Πριν πολλά χρόνια, βγήκε στην πιάτσα μουσικοκριτικός και κατακεραύνωσε τον Μάνο Χατζιδάκι, γιατί το “Χασάπικο 40” ήτανε, λέει, κλεμμένο από τον Μότσαρτ. Ο Μάνος απάντησε: Μα γι’ αυτό το είπα 40 γιατί είναι από την Symphony 40 in G min, του Μότσαρτ.
Τον ίδιο καιρό περίπου το Εθνικό Θέατρο θέλει να πάει στη Γερμανία μια παράσταση, που είχε κάνει τα σκηνικά ο Γιάννης Τσαρούχης. Ο Τσαρούχης τους είπε: Μην το πάτε στη Γερμανία, γιατί έχω κλέψει από εκεί το σκηνικό.
Ο Τσαρούχης πάλι, παίρνει ένα σκηνικό της Πόποβα για μια παράσταση του Μέγιερχολντ, το κονταίνει και το φαρδαίνει και φτιάχνει το σκηνικό για τους Όρνιθες του Κουν.
Ο φίλος μου ο Νίκος Αλεξίου αντιγράφει, ξεπατικώνει και αναπαράγει σε πολλαπλά αντίγραφα τα σκίτσα των μοναστηριών του Μπάρσκυ και φτιάχνει μια σειρά από τα καλύτερα έργα του.
Ο Σαίξπηρ και ο Μπρέχτ ξαναγράφουν έργα αλλονών, αλλά ο κόσμος δεν ξέρει τα πρωτότυπα, ξέρει μόνο τον Ληρ του Σαίξπηρ και την Όπερα της Πεντάρας του Μπρέχτ.
Συνιστούν αυτές οι ενέργειες κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας;
Κατά τον νόμο, ναι, εφ’ όσον ο θάνατος του δημιουργού του πρωτότυπου απέχει λιγότερο από 70 χρόνια.
Έτσι έχουμε το παράλογο φαινόμενο να μην έχει πνευματικά δικαιώματα το πρωτότυπο και να έχει το αντίγραφο. Είπατε τίποτα;
Μεταξύ των πιο αυστηρών πνευματικών δικαιωμάτων στο θέατρο είναι αυτά του Μπρεχτ, ενός δημιουργού, που ένα μεγάλο μέρος του έργου του είναι αντιγραμμένο ή έστω εμπνευσμένο από έργα αλλονών.
Μη γελάσετε! Αυτό δεν είναι ανέκδοτο!
Πού λοιπόν εξαντλείται το πνευματικό δικαίωμα;
Χωρίς καμιά αμφιβολία το πνευματικό έργο ζώντος δημιουργού, -ζώντος δημιουργού, ζώντος δημιουργού- πρέπει να προστατεύεται και μάλιστα πολύ αυστηρά, για να μπορεί ο πνευματικός δημιουργός να ζει και να δημιουργεί.
Όμως, όταν το πνευματικό έργο, γίνεται υλικό, δηλαδή μεταφράζεται σε χρήμα, δηλαδή γίνεται εμπόρευμα και μάλιστα μεταβιβάζεται σε -μη πνευματικούς- τρίτους, δηλαδή σε εταιρείες ή κληρονόμους, που δεν έχουν καμία σχέση με το πνεύμα, το οποίο εκμεταλλεύονται, εκεί η «προστασία» είναι εκ του πονηρού.
Ξέρω ότι στη μουσική βιομηχανία, επειδή εκεί τα χρήματα είναι πάρα πολλά, οι εταιρείες εκμετάλλευσης, ακριβώς επειδή έχουν μεγάλη δύναμη, έχουν επιβάλει μια προστασία, που ισοδυναμεί με εκμετάλλευση, πρώτα των δημιουργών και μετά του ακροατή. Ναι, ξέρω, η μουσική βιομηχανία έχει επενδύσει πολλά χρήματα και σε δημιουργούς, που δεν έγιναν ποτέ δημιουργοί και θέλουν τα λεφτά τους πίσω.
Επιδίωξη των μεγάλων πνευματικών δημιουργών είναι πρώτα αυτή καθ’ αυτή η δημιουργία και η κοινοποίηση του έργου τους στην κοινωνία και μετά η δυνατότητα επιβίωσης των ίδιων από την πώληση του έργου τους, για να μπορούν βεβαίως να επιβιώσουν και να συνεχίσουν να δημιουργούν πνευματικά έργα.
Βέβαια, αν η Κοινωνία-και κατ’ επέκτασιν η Πολιτεία- αναγνώριζε την αναγκαιότητα της ύπαρξης των πνευματικών αγαθών, η ίδια θα έπρεπε να εξασφαλίζει στους πνευματικούς δημιουργούς, πρώτα την επιβίωση και μετά την παροχή συνθηκών, που να βοηθούν στη βελτίωση της πνευματικής τους δημιουργίας. Ξέρω, αυτή είναι μια πολιτεία επιστημονικής φαντασίας.
Ναι, το πνευματικό έργο πρέπει να προστατεύεται.
Όμως η προστασία με υπερβολή, δηλαδή όταν φτάνει στο σημείο να απαγορεύει, έχει σαν αποτέλεσμα να μειώνεται η κατανάλωση του πνευματικού έργου και, όταν πρόκειται για εξαιρετικά καλλιτεχνικά έργα, αυτό έχει συνέπειες στην καλλιέργεια της κοινωνίας, δηλαδή στοιχειοθετεί κοινωνικό έγκλημα.
Γράφω για ένα θέμα που έχει πολλές οπτικές γωνίες, αντικρουόμενα συμφέροντα και σκοτεινές παραμέτρους.
Όμως βλέπω γύρω μου στρεβλώσεις, που δεν είναι προστασία, είναι νταβατζιλίκι. Μερικές υπαρκτές περιπτώσεις:
Μια σκανδαλώδης εταιρεία εκμετάλλευσης των μουσικών δημιουργών.
Η εκβιαστική παροχή δικαιωμάτων με ανταλλάγματα προσωπικού χαρακτήρα.
Η αμφιλεγόμενη «προστασία» από άμουσους κληρονόμους.
Απαγορεύσεις που επικαλούνται πνευματικό δικαίωμα, αλλά κάμπτονται όταν πέσει πολύ χρήμα κλπ κλπ
Πολλά θεατρικά έργα δεν ανεβαίνουν στη σκηνή, επειδή αυτός που εκμεταλλεύεται τα πνευματικά δικαιώματα του συγγραφέα έχει υπερβολικές οικονομικές απαιτήσεις, δυσανάλογες με τις αντικειμενικές οικονομικές συνθήκες του κοινού ή της θεατρικής παραγωγής.
Σε πολλές περιπτώσεις, που ξέρω, οι ίδιοι οι δημιουργοί είναι πολύ ελαστικότεροι στις οικονομικές απαιτήσεις τους , σε αντίθεση με τους κληρονόμους ή τους εκδότες τους.
Θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε όλοι μαζί σε κάποιες παραδοχές: Όπως, πχ ότι το πνευματικό έργο είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα. Όταν γίνεται εμπόρευμα, παύει να είναι πνευματικό αγαθό. Υλικοποιείται και αλλάζει χέρια, όχι μυαλά.
Ο καταναλωτής, βεβαίως, πρέπει να πληρώνει -με χρήμα- για την κατανάλωση του πνευματικού έργου, αλλά η διακίνηση μεταξύ των δημιουργών πρέπει να είναι εντελώς ελεύθερη, χωρίς κανένα περιορισμό. Το κάθε πνεύμα τρέφεται από την παραγωγή και τις κατακτήσεις ενός άλλου πνεύματος, όπως οι επιστήμες, για να προχωρήσουν πρέπει να χρησιμοποιήσουν τα προηγούμενα βήματα όλων των επιστημών.
Το 1744, όταν ο Βενιαμίν Φραγκλίνος είναι 38 ετών, αρχίζει η βιομηχανική παραγωγή της “θερμάστρας Φραγκλίνου”. Ο εφευρέτης της αρνείται να ζητήσει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, διότι λέγει: “Όπως απολαμβάνουμε μεγάλα πλεονεκτήματα από τις εφευρέσεις άλλων, θα πρέπει να είμαστε ευτυχείς από την ευκαιρία που μας δίνεται να υπηρετήσουμε άλλους, μέσω οποιασδήποτε δικιάς μας εφεύρεσης”, αναφέρει ο καθηγητής Θ. Π. Τάσιος, στα 5 Μαθήματα Ζωής, έκδ. Αγγελάκη, 2015.
Τι ωραία θα ήταν, αν τα ποιήματα, τα έργα τέχνης, τα θεατρικά έργα ήσαν σαν την θερμάστρα του Φραγκλίνου.
Εγώ προσωπικά όχι μόνο επιτρέπω, αλλά είμαι και πολύ υπερήφανος, όταν οι μαθητές μου κλέβουν από τις σκηνοθεσίες μου…