Αυτοί οι δύο τελευταίοι μήνες της Άνοιξης – οι κατεξοχήν ανοιξιάτικοι – που προκαλούν το ξύπνημα της γης, που διώχνουν το χειμώνα στα βάθη μιας έτσι κι αλλιώς επιλήσμονος μνήμης, αυτής που έζησε κάθε μέρα του ψυχρού χειμώνα, αλλά την απώθησε γρήγορα όταν άνοιξε ο καιρός, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό και οι δύο: παράξενες πρωτομηνιές.
Ο Απρίλης που εκτελεί το πρελούδιο της Άνοιξης, γιατί ο προηγούμενος, ο πρώτος μήνας της συνήθως δεν έχει τα χαρακτηριστικά των δύο επόμενων, η πρώτη του μέρα είναι η μέρα του ψέματος, η Πρωταπριλιά που ανήκει στη δικαιοδοσία της λαογραφίας.
Κι ο Μάης την ανθοστόλιστη Πρωτομαγιά που λόγω ιστορικών συμβολισμών ανήκει στους εργάτες όπου γης και επομένως στην πολιτική. Και έχει εξαιτίας αυτής έξαρσης της φύσης και μια έξαρση αγωνιστικής κινητοποίησης. Μια επαναστατικότητα. Απόδειξη ότι μετά την καθιέρωσή της ακόμα σήμερα γίνονται συλλήψεις και επιβάλλονται απαγορεύσεις και σε κάποιες αυταρχικές χώρες υπάρχουν και κάποια θύματα τη μέρα αυτή. Είναι γνωστό ότι αν και καθιερώθηκε σαν αργία, δεν είναι αργία αλλά απεργία. Γι’ αυτό μέρα πολιτικής διεκδίκησης για τα εργασιακά δικαιώματα.
Φέτος μια χρονιά δίσεκτη, δηλαδή φορτωμένη με μια επιπλέον μέρα και γι’ αυτό δυσοίωνη, ενέσκηψε όχι βέβαια μια πανούκλα, αλλά ο κορονοϊός – δείγμα του ότι το βιασμένο από τον άνθρωπο και τα μεγάλα συμφέροντα κλίμα παίρνει την εκδίκησή του σπέρνοντας μολύνσεις. Λέγεται μάλιστα πως δεν είναι ο πρώτος θανατηφόρος ιός που εμφανίστηκε και δεν θα είναι, απ’ ότι δείχνουν τα πράγματα, κι ο τελευταίος.
Η φύση στέλνει μια προειδοποίηση: ο άνθρωπος πρέπει επιτέλους να κατανοήσει πως πρέπει να την αγαπά αντί να την αντιστρατεύεται, να συμπορεύεται μαζί της και όχι να στρέφεται εναντίον της, να την εξευμενίζει καθησυχάζοντάς την και όχι να την καθυποτάσσει όπως έκανε μέχρι τώρα. Αλλιώς ο κόσμος θα σκοτεινιάσει κι άλλο. Και ο Αρμαγεδδών θα εξαπολυθεί ένα επόμενο δίσεκτο έτος, ή πιο νωρίς ή πιο αργά απ’ αυτό.
Όποιος βιάζει και παραβιάζει, ή έστω κωφεύει απέναντι στο σωστό που πρέπει να πράξει δεν πρέπει να νιώθει νικητής, αφού ο άνθρωπος δεν πρέπει να νικήσει για να ζήσει αρμονικά μέσα στη φύση ή με τη φύση, αλλά να υπομείνει γνωρίζοντας ότι εκείνη είναι αιώνια και εκείνος πρόσκαιρος.