Ημέρα Ποίησης
Στα ίδια μνήματα πατάμε πάντοτε.
Εκεί που ήταν το κεφάλι
Απλώνουμε τραπεζομάντηλο
Τα πόδια χρησιμοποιούμε
Για προσκέφαλο.
Στην κοιλιά
Σέρνονται τα σκυλιά
Των πόθων μας
Ζητιανεύοντας
Ένα κόκκαλο
Από το αρχαίο συμπόσιο.
Κι εκεί που απλώνουμε
Τα πόδια μας
Στον κατακλυσμό
Του Δευκαλίωνα
Το κύμα έσκαβε
Μυστικές σπηλιές
Εκεί που τώρα αποσύρονται
Για τη χειμερία νάρκη τους
Οχιές.
Λίλια Τσουβά
Omnimum horarum homo[i]
Δεν δέχτηκε το τελευταίο γεύμα
ο Τόμας Μορ.
Το βλέμμα μόνον ύψωσε προς τον Θεό.
Στην εποχή του Πουθενά [ii]
θρησκευτική ανοχή κι ισότητα
μπορούσε επιτέλους να υπάρξει.
Όταν καλοί θα γίνονταν
οι άνθρωποι.
Ακριβά πλήρωσε την ουτοπία.
Άνθρωπος για όλες τις εποχές
στη χώρα του
ου τόπος.
[i] Άνθρωπος για όλες τις εποχές, έτσι αποκάλεσε ο Έρασμος τον Τόμας Μορ.
[ii] Nuaquam (Πουθενά), ο τίτλος που είχε δώσει ο Μορ στο έργο του.