ΠΑΙΔΙΚΟ Ή ΠΑΙΔΑΡΙΩΔΕΣ;
Το κείμενο που ακολουθεί είναι ελλιπές για μια πλήρη προσέγγιση του θέματος, αλλά θα πρέπει να συζητούμε, σε κάθε ευκαιρία, ένα θέμα που απασχολεί και «παιδεύει». Υπάρχει τεράστια ανάγκη να προκληθεί η Πολιτεία και η Κοινωνία να αντιμετωπίσουν σοβαρά μια κατάσταση, που μπορεί να βελτιώσει ή να υποβαθμίσει το μέλλον της.
Ογδόντα πέντε χρόνια πριν, ο Γιάννης Τσαρούχης με τον Κάρολο Κουν, έκαναν τη μεγάλη -για πολλούς- απρέπεια, δηλαδή τη σκανδαλώδη καλλιτεχνική σύλληψη, να ντύσουν τους βασιλιάδες στην Ερωφίλη του Χορτάτζη με κοστούμια κατασκευασμένα από λινάτσα. Οι ιδέες του Κουν και του Τσαρούχη αναμόρφωσαν, ως γνωστόν, το ελληνικό θέατρο του εικοστού αιώνα, αλλά υπάρχουν ακόμη καλλιτέχνες του θεάτρου που φτιάχνουν ρούχα για βασιλιάδες και βασιλοπούλες με γυαλιστερές φόδρες, “εμπνευσμένα” από αποκριάτικα “βασιλικά” κοστούμια. Και υπάρχουν ακόμη δάσκαλοι, καθηγητές και γονείς, που θαμπώνονται από τα ψευτοσατέν.
Η Τέχνη είναι πολιτικοκοινωνική πράξη, επομένως η σημασία της είναι μεγάλη, δυναμική και επικίνδυνη . Στην περίπτωση της Τέχνης που απευθύνεται στα παιδιά, ο ρόλος είναι και παιδευτικός, αφού κάθε τι πνευματικό, που προσφέρεται στο παιδί, είναι μέρος της εκπαίδευσής για την ένταξη του στην κοινωνία και τον κόσμο. Γι’ αυτό η ευθύνη των δασκάλων και των καλλιτεχνών, που ασχολούνται ή καθοδηγούν τα παιδιά στο θέατρο, είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Η ευθύνη των γονιών στη φροντίδα των παιδιών τους δε χρειάζεται βέβαια να συζητηθεί. Είναι δεδομένη και υποχρεωτική.
Η Τέχνη, σαν ζωντανό παράδειγμα ζωής, επιδρά μυστικά στον ψυχισμό και την εν γένει καλλιέργεια, και, κατά συνέπεια, η ζημιά, αλλά και η ωφέλεια από αυτήν, όταν συμβαίνει, είναι ισχυρότατη και διαρκής, ενώ ακολουθεί το άτομο σ’ όλη του τη ζωή. Χρειάζεται λοιπόν ιδιαίτερη προσοχή στις επιλογές, αλλά και στον τρόπο της προσφοράς της στο παιδί.
Τα θεατρικά έργα και ο τρόπος παράστασής τους είναι, δυστυχώς, επιλογή των παραγωγών του θεάτρου, που σε πλείστες των περιπτώσεων δεν παίρνουν υπόψη τους τον αισθητικό και εκπαιδευτικό ρόλο του θεάτρου για παιδιά, αλλά το οικονομικό όφελος, με αποτέλεσμα… να βλέπουμε βασιλιάδες ντυμένους με φόδρες, για να φαίνονται φανταχτεροί.
Έτσι έχουμε επιλογές που επιδιώκουν να απασχολήσουν το παιδί για ένα δίωρο, να “ξεκουράσουν” τον γονιό ή τον δάσκαλο, με αισθητική που καθορίζεται από τον κυρίαρχο δημιουργό αισθητικής στις μέρες μας, την τηλεόραση, και μάλιστα όχι από τα προγράμματα ή ταινίες ποιότητας, -μια και αυτά δεν πουλάνε-, αλλά από τα πρωινάδικα, τα μεσημεριανάδικα και τα σήριαλ χαμηλού επιπέδου της κυρίαρχης ζώνης θεαματικότητας. Πλείστα ατμοσφαιρικά έργα φωτίζονται σαν να διαδραματίζονται σε τηλεοπτικό στούντιο. Υπάρχουν βεβαίως, και ευτυχώς, επιλογές από θιάσους που αντιμετωπίζουν το παιδί ως μελλοντικό θεατή ή ως ένα πολίτη υπό διαμόρφωση. Όλα, ως εκ τούτου, είναι θέμα ποιότητας και ευθύνης. Δυστυχώς κυκλοφορεί ευρέως η αντίληψη ότι το θέατρο για παιδιά είναι κατώτερο του άλλου θεάτρου και συγχωρούνται ευκολίες ή ευτέλειες στη δημιουργία εκ μέρους των θεατών, αλλά και των ίδιων των δημιουργών.
Δυστυχώς στα χρόνια της κρίσης, η οικονομική στενότητα στο χώρο του θεάτρου οδήγησε ένα μεγάλο μέρος των “παραγωγών” του εμπορικού θεάτρου, ή νεόκοπων παραγωγών υπόπτων ελατηρίων, να στραφούν στο θέατρο για παιδιά, επειδή το παιδικό κοινό είναι εύκολο να εντοπισθεί και να κατευθυνθεί μαζικά.
Η υπερπληθώρα ηθοποιών εξασφαλίζει σ’ αυτούς τους παραγωγούς φτηνό εργατικό δυναμικό, που πολλές φορές εξαπατούν ή δεν πληρώνουν τα συμφωνημένα, ή και ματαιώνουν παραγωγές, όταν αντιληφθούν ότι δεν θα κερδίσουν αρκετά. Και δυστυχώς η δύναμη και η επιρροή του Σωματείου των Ηθοποιών είναι ισχνή, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει και να εξουδετερώσει το φαινόμενο.
Έτσι δεν μπορεί να αναδειχθεί μια άλλη δυνατότητα του θεάτρου για παιδιά, να συμβάλει δηλαδή στην εκπαίδευση των νέων ηθοποιών, αφού οι σκηνικές απαιτήσεις σ’ αυτό το θέατρο είναι πολύ μεγαλύτερες από τα συνήθη έργα ρεπερτορίου, που ο ηθοποιός παίζει συνήθως ένα μόνο ρόλο κάθε φορά. Η θητεία στο θέατρο για παιδιά υποχρεώνει τον ηθοποιό να χρησιμοποιήσει διαφορετικά εκφραστικά μέσα, πρέπει να χορέψει, να τραγουδήσει, να κινηθεί πλαστικά και να παίξει πολλούς ρόλους. Και ακόμη οι απαιτήσεις της σκηνοθεσίας είναι τέτοιες που δεν επιτρέπουν, ακόμη, στο θέατρο για παιδιά, να χρησιμοποιήσει τη νέα μόδα της αποδόμησης ή της μεταμοντέρνας ανοησίας κι έτσι διασώζεται ακόμη στο θέατρο για παιδιά, η βαρύτητα και η πρωτοκαθεδρία του κειμένου, ως βασικού φορέα του νοήματος. Βέβαια το νόημα του κειμένου ακολουθείται από το νόημα των συμπεριφορών, της κίνησης και της εικόνας, που εξίσου αναπτύσσουν και καλλιεργούν αισθητικά και συναισθηματικά τα αισθητήρια των νέων θεατών.
Το θέατρο για παιδιά επιφορτίζεται και το ρόλο να προετοιμάσει και να καλλιεργήσει την αντίληψη του μικρού θεατή, για να μπορέσει, ως ενήλικας, να απολαύσει το μεγάλο θέατρο, να κατευθυνθεί ως μεγάλος θεατής σε έργα και παραστάσεις υψηλών προδιαγραφών αισθητικής και κοινωνικής αξίας.
Και ο ρόλος του σχολείου; Το σχολείο προωθεί μεν τυπικά τις εξόδους για θέατρο, αλλά η πολιτεία αφήνει τους δασκάλους αβοήθητους, ως προς τις επιλογές και τις προεκτάσεις, που το θέατρο οφείλει να έχει στην εκπαιδευτική διαδικασία. Για παράδειγμα, η συζήτηση των παραστάσεων στο χώρο του σχολείου, πριν ή μετά την παρακολούθηση από τα παιδιά, επαφίεται στο φωτισμένο δάσκαλο ή σε κάποιους εκ των θιάσων, ενώ θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικό συμπλήρωμα της παράστασης. Έτσι είναι δύσκολο στους ανθρώπους του θεάτρου να επιλέγουν πιο σύνθετα έργα και εκφραστικούς δρόμους, μήπως και ο δάσκαλος φοβηθεί για την κατανόησή τους. Ο φόβος αυτός των δασκάλων είναι αβάσιμος, γιατί τα παιδιά αντιλαμβάνονται πολύ περισσότερα απ’ αυτά που οι δάσκαλοί τους νομίζουν.
Βέβαια υπάρχουν φορείς που κάνουν σωστή δουλειά, π.χ. μουσεία με εκπαιδευτικά προγράμματα, οργανισμοί που σέβονται και τηρούν την αποστολή τους, όμως δυστυχώς είναι η μικρή μειοψηφία. Η Τέχνη, ως προσφορά και ευθύνη, θα έπρεπε να είναι έργο της Κοινωνίας, δηλαδή της Πολιτείας.
Μέχρι τώρα έχω σκηνοθετήσει παραστάσεις για παιδιά κι άλλες που φτιάχτηκαν για μεγάλους, αλλά παρακολούθησαν και μαθητές σχολείων σε ειδικές παραστάσεις. Όλες οι παραστάσεις αυτές δεν φτιάχτηκαν με κάποια ιδιαίτερη αντίληψη, επειδή απευθύνονταν σε παιδικό κοινό. Ίσχυε το ίδιο ακριβώς, όπως για οποιαδήποτε άλλη παράσταση. Βάση της σκηνοθεσίας είναι οι ηθοποιοί και το κείμενο, και στη συνέχεια η επί μέρους συμβολή των υπολοίπων καλλιτεχνικών συνεργατών. Η παράσταση είναι μια συνισταμένη όλων αυτών.
Το μόνο που υπήρχε ως μέριμνα, στις παραστάσεις για παιδιά, ήταν η χρήση ενός κώδικα επικοινωνίας κατανοητού από τα παιδιά• π.χ. η αποφυγή των μεγάλων μονολόγων ή η χρησιμοποίηση συμπεριφορών προσιτών στους κώδικες κατανόησης των παιδιών, περισσότερο παραστατικά ρούχα και σκηνικά, η μουσική και τα τραγούδια, που εξασφαλίζουν καλύτερη επικοινωνία και προσοχή από μέρους των μικρών θεατών. Το κριτήριο της προσοχής είναι πολύ σημαντικό, γιατί η προσοχή του παιδιού πολύ εύκολα διασπάται από ένα πιο ενδιαφέρον ερέθισμα.
Η επιλογή των κειμένων, πρωτότυπων έργων ή διασκευών, έγινε με βασικό κριτήριο την παιδευτική-συναισθηματική χρησιμότητα-αποτελεσματικότητα και δευτερευόντως τη διασκεδαστική παράμετρο. Ίσως και λίγο τραβηγμένες επιλογές, ως προς τη δυσκολία επί μέρους στοιχείων, (της γλώσσας π.χ. σε ένα παραδοσιακό παραμύθι, της θεατρικής γραφής στην περίπτωση ενός έργου του Σαίξπηρ ή μιας πιο σύνθετης δραματουργίας με τα μονόπρακτα του Τσέχωφ), που σκοπό είχαν την προώθηση της αντίληψης των παιδιών και την εξοικείωση τους με στοιχεία πέραν της καθημερινότητάς τους, καθώς και την προετοιμασία για την επικοινωνία και εξοικείωση με την ποίηση και τη λογοτεχνία.
Η επιλογή, ας πούμε, μιας παλιάς μετάφρασης σε ένα έργο εποχής κάνει το κείμενο περισσότερο παραμυθένιο, αλλά και δίνει στα παιδιά ένα άρωμα ελληνικής γλώσσας, που θα τα βοηθήσει στην επικοινωνία τους με άλλα λογοτεχνικά κείμενα του παρελθόντος.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι το θέατρο για παιδιά είναι μια πάρα πολύ σοβαρή υπόθεση για να αφήνεται ανεξέλεγκτα στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Ένα ευνομούμενο κράτος έχει υποχρέωση να μεριμνήσει για το μέλλον του, που αν δεν συνδεθεί με τις νεότερες γενιές είναι καταδικασμένο να αφανιστεί.
Δεν φτάνει το ένδοξο παρελθόν των προγόνων, ούτε η τουριστική ανάπτυξη με τα τσολιαδάκια και τα συρτάκια ή τις κινέζικες επενδύσεις στα λιμάνια και στα τραίνα.
Ο Πολιτισμός είναι η Επένδυση.
(Αφιερωμένο στη μνήμη του πρόσφατα χαμένου Δημήτρη Σεϊτάνη που έδωσε μεγάλο αγώνα για το Παιδικό Θέατρο)