Η νέα ποιητική συλλογή της Παυλίνας Παμπούδη συνιστά ένα μεγαλειώδες μυστικιστικό κάλεσμα. Με τον αριστοτεχνικό λόγο του, το ποιητικό υποκείμενο ενορχηστρώνει τοπία της νύχτας ως αφόρμηση για μια βαθιά, όσο και ουσιαστική, υπαρξιακή βυθομέτρηση. Υβριδικές αναπαραστάσεις μεταξύ ονειροφαντασίας και πραγματικότητας αναδύονται στην προοπτική ανασύνθεσης του κοσμικού μηχανισμού, επιχειρώντας αναγωγή σε έναν επαναπροσδιορισμό της αρχετυπικής του διάστασης και λειτουργίας.
Η συνειδησιακή ενδοχώρα μέσα από το «ενύπνιον» ακροβατεί με την άβυσσο του υποσυνείδητου ώστε να αναβλύσει ανόθευτο και απαράμιλλο το ποιητικό συναίσθημα ως ροή ζωής που αναδομεί τα σχήματα του πραγματικού. Το μέγιστο χάρισμα της Παμπούδη είναι η ανάφλεξη του ποιητικού υλικού, απόρροια της μαγευτικής ιδιότητας του λόγου της. Δεν θέτει φραγμό στην διάταξη των θεματικών μοτίβων, αρέσκεται στους λεκτικούς πειραματισμούς, αποζητά την απόδοση μιας ευρυγώνιας αντίληψης για τον κόσμο μέσα από τις ποιητικές ενοράσεις της.
Η νύχτα φωταγωγείται με απίστευτη ζωτικότητα που είναι σε θέση να υπερνικήσει εκ των προτέρων την όποια αμηχανία μπροστά στον φόβο του σκοτεινού και έως τώρα αδιερεύνητου. Ο χρόνος απαγκιστρώνεται από την ενοχή των όσων πέρασαν για να μην βιωθούν ποτέ ξανά, το πένθιμο για όσα χάθηκαν ανατροφοδοτείται μέσα από ένα ελπιδοφόρο σήμερα, ανιχνευτής εδάφους στο καινούριο που φέρει η έλευση της ποίησης, δείκτης τελεσφόρησης των όσων επίκειται να πραγματωθούν.
Η δράση του παρόντος στην Παμπούδη αποκτά απίστευτη διασταλτική λειτουργία, κάνοντας τον αναγνώστη μέρος των ονειρεμένων σκηνικών της. Ο σκιοφωτισμός του φόντου συνιστά έναν ζωντανό οργανισμό που ενδυναμώνει την ψυχική του ικμάδα μέσα από την ελκτική υποβολή που ασκείται στον εκάστοτε δέκτη, που καθίσταται συμμέτοχος στην όλη διαδικασία του ανασημασιοδοτημένου ολιστικού γίγνεσθαι.
Μέγιστο προνόμιο της αφηγηματικής πλεύσης η αίσθηση, σε αυτόν που δεξιώνεται τους στίχους, ότι μπορεί οργανικά να επικαθορίσει την πορεία τους, άρα δεν αποτελεί έρμαιο ενός προδεδικασμένου από το ποιητικό υποκείμενο, νομοτελειακού, πεπρωμένου. Η φιλοσοφική διάθεση της συλλογής σε συνδυασμό με το ψυχογραφικό υπόστρωμα εντείνουν την αναπαραστατική δύναμη των πλούσιων εικόνων και την βαθιά εικαστική λειτουργία των ποιημάτων.
Η εναρμόνιση φυσικού περιβάλλοντος και εσωτερικής περιδιάβασης επιτυγχάνεται τόσο επιδέξια ώστε να νομιμοποιείται η όποια φασματική αποτύπωση ως μετείκασμα του υπαρκτού που έως τώρα δεν είχε συμπεριληφθεί στην χορεία των ήδη προσλαμβανομένων και επεξεργασθέντων συμβάντων. Η ροπή προς την εξομολογητική διάθεση επενεργεί δραστικά στην επιδίωξη μιας συλλογικής κάθαρσης.
Η νύχτα μεταρσιώνεται σε μια γοητευτική σκοτεινή θάλασσα, αποκτά υπόσταση ώστε να περιπλέξει στην δικαιοδοσία της την προσωπική ποιητική μυθολογία με τον ιστορικό χρόνο. Με τον τρόπο αυτό, η τραυματική μνήμη εξιλεώνεται, επουλώνεται, αποδεσμεύεται από τα δεινά της πικρής εμπειρίας, γίνεται μια βαθιά αναχωνεμένη όσμωση στην κατεύθυνση της κατάκτησης της συμπαντικής ευδαιμονίας.
Οι εναλλαγές ανόδου-πτώσης, ονείρου-πραγματικότητας, φωτεινού-σκοτεινού, ήχου-σιωπής, κίνησης-στατικότητας, ωριμότητας-νεανικότητας, παρελθόντος-παρόντος, καθιστούν την κάθε ποιητική ίνα της Παμπούδη υφάδι της δικής μας οντολογίας στο ατέρμονο παιχνίδι της διαμεσολάβησης και διάδρασης. Όταν διαβάζεις αυτά τα ποιήματα, δεν νιώθεις ποτέ μόνος. Στα διάκενα των υπαρξιακών σου αναζητήσεων που γονιμοποιούνται από την ανάγνωση, αόρατος συνοδοιπόρος στέκει πάντοτε η ποιήτρια που σού προσφέρει με την γοητεία της τέχνης της ένα εναλλακτικό σύμπαν.
Με τον τρόπο αυτό, αμβλύνεται κάθε χάσμα μεταξύ της εκάστοτε προσωπικής προσμονής από τον περιβάλλοντα χώρο και τις ίδιας της πραγματικότητας που αποκτά μια γόνιμη πολλαπλότητα ώστε να ενταχθεί κανείς φιλόξενα στον καμβά της στο πλαίσιο μιας ουμανιστικής, καθολικής, σύλληψης. Οι αλγόριθμοι των στερεοτυπικά απαισιόδοξων συμβόλων όπως, δειγματοληπτικά, βράδυ και νύχτα, αποδεσμεύονται από την περιβολή της προαποφασισμένης οιμωγής, απεγκλωβίζονται από την στοιχειωμένη καρυωτακική λειτουργία της αναβολής και του ανέφικτου, γίνονται πλέον δείκτες της μέρας που κάποτε θα φέξει ως φυσική διάδοχος της νύχτας.
Μετά το «νυχτολόγιο», έπεται ένα «ημερολόγιο»: αν το δειλινό ήταν ό,τι προπορεύτηκε της νύχτας, η αυγή είναι αυτό που θα την ακολουθήσει, κάτι που μάς διδάσκει γόνιμα η Παμπούδη ως παρακαταθήκη για τους επιγενόμενους. Εξαιρετική συλλογή, γοητευτική, υποβλητική, αναγεννησιακή, φάρος φωτός μέσα από την διφορούμενη χροιά της νύχτας στο εύρος των ποιημάτων της. Αξίζει να την διαβάσετε και να ταξιδέψετε μαζί της, φτάνοντας στα έγκατα της δικής σας ύπαρξης, του προσωπικού σας «νυχτολόγιου».