You are currently viewing Κοσμάς Κοψάρης: Μίμης Κούρτης, Προσκύνημα στην Αβρούπολη. Εκδόσεις Οσελότος

Κοσμάς Κοψάρης: Μίμης Κούρτης, Προσκύνημα στην Αβρούπολη. Εκδόσεις Οσελότος

Το συγκεκριμένο βιβλίο του Μίμη Κούρτη Προσκύνημα στην Αβρούπολη αναδεικνύει το πολύπτυχο συγγραφικό ταλέντο του δημιουργού. Εξοικειώνει τον αναγνώστη με περιοχές της ανθρώπινης νόησης όπου η ύπαρξη αμφισβητείται καθώς εισέρχεται στο μεταίχμιο του επέκεινα. Διαβάζοντας  το βιβλίο, ως προς το περιεχόμενο και την βασική του ιδέα αξίζει να επισημανθεί ότι απενοχοποιεί τον σύγχρονο άνθρωπο που αισθάνεται εγκλωβισμένος στο ναρκοπέδιο του χρόνου. Συλλαμβάνουμε σήμερα την κάθε στιγμή έχοντας στο νου μας ότι με μαθηματική ακρίβεια θα λήξει και ότι όλα θα τελειώσουν, θα σβήσουν, θα χαθούν. Το πρόσωπο του κάθε ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο κινδυνεύει να ναρκοθετηθεί και να κατακερματιστεί από τα ασφυκτικά πλαίσια του ενίοτε πολύπλοκου κοινωνικού μηχανισμού.

Για ό,τι έχει περάσει υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθεί μουσειακό, κάτι, δηλαδή, που δεν μπορεί να φανεί γόνιμο στον τρέχοντα χρόνο, ούτε να αξιοποιηθεί δημιουργικά. Ο τεχνοκρατικός κόσμος εισβάλλει στον καθαυτό ουμανιστικό πολιτισμό με τον κίνδυνο του να καταστήσει την πραγματικότητα αυτοματοποιημένη, καταργώντας κάποια δεδομένα που φαινομενικά δεν φαίνονται χρήσιμα για το τώρα. Ο Κούρτης ξεκινά από τον εύφλεκτο αυτό κόσμο των παρωπίδων για να εμβαθύνει ταυτόχρονα σε πολλά πεδία, που επιζητούν διαρκή ανίχνευση αλλά και συνεχή ανατροφοδότηση του πνεύματος. Φλέγον ζήτημα στο βιβλίο του είναι εκείνο της διακειμενικότητας στην οποία αποδίδει μια ακόμη ευρύτερη έννοια.

Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι μάς αποκαλύπτει πολλές λογοτεχνικές αναγνώσεις του, που αποτελεί και αυτό γνώρισμα της διακειμενικότητας, παραθέτοντάς τες με τρόπο που να αποτελούν ένα ομοιόμορφο συμπαγές σώμα απόλυτα συναφές με το γενικό αφηγηματικό νήμα. Το τρίτο στοιχείο είναι ότι δίνει συνέχεια στους λογοτέχνες του στο διηνεκές, κάτι που μάς απαλλάσσει από τον φόβο του τέλους, της αναπότρεπτης στιγμής που τρομάζουμε ότι όλα θα τελειώσουν και πως θα βρεθούμε στο πουθενά και στο τίποτα.

Οι περισσότεροι λογοτέχνες σήμερα, ιδίως οι ποιητές από την Γενιά του ’70 και μετά γράφουν για τον θάνατο όχι για να διαμορφώσουν ένα κλίμα αρεστό σε αυτή την ατμόσφαιρα, την πεισιθάνατη, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, αλλά για να ξορκίσουν αυτό τον φόβο που ταλανίζει συνειδητά ή ασύνειδα μόνιμα τον καθένα μας, εκείνον της ανυπαρξίας, όπως έλεγε ο Καρυωτάκης σε ένα στίχο του από το χαρακτηριστικό ποίημά του: «Πρέβεζα»: « “Yπάρχω;” λες, κι ύστερα “Δεν υπάρχεις”».

Το τέταρτο στοιχείο στον Κούρτη είναι ότι-καλλιεργώντας επιδέξια και παρατεταμένα την δραματοποίηση της αφήγησης,  με την οποία η πρόζα του φαίνεται να έρχεται ιδιαίτερα κοντά στο θεατρικό είδος σε κάποιες στιγμές του βιβλίου-αναπαριστάνει αυτούς τους λογοτέχνες που προφανώς έχουν εντυπωθεί στην λογοτεχνική του σκέψη ως πηγή έμπνευσης ή, γενικότερα, τον έχει εντυπωσιάσει η ζωή και το έργο τους, να συνομιλούν ενώπιόν μας  σε ένα αχρονικό πλαίσιο, σε ένα εξωραϊσμένο πεδίο όπου η τάξη είναι πλήρως αποκατεστημένη και οι ψυχές συνάμα απολαμβάνουν το προνόμιο της απόλυτης ελευθερίας σκέψεων, ιδεών και στοχασμών. Είναι σαν να έχει κλείσει ένας κύκλος και ένας άλλος τείνει να ανοίξει με την ειδοποιό διαφορά ότι αυτή την φορά εκείνος δεν πρόκειται να κλείσει ποτέ.

Θα αποτελεί μέρος της κάθε προσδοκίας σου, θα λειτουργεί ως πυξίδα που θα σε κατευθύνει στην πραγματική σου ταυτότητα, στο αληθινό σου πρόσωπο, αποτοξινωμένο πλήρως πια από τις αναθυμιάσεις των όποιων ολέθριων προσωπείων που κηλιδώνουν την ζωή σου, αποξενώνοντάς σε από τις ουσιαστικές σου αναζητήσεις, εμποδίζοντάς σε από το να οδηγηθείς στην αυτοπραγμάτωση. Ανακλαστικός δείκτης της ύπαρξης είναι η διαθλασμένη οπτική του τόπου μέσα από την λογοτεχνική ματιά. Μέσα σε αυτό το καλοδουλεμένο εργαστήρι, σμιλευμένο με την μαγιά του ονείρου, από την πιο φωτεινή ως την πιο σκοτεινή εκδοχή του, αναδομείται η πανοραμικότητα του παντός, εκείνη η δι-υποκειμενική σύλληψη της οικουμένης που μεταρσιώνεται στο γόνιμο μετείκασμα της πιο θείας και ιερής απεικόνισης της ανθρωπότητας.  

Το αχρονικό είναι μια εκτεταμένη έννοια, ετυμολογικά σημαίνει ο μη χρόνος, ό,τι, συνεπώς, βρίσκεται πέρα από την ροή του χρόνου όχι μόνο στην ιστορική εκδοχή του, αλλά και ως επίγειου χρονικού διαστήματος που αφορά την γέννηση, την πορεία σε όλες τις φάσεις της ζωής και τον θάνατο. Εδώ ο Κούρτης δίνει μια υπερβατική διάσταση με λογοτεχνικά πρόσωπα που έχουν πεθάνει και βρίσκονται στον Παράδεισο. Δεν είναι εύκολο να συμβιβαστείς με την ιδέα του τέλους, πάντα αποζητάς μια νέα αρχή. Δίνεις ένα μεταφυσικό ερέθισμα για να αποκτηθεί περισσότερος χρόνος, αιώνιος, ώστε να βγάλεις από μέσα σου τα όσα σε πονάνε, να ξεφύγεις από τραυματικές μνήμες, να προλάβεις να γνωρίσεις, όπως εδώ, με την ιδιότητα του λογοτεχνικού δημιουργού άλλους δημιουργούς, να εμπεδώσεις στο έπακρο την ιερότητα  ενός τόπου και την ιστορία του, να μάθεις να βλέπεις στην ζωή σου όχι το δέντρο αλλά το δάσος, να αποδράσεις από τον ατομικισμό στην προοπτική μιας καθαρτήριας συλλογικότητας, να σπάσεις τα ασφυκτικά καλούπια ενός άκαμπτου κοινωνικού ντετερμινισμού που επικαθορίζει το πεπρωμένο των ανθρώπων.

Ονειρεύεσαι έναν χώρο όπου η κοινωνική ανισότητα αίρεται, το ίδιο και τα αρτηριοσκληρωτικά στερεότυπα, εκεί όπου είσαι ανοιχτός στο διάλογο και στην επικοινωνία, ανταλλάσσοντας συνεχώς ιδέες. Εξοικειώνεσαι να κάνεις διάλογο τόσο με τους άλλους όσο και, πάνω από όλα και πρώτα από όλα, με τον ίδιο τον εαυτό σου. Τότε γνωρίζεις καλύτερα το ποιος είσαι, ποιος είναι ο ρόλος και η κοινωνική αποστολή σου. Ο Κούρτης είναι εξαιρετικός μαέστρος στην σκηνοθεσία του χώρου και των εκάστοτε απεικονιζόμενων στιγμιότυπων, στην ψυχογράφηση των ηρώων του, στην απόδοση ενός καταιγισμού ροής και μιας χειμαρρώδους αφήγησης που συνδυάζεται εξαιρετικά ευέλικτα με την ονειρώδη στατικότητα ενός γόνιμου εσωτερικού μονολόγου, σε κάποια σημεία ως απότοκο φιλοσοφικού αναστοχασμού και οντολογικής βυθομέτρησης. Ενδιαφέρουσες, επίσης, οι ένθετες αφηγήσεις του, οι ανάδρομες εξιστορήσεις, οι επιταχύνσεις ή επιβραδύνσεις κατά περίπτωση της κεντρικής αφήγησης,  η αποτύπωση της περιοδικότητας των σταδίων της ζωής εκάστου,  η συνύφανση στοιχείων λογοτεχνικής με την τοπική ιστορία, διανθισμένων με μια βαθιά θρησκευτική πνοή που συνενώνει το εσωτερικό σύμπαν του συγγραφέα με την ενόραση της οικουμένης στην αρχέτυπη διάστασή της.

Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, κριτικός.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.