Πσιτ! Πσιτ! – Πσιτ! Πσιτ! Δε θέλω πρωί-πρωί, ακόμα ο ήλιος δεν άνοιξε το μάτι του στο φως του, να σας ζαλίσω με ανοησίες. Αλλά ούτε και να σας παραπλανήσω θα επιδιώξω – αρκετή παραπλάνηση έχουμε φάει τελευταίως.
Γι’ αυτό θα είμαι σαφής, ευθύς, αληθινός, ευθυτενώς τοποθετημένος και κοιτάζοντάς σας ασκαρδαμυκτί – μια λέξη που άρεσε σ’ εμένα και στον Παπαγιώργη μοναχά – σας λέω:
”Όπως ξέρετε, – ε, κάποια πράγματα τα ξέρετε, χωρίς αμφιβολία – τα πουλιά κελαηδούν. Οι άνθρωποι μιλούν. Τα πουλιά έχουν την εξουσία του κελαηδήματος και οι άνθρωποι την εξουσία του λόγου.
Επειδή δε με βλέπετε σας διαβεβαιώνω πως συνεχίζω να σας κοιτώ ασκαρδαμυκτί – και η λέξη καμιά σχέση δεν έχει με το κάρδαμο, την τεστοστερόνη, το τεφαρίκι, το τζιμάνι, το μάγκα, ή το αίσχος.
Όμως αυτή είναι η τάξη του κόσμου, αυτή είναι η τάξη του κελαηδήματος – μόνο αυτά τα πλάσματα, τα πουλιά δηλαδή κελαηδούν και αυτή είναι η ανθρώπινη συνθήκη – όπως βλέπετε είμαι πολύ προσεκτικός, επειδή ακολουθώ την τάξη του λόγου, άσχετα αν είμαι βραδύγλωσσος – αυτό δεν έχει να κάνει. Όπως ο αργόστροφος έτσι και ο βραδύγλωσσος έχει περισσότερο χρόνο για σκέψη από τους άλλους που μιλούν, κατά κανόνα, χωρίς να σκέφτονται. Μην ξεχνάμε πως ο βραδύγλωσσος δεν είναι απαραίτητα και βραδύνους.
Ενώ αυτά συμβαίνουν όμως σ’ αυτόν τον κόσμο ένα πουλί δεν κελαηδά, αλλά κάνει έναν ήχο άλλο που δεν μοιάζει με κελάηδημα: πσιτ! πσιτ! πσιτ! πσιτ! Παρόλ’ αυτά που ισχυρίστηκα πιο πάνω φαίνεται πως έπεσα τελείως έξω υποστηρίζοντας πως η μιλιά των πουλιών είναι απαραίτητα το κελάηδημα, γιατί αυτό το πουλί, όλα τα πρωινά του κόσμου, έχει εγκατασταθεί στην οδό των Κορακιών, όπου διαμένω και στον αριθμό 7 μάλιστα. Το πουλί παρενοχλεί τους διαβάτες με τα πσιτ πσιτ του. Ίσως να το έχουν εκπαιδεύσει έτσι κάποιοι επιτήδειοι, λέω, ή να του έχουν κοντύνει τη γλώσσα και αυτοί οι επιτήδειοι να επιδίδονται ανενόχλητοι στην πραγματοποίηση των σχεδίων τους.
Αντίθετα με αυτούς εμείς επιδιδόμεθα σε πράξεις ‘’Αλληλεγγύης για όλους’’. Αλλά αυτό το πουλί ξεφεύγει από την τάξη του κόσμου, ακόμα και απ’ το παιχνίδι του Αξελού – του κόσμου είναι και αυτό – καθώς έχει ξεφύγει από το κοπάδι και άντε τώρα να το βρεις το κοπάδι αυτό από το οποίο δραπέτευσε ή να βρεις τον κανόνα που παρέβη γραμμένο στις δέλτους των νόμων. Άντε τώρα να βρεις την Ύβρι που διέπραξε και να το τιμωρήσεις αναλόγως. Πρέπει να νουθετηθεί αυτό το πουλί που ξέφυγε. Δεν είναι καθόλου αστείο και πολύ φοβάμαι πως πίσω απ’ αυτό το πσιτ πσιτ του, κρύβεται μια ολόκληρη κοσμοθεωρία, ένα θεμελιώδες, άλυτο φιλοσοφικό πρόβλημα, ένας Κάφκα ή ένας φαλακρός κύριος με στενή και πολύ σφιγμένη στο λαιμό του γραβάτα.
Πάντως εγώ βγήκα με μια απόχη να το κυνηγήσω αυτό το παραβατικό πουλί, αλλά αυτό πηδούσε όπου δεν το ‘φτανε η απόχη και έκανε πσιτ! πσιτ! σαν να με κορόιδευε:
”Έλα εδώ πουλί μου, του είπα. Βραδύγλωσσο δεν είσαι και συ σαν εμένα; Και σκέφτηκα να του μιλήσω τη γλώσσα των πουλιών – μη ρωτάτε τώρα πού την έμαθα. Αλλά αυτό δεν την καταλάβαινε. Εγώ δεν μιλώ τη γλώσσα του και αυτό τη δική μου, έτσι στάθηκε αδύνατο να συνεννοηθούμε.
Κι ο κόσμος ετοιμαζόταν να κάνει Χριστούγεννα και η οργάνωσή μου ”Αλληλεγγύη για όλους” ετοιμαζόταν να συγκεντρώσει όλα τα καλούδια που έπρεπε οι άνθρωποι να έχουν για να γιορτάσουν τη Θεία Γέννηση. Εγώ σαν βραδύγλωσσος λοιπόν και μοναχικός καθώς ήμουν βάλθηκα να πλησιάσω αυτό το πουλί και στην αρχή σκέφτηκα να το υποχρεώσω να … γράψει 100 φορές ”δεν θα κάνω ποτέ ξανά πσιτ! πσιτ!”
Κι όμως φίλοι μου ο μόνος τρόπος να συνεννοηθώ μ’ αυτό το παραβατικό πουλί δεν ήταν να σταματήσει αυτό να κάνει πσιτ! πσιτ! αλλά να μάθω εγώ τη γλώσσα του πσιτισμού! Κι από την ώρα που την έμαθα ξέχασα την ανθρώπινη λαλιά και άρχισα να κάνω κι εγώ Πσιτ! Πσιτ!. Πιάσαμε λοιπόν κουβέντα με το πουλί. Ε!, η εικόνα που παρουσιάζαμε ήταν τελείως παράλογη χριστουγεννιάτικα, γι’ αυτό και κάποιοι λογικοί άνθρωποι μας κατήγγειλαν στις αρχές, οι οποίες οδήγησαν και τους δυο μας στο ψυχιατρείο και μας καταδίκασαν να περάσουμε εκεί τα Χριστούγεννα και να σωπάσουμε επιτέλους, γιατί αν δε σταματούσαμε τα πσιτ! πσιτ! θα περνάγαμε εκεί μέσα και το Πάσχα και το καλοκαίρι και τον άλλο χρόνο… Εμείς όμως βρήκαμε την ευκαιρία να μάθουμε όλους τους τροφίμους τη γλώσσα του πσιτισμού που όποιος τη μάθαινε ξέχναγε τη δική του και γινόταν ενοχλητικός για τις αρχές που πια δεν μπορούσαν να τιμωρήσουν και μάλιστα Χριστουγεννιάτικα όλο τον κόσμο που βρισκόταν εκεί μέσα και έτσι τη νύχτα των Χριστουγέννων μαζευτήκαμε γύρω από το δέντρο και ψάλλαμε τα πσιτικά κάλαντα που είναι περίπου έτσι:
Καλήν ημέρα πσιτ! πσιτ! Άρχοντες πσιτ! πσιτ!