Μπορεί να υπάρξει «Ψηφιακό θεατρικό κοινό»;
Οι συνθήκες συγχρωτισμού που καθορίζει ο νέος ιός επιβάλλει νέες θεατρικές πρακτικές και εμπνέει νέες μορφές αναζήτησης και λειτουργίας του ηθοποιού.
Η απόσταση που επιβάλλεται, αντιστέκεται στη βασική αρχή της λειτουργίας του θεάτρου, που είναι «να φέρνει τους ανθρώπους κοντά». Κοντά στη σκέψη του άλλου, κοντά στην έμπνευση του συγγραφέα, κοντά στα άτομα που μοιράζονται μια κοινή εμπειρία, που είναι το Θέατρο.
Προφανώς θα έχουμε νέες αναζητήσεις υποκριτικής λειτουργίας και τα αποτελέσματα τους θα εμφανιστούν επί σκηνής.
Το κοινό θα έχει νέες εικόνες θεάτρου, αλλά έτσι κι αλλιώς πάντα αυτό συνέβαινε με το θέατρο.
Μόνο που αυτή τη φορά το «νέο» δεν προκύπτει από νέες πνευματικές συνθήκες και αναζητήσεις, αλλά από μια υγειονομική ανάγκη.
Όπως στις παλιές εποχές της πανώλης.
Τότε η λύση ήταν να σταματήσει το θέατρο, μέχρι να περάσει το κακό.
Στην εποχή μας το θέατρο είναι ισχυρός παράγων οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας και -όπως φαίνεται από τις προς το παρόν οδηγίες- υπάρχει κίνητρο να μείνει ανοιχτό, με αυστηρούς υγειονομικούς όρους.
Παράλληλα οι νέες δυνατότητες της τεχνολογίας, μπορούν να αναπαράγουν παραστάσεις, να διαδώσουν το θέατρο ψηφιακά και να το παρουσιάζουν σε διαφορετικό κοινό από το συνδεδεμένο μαζί του με την παράσταση.
Ένα κοινό που θα μπορούσαμε να το πούμε: «ψηφιακό κοινό».
Ο ηθοποιός του θεάτρου έχει, στη διάρκεια της παράστασης, άμεση επικοινωνία με το κοινό του, αντιλαμβάνεται τις αντιδράσεις του, εισπράτει την ψυχική του κατάσταση, και στο τέλος της παράστασης το κοινό εκδηλώνει την όποια αποδοχή του με το χειροκρότημα.
Τι συμβαίνει όμως με το «ψηφιακό κοινό»;
Πώς μπορεί να επικοινωνήσει ο δημιουργός μιας παράστασης με αυτό το κοινό;
Η αμεσότητα πλατείας και σκηνής εξαφανίζεται.
Η αποδοχή ή η απαξίωση της παράστασης μπορεί να αποδοθεί μόνο ψηφιακά, δηλαδή μέσω των διαδικτυακών μέσων επικοινωνίας.
Ο ηθοποιός θα μάθει, όχι δια ζώσης, αλλά μέσω περιπλανώμενης στο διαδίκτυο πληροφορίας, αν αρέσει ή όχι στο κοινό που τον βλέπει με αυτόν τον τρόπο· και βέβαια εκ των υστέρων, όχι την ώρα που παίζει.
Όμως η πληροφορία που θα έρθει από κριτικούς που θα κρίνουν ή από δημοσιογράφους που θα γράψουν την άποψη τους ή από τους θεατές που θα σχολιάσουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ΔΕΝ είναι η αντίδραση του κοινού της παράστασης.
ΔΕΝ είναι η θεατρική πραγματικότητα.
Είναι η ψηφιακή οπτική του θεάτρου.
Δηλαδή κάτι που μπορεί και να μην υπάρχει.
Η κριτική, η είδηση, το σχόλιο μπορεί να είναι εντελώς πλασματικά, μπορεί μάλιστα να αναφέρονται και σε μια παράσταση που δεν έγινε ποτέ.
Το ψηφιακό ψέμα είναι πανεύκολο.
Το θέατρο είναι μια ψευδαίσθηση, αλλά όχι αυτού του είδους.
Είναι μια ψευδαίσθηση της ζωής.
Αν γίνει και ψευδαίσθηση του εαυτού του, μήπως παύει να υπάρχει;
Για να μην περάσουμε σε μια εποχή που το θέατρο θα είναι σαν να μην είναι, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να διαφυλάξουμε με κάθε θυσία την επαφή του ηθοποιού με το κοινό του, τη γνωστή σχέση σκηνής και πλατείας, την υποχρεωτική συνθήκη ύπαρξης του θεάτρου.
Οι παραστάσεις που αποτυπώνονται ψηφιακά να γίνονται μόνο ως τεκμήρια. Μόνο ως εργαλεία μελέτης για τους ιστορικούς και τους ερευνητές.
Όχι για θέαση από το κοινό.
Για το κοινό θα πρέπει να βρούμε μια νέα μορφή, κάτι ανάμεσα σε θέατρο και κινηματογράφο, που θα μεταφέρει τη θεατρική εργασία περίπου σαν κινηματογραφική εμπειρία, όχι σαν εμπειρία θεάτρου.
Η Τηλεόραση, και τα μέσα προβολής των ηθοποιών της, έχει ήδη δημιουργήσει μια σύγχυση σχέσης ηθοποιού και θεατή, ας μην επεκταθεί και στη θεατρική πραγματικότητα.
Η ανάσα του θεατή είναι απαραίτητη στον ηθοποιό του θεάτρου, για να του δώσει κουράγιο στο δύσκολο αγώνα του επί σκηνής, το χειροκρότημα κάθε βραδιάς είναι απαραίτητο οξυγόνο για το μεταβολισμό του θεάτρου, μια επίσκεψη στο καμαρίνι μετά την παράσταση είναι μια τελετουργία στα άδυτα.
Αυτά δεν πρέπει να χαθούν.
Πρέπει να προστατευτούν ως κόρη οφθαλμού, γιατί μόνο έτσι μπορεί το θέατρο να βλέπει την κοινωνία.
Ένα θέατρο που δεν βλέπει την κοινωνία, που δεν βλέπει τη ζωή, δεν είναι ΘΕΑΤΡΟ, είναι απλώς άλλο ένα καταναλωτικό προϊόν, ένα απλό παιχνιδάκι διασκέδασης για να περνάει η ώρα.
Θα τολμήσω να προτείνω μια τέτοια μορφή ψηφιακής αποτύπωσης μιας παράστασης.
Η κινηματογραφική καταγραφή της από πολλές γωνιές λήψης, μέσα και έξω από τη σκηνή, αλλά συγχρόνως και η καταγραφή των αντιδράσεων των θεατών σε κομβικές στιγμές της πλοκής ή των σημαντικών υποκριτικών στιγμών, δηλαδή μια καταγραφή συνολικά της θεατρικής πράξης, που θα εμφανίζει συγχρόνως την σκηνή και την πλατεία σαν ένα αλληλένδετο σύνολο, όπως πραγματικά είναι.
Δηλαδή να υποχρεωθεί ο «ψηφιακός θεατής» να δει την παράσταση με το βλέμμα όχι μόνο το δικό του, αλλά και διά του βλέμματος του «άλλου», του πραγματικού θεατή της παράστασης, την ώρα που αυτή συμβαίνει.
Ξέρω, είναι πολύ ακριβό, στοιχίζει πάρα πολλά και θέλει μια πρόσθετη επιμελημένη και πρωτότυπη εργασία.
Δηλαδή, στην εποχή που όλα μετρώνται με κριτήρια κόστους, προτείνω μια ουτοπία.
Αλλά μήπως το ίδιο το θέατρο, δεν αποδεικνύει, με την αντοχή του τόσους αιώνες, ότι η ουτοπία μπορεί να υπάρξει;