γιατί αντιλαμβάνεται ότι ο κόσμος γύρω του έχει γίνει τόσο σκληρός και ανηλεής που ακόμη και ένας λύκος δεν μπορεί να εναρμονιστεί.
Περιφέρεται διαρκώς στις πόλεις των ανθρώπων επιχειρώντας συνάμα υπαρξιακές βυθοσκοπήσεις στις αδιερεύνητες πτυχές και στα υποστρώματα της δικής του οντολογικής αβύσσου. Οι εκφυλιστικές αλλοιώσεις του σύγχρονου κοινωνικού ιστού εγείρουν καίριους προβληματισμούς στην ποιήτρια για την δυνατότητα διατήρησης του αληθινού μας προσώπου σε μια κοινωνία απάνθρωπη. Η κρίση αξιών ως απότοκο της έντονης παθογένειας επιφέρει τον κίνδυνο της αδρανοποίησης, της περιθωριοποίησης, του φόβου αυτοέκφρασης.
Η ακριβολογία και η σαφήνεια στις διατυπώσεις, η αντιθετική συνύπαρξη του λυρισμού στις περιγραφές με την ωμότητα του περιεχομένου, παραπέμποντας σε περιπτώσεις κοινωνικής αναλγησίας των σύγχρονων καιρών, συσπειρώνονται νοηματικά γύρω από μια πρωτοποριακή διττότητα ως υποκρυπτόμενο μήνυμα: Για να επιβιώσει κανείς σε μια εποχή ευτελισμού αξιών, πλήρους αποπροσωποποίησης των σχέσεων και πνευματικής ναρκοθέτησης τί είναι καλύτερο; Να μεταμφιεστεί σε λύκο, αποτελώντας ουσιαστικά παλίμψηστο της εικόνας του-μορφικά, όχι ως ουσία, αυτή δεν αλλάζει ποτέ- και προστατεύοντας έτσι τον άνθρωπο μέσα του ή να έχει ένα ανθρώπινο καμουφλάζ συγκαλύπτοντας την μαγματικά κτηνώδη φύση;
Βιώνουμε μια εποχή ρευστότητας, γενικής σύγχυσης και αποπροσανατολισμού. Οι νόρμες απειλούνται να εκλείψουν, οι στερεοτυπικές δομές να αφανιστούν στην ολέθρια κατεύθυνση της επικράτησης του ατομικισμού και του δικαίου της πυγμής. Σε αυτό το πλαίσιο της γενικευμένης απορρύθμισης, η ποιήτρια υιοθετεί την μορφή του λύκου, ως λογοτεχνική περσόνα του δικού της περιηγητικού οπτικού πεδίου, ενός λύκου, ωστόσο, τόσο ανθρώπινου και αληθινού που να αναπαριστά την ελλείπουσα ιδεατότητα της εποχής μας.
Ο λύκος της Δημητριάδου έχει το χάρισμα να θεάται την κοινωνική πραγματικότητα στις φυσικές της διαστάσεις, να σφυγμομετρεί τον κυνισμό ενός κόσμου που μετεωρίζεται μεταξύ φωτός και ψεύδους, πραγματικότητας και φαντασίας, αυθεντικότητας και υποκρισίας, αγνότητας και διαφθοράς. Μεταρσιώνεται συμβολικά σε τοτέμ έτοιμο να συγκεράσει τα θραύσματα του αληθινού εαυτού, να φωταγωγήσει τις σκοτεινές παρυφές του νου, δίνοντας πάντα μια δεύτερη ευκαιρία για επανένταξη στον πραγματικό κόσμο, όχι στο νοθευμένο του απείκασμα.
Η πιο σημαντική του λειτουργία είναι εκείνη της αναδόμησης και της ανασημασιοδότησης αρχετυπικών εννοιών του καλού και του κακού. Είναι σαν να μάς λέει η ποιήτρια, πέρα από το να μάς επιστήσει την προσοχή για τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ του φαίνεσθαι και του είναι σήμερα, ότι θα πρέπει να μην βάζουμε ετικέτες στους γύρω μας, καθώς μανιχαϊστικές αντιλήψεις περί κοινωνικά εξουσιαστικού και απόκληρου δεν πρέπει να υφίστανται. Όποιος με δόλο επιζητά εξιλαστήρια θύματα, ανά πάσα στιγμή ενδέχεται να ολισθήσει στην παγίδα του να γίνει αποδιοπομπαίος τράγος της ίδιας του της ύπαρξης. Τουλάχιστον, ο περιπλανώμενος, όχι απόκοσμος, λύκος του ποιητικού υποκειμένου γνωρίζει καλά εκείνη την αμυντική εσωτερική διαδικασία διείσδυσης ακόμη και στις απευκταίες πλευρές του εσωτερικού κόσμου, αξιοποιώντας δραστικά το ένδον σκάπτε.
Όσο επιχειρούμε ελεύθερη κατάδυση στα βάραθρα του έσω εαυτού, τόσο δεν χρειαζόμαστε την παλίμψηστη μορφή του λύκου για να ζήσουμε στην ανθρώπινη κοινωνία, ούτε προσχήματα σκληρότητας. Είμαστε απλά ο εαυτός μας, με πλήρη επίγνωση προτερημάτων και αδυναμιών, αλλά και αποδοχή του διαφορετικού στην όψη των άλλων. Αυτό που τρομάζει είναι όχι το πρόσωπο του ανθρώπου με προσωπείο λύκου, αλλά το πρόσωπο λύκου με προσωπείο ανθρώπου. Η Δημητριάδου με την τόσο αξιόλογη ποιητική της ιδιοσυστασία έχει πολλά να μάς διδάξει. Αρκεί πρώτα να αποδεχτούμε τον υπέροχο Λύκο της απλά όπως είναι, να περιφέρεται με το πραγματικό του πρόσωπο μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία. Εκείνος έφτασε πια στον προορισμό του, οι δικές μας εσωτερικές ανασκαφές μόλις ξεκίνησαν.