ΕΝΑ νεορεαλιστικό θαύμα συντελείται στο Διάχρονο Θέατρο τής Μαίρης Βιδάλη με Το Κατσικονήσι, ένα αριστουργηματικό έργο του Ούγκο Μπέττι (από τις 25 Φεβρουαρίου και για πολλές, πολλές ακόμη παραστάσεις – μην το χάσετε, γιατί θα βουλιάξετε στη ραστώνη τής μονοτονίας ενός main stream καθυ-στερημένου και καθ-υστερούμενου…)
Τα καλογραμμένα έργα αντέχουν στον πανδαμάτορα Χρόνο για τρεις κυρίως λόγους:
Βασίζονται στην παρατήρηση (με «μοντέλο» «εκ του φυσικού»).
Έχουν στέρεα, «αντισεισμική» δομή, γιατί βασίζονται στον μακραίωνη πείρα τής παράδοσης, την οποία δεν αρνούνται, αλλά – αντιθέτως – την ακολουθούν, την συμπληρώνουν και την εξελίσσουν με ταπεινότητα, ανιδιοτέλεια, αυτοθυσία και υγιή φιλοδοξία.
Ανατέμνουν συνεκδοχικά την Πανανθρώπινη Συνειδητότητα (τού Συλλογικού Ασυνειδήτου συμπεριλαμβανομένου).
ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ στον θεατή και ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΚΥΡΩΝΟΥΝ.
ΕΙΝΑΙ ΚΑΤ’ ΕΞΟΧΗΝ «λαϊκά», αφού το θέατρο λειτουργούσε ανέκαθεν σαν ΣΧΟΛΕΙΟ.
Είναι σε κάποιο βαθμό διαδραστικά, στο βαθμό που αντικατοπτρίζουν το κοινωνικό γίγνεσθαι εν τη γενέσει του, πριν αυτό παγιωθεί, οπότε γίνεται αντικείμενο ανατομίας πολλών επιστημονικών κλάδων και εξειδικεύσεων.
Έχουν ενδιαφέρον, πέρα από τις προσλαμβάνουσες εικόνες, τα πάθη, τα παθήματα και τον αυτοκεντρικό [νεολογισμός] ναρκισσισμό των δημιουργών τους.
Εάν εφαρμόσετε αυτόν τον σχηματικό εν πολλοίς κατάλογο στη σύγχρονη δραματουργία, θα ανακαλύψετε (όχι με απορία, αλλά έντρομοι) πως ούτε το ένα τρίτο των σημερινών «δραμάτων» δεν πληρούν ούτε τις μισές από τις πιο πάνω προδιαγραφές.
Έτσι επανερχόμεθα εις το παρελθόν, μεταφέρουμε στη σκηνή αφηγήματα που δεν είχαν εξαρχής καμία θεατρική στόχευση.
Οι προθέσεις των Δημιουργών είναι πολλές φορές αδιάφορες για το μέλλον των δημιουργημάτων τους.
Ο Ντοστογιέφσκι, ο Παπαδιαμάντης, ο Βιζυηνός, ο Καρκαβίτσας ΔΕΝ ΈΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ.
Ο Παλαμάς, ο Σικελιανός και ο Καζαντζάκης που έγραψαν θεατρικά έργα, δεν είχαν την ανάλογη εύνοια τής περιρρέουσας ατμόσφαιρας, όσον κι εάν ο μύθος που έσερνε το όνομά τους ήταν τρανός και αιώνιος…
Ξαναγυρνάμε λοιπόν στον μισοξεχασμένον Ούγκο Μπέττι, που αναφέρεται με ψιλά μεν γράμματα στις Ιστορίες τού Θεάτρου τον εικοστό αιώνα, αποδεικνύεται όμως περισσότερο τεχνίτης, εύστοχος και συναρπαστικότερος από άλλους διάσημους ομοτέχνους του.
Ας μην γελιόμαστε, το “star system” υπήρχε από την Αρχαιότητα και επηρέαζε σαφώς την ματαιόδοξη προβολή κάποιων, δεν μπορούσε όμως να εξαγοράσει την «αθανασία» που απολαμβάνουν σήμερα εξαιρετικά διεισδυτικά κείμενα, που δεν θολώνει η σκόνη τού Χρόνου το χρυσάφι τής πρωτογενούς λάμψης τους.
Ηθικόν δίδαγμα: μην διαγκωνίζεστε για βραβεία και διακρίσεις. Όταν ο Καβάφης ζήλευε «τον έπαινον τού δήμου και των σοφιστών» δεν εννοούσε ακριβώς αυτό. Πρώτον, γιατί οι σύγχρονοι σοφιστές τρέχουν κι αυτοί στον ίδιο στίβο με τους κρινομένους και δεύτερον, γιατί οι σύγχρονοι δήμοι (στην συντριπτική τους πλειοψηφία, με φωτεινές εξαιρέσεις) αντιμετωπίζουν τον Πολιτισμό ως πάρεργο και αφορμή για φωτογραφίσεις στις κοσμικές στήλες (έντυπες και ηλεκτρονικές). Το μέσον ακυρώνει τις προθέσεις, ακόμα κι όταν είναι αγαθές. Ο ΣΚΟΠΟΣ ΔΕΝ ΑΓΙΑΖΕΙ ΤΑ ΜΕΣΑ. Μην στριμώχνεστε. Ο άγνωστος μέχρι πρότινος, ο «έλασσων» Ούγκο Μπέττι παίρνει την εκδίκησή του έναν αιώνα μετά, χάρη στην εκπληκτική παράσταση που ανεβαίνει στο ΔΙΑΧΡΟΝΟ ΘΕΑΤΡΟ, σε μετάφραση και σκηνοθεσία τού αριστούχου διδάκτορα θεατρολογίας Κωνσταντίνου Κυριακού και με μία τετράδα τόσο ταιριαστών ηθοποιών που η Μαίρη Βιδάλη θα έπρεπε να πάρει ειδικό βραβείο επιτυχημένης διανομής (μήπως θα έπρεπε να θεσμοθετηθεί ένα ανάλογο).
Μουσική, ρυθμός, ρεαλισμός (στα όρια τού νατουραλισμού), αληθοφάνεια, κινηματογραφικού τύπου αφηγηματικές τεχνικές (και επιδόσεις), συνεχώς ανελισσομένη πλοκή με τα απαραίτητα ιντερμέδια (για την χαλάρωση τής πρόσληψης των σημάτων από τον θεατή)…
Η παραδοσιακή αφήγηση απαιτεί δεξιοτέχνες ερμηνευτές με πλήρη κατοχή των εκφραστικών τους μέσων (κάτι που συνέβη εδώ σε άριστο βαθμό).
Συν-πρωταγωνιστούν: Μαίρη Βιδάλη, Μιχάλης Αλικάκος, Ρούλα Αντωνοπούλου, Βάνα Βάσιου, Σάββας Σουρμελίδης (φωνή).
Εκπληκτικά πρωτότυπος ο τρόπος που αποδίδει πασίγνωστα τραγούδια από τα ελληνόφωνα χωρία της Καλαβρίας η συνταρακτική Ρούλα Αντωνοπούλου.
Συντελεστές αρμονικοί και συμβατοί μεταξύ τους, ενορχηστρωμένοι πλήρως στο βωμό του σεβασμού απέναντι στο πνεύμα (και στο γράμμα) συγγραφέα (και έργου του):
Σκηνικά: Ιωάννα Κατσιαβού.
Φωτισμοί: Γιώργος Δανεσής.
Επικοινωνία: Νταίζη Λεμπέση.
Δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο. Παρακολούθησα την επιτυχημένη αυτή παράσταση δύο φορές και την είδα να λειαίνεται σε ένα διαμάντι κρυστάλλινων, διαυγών προθέσεων και επιτεύξεων.
Ας πληθαίνουν αυτά τα θεάματα που σέβονται τον θεατή και δεν προσβάλλουν την ήδη διάτρητη (από την τηλεόραση) αισθητική μας.
Μην υποτιμάτε τους επαρκείς αναγνώστες και τους υποψιασμένους θεατές, γιατί θα σηκωθούν οι αμμόλοφοι τής Ιστορίας και θα σας θάψουν μαζί με άλλους δεινό-σαυρους και μεγα-θηρία.
Στα μικρά θέατρα συμβαίνουν μεγάλα θαύματα.
Κυνηγήστε τα!!!
Μετά Λόγου Γνώσεως,
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας
https://konstantinosbouras.gr