You are currently viewing Κωνσταντίνα Σώζου: ένα ποίημα

Κωνσταντίνα Σώζου: ένα ποίημα

ΝΤΟΜΙΝΟ

 


Δεν το ‘ξερα ότι μερικά θηλαστικά
Απορρίπτουν τα μικρά τους
Όταν τα φροντίσει ανθρώπινο χέρι
Άλλο απ’ το δικό τους το ηγεμονικό
Το μισάνθρωπο.

Θα ‘χα φύγει. Κάτι θα ‘χα περισώσει
Θα ‘χα σβήσει  ίσως το μίσος
Απ’ τη μια κόρη των ματιών σου τουλάχιστον.

Πού πάει τόσο φως;
Τ’ αυτοκινητάκια σου χάσκουν
Χωρίς ρόδες, πόρτες, παράθυρα,
Κουφάρια άνισου πολέμου.
Στρίβεις το ιδρωμένο σου φανελάκι,
Αλυσίδα γύρω απ’ τον καρπό σου,
Το παρελθόν σου που μελανιάζει το παρόν
Και το μέλλον σου.
Ενηλικιώθηκες πριν καν γίνεις ενήλικας.
Τα παιδικά σου χρόνια κακοπλεγμένα
Γύρω από τόπι παρατημένο στο περβάζι,
Ξεθωριασμένο.
Νεοσσός που ποτέ δεν πέταξε.

Δεν φταίει αυτός.
Άλλοι μελάνιασαν και το δικό του παρελθόν.
Όσο και να βήχει, όσο και να φτύνει
Τσαλακωμένα κομμάτια μνήμης,
Τα πνευμόνια του παραμένουν σάπια,
Οι λέξεις του
Μπαρουτοκαπνισμένες λεπίδες,
Προσπαθούν να κόψουν τα σκοινιά
Κι ας μην το παραδέχεται.
Μάταιο πια.
Οι χαραγματιές σημάδια κληρονομικά
Και στους δυο σας.

Πού πήγε τόσο φως;
Ανόητη! Δεν ήταν φως.
Αντανάκλαση, παραίσθηση ήταν.
Με μάτια ερωτευμένα τι περίμενες να δεις;
Έπρεπε να θολώσουν για να καταλάβεις.
Πολύ αργά για να προλάβεις
Το ντόμινο που έχει από καιρό ξεκινήσει
Να κλοτσάει τα κομμάτια του
Σαν πυροβολημένους κατακούτελα στρατιώτες.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.