Σταμάτησα να σου γράφω εδώ και δυο χρόνια. Δεν ήθελα, σαν να πείσμωσα ή να μπούχτισα με κάτι , δεν ξέρω … Δεν τα ψάχνω πια κάτι τέτοια , τα αφήνω να γίνονται έτσι όπως έρχονται…
Κάνω διάφορα αυτό το καιρό. Όπως την περασμένη Κυριακή το πρωί, πήγαμε με την Κ. σε ένα γνωστό μου να κάνει το μοντάζ ήχου για την παράσταση που ετοιμάζουμε στις αρχές του νέου χρόνου. Μας πήρε ώρες, εγώ δεν είχα ξαναπάει σε στούντιο μοντάζ, και μετά όλο το απόγευμα στη πρόβα… ξεπάτωμα … κάτι τέτοια κάνω. Μπορεί να ακούγονται ενδιαφέροντα και θαυμάσια αλλά στη πραγματικότητα δεν είναι … Ο καιρός περνάει από πάνω μου και τίποτα βασικά δεν γίνεται… Γι` αυτό δεν έγραψα, γιατί τίποτα δεν τρέχει … πραγματικά, που να έχει πραγματική σημασία, για μένα …
Πούλησα το οικόπεδο μου στο νησί πριν μερικές μέρες. Κάναμε τo συμβόλαιο στην Αθήνα, σε μια συμβολαιογράφο στα Εξάρχεια. Δεν περίμενα να βρεθεί αγοραστής και μάλιστα αμέσως, χωρίς παζαρέματα στην τιμή. Όχι δεν το σκότωσα, αλλά ούτε και πλούτισα. Η συμβολαιογράφος μας διάβασε το χαρτί , ο άνθρωπος μου έδωσε μια επιταγή και μετρητά. Είχα πάρει μαζί μου εκτός από τη γυναίκα μου και τον Ν. το φίλο μου, τον λογιστή, για να μετρήσει τα λεφτά. Είχαμε και ένα μηχανάκι που ελέγχει μη τυχόν είναι πλαστά. Κοιτούσα που ο Ν. μετρούσε … και ο άλλος κοίταζε, ο αγοραστής. Μετά οπισθογράφησε την επιταγή, υπογράψαμε το συμβόλαιο και φύγαμε. Εγώ, ο Ν. και η Δ. ,περπατήσαμε και οι τρεις μας στην ηλιόλουστη Αθήνα και λέγαμε διάφορα χαζά λίγο αλαφιασμένοι που κουβαλούσαμε τα λεφτά. Πήγαμε όλοι μαζί στην τράπεζα και ξεπλήρωσα το στεγαστικό, εύκολα έγινε αυτό, στο πιτς φυτίλι τελειώσαμε, άμα δίνεις λεφτά δεν έχει γραφειοκρατία.
Μετά ο Ν. και η Δ. φύγανε στις δουλειές τους και εγώ γύρισα με τον ηλεκτρικό μόνος μου στο σπίτι. Τώρα είναι δικό μου. Οι άλλοι είναι χαρούμενοι. Χαίρονται για μένα που έκανα αυτή τη πώληση εν`μέσω κρίσης. Κανονικά θα έπρεπε να είμαι και γω. Αλλά δεν είμαι. Συνήθως έτσι γίνεται με γεγονότα που με αφορούν άμεσα και λογίζονται ως σημαντικά. Έχω την αίσθηση ότι αυτό συμβαίνει σε κάποιον που εγώ παρακολουθώ και έχω περιέργεια να δω πως γίνεται αυτό το πράγμα και τίποτα άλλο.
Σκέφτηκα λίγο αυτό το κομμάτι γης στο νησί. Μετά σκέφτηκα το νησί, τη θάλασσα, και μετά εσένα. Σπάνια σε σκέπτομαι πια. Αφού δεν γράφω. Τότε που έγραφα σε θυμόμουν πιο συχνά. Και εμένα θυμόμουν ή προσπαθούσα να με θυμηθώ, όταν ήμουν μικρός στο νησί. Τώρα όμως δυσκολεύομαι να σε φέρω στο μυαλό μου, αρχίζεις να χάνεσαι από το συνειδητό μου κομμάτι και αυτό με στεναχωρεί.
Τώρα που πούλησα το οικόπεδο που μου άφησες ήθελα να σε σκεφτώ ζωντανά, με όλα τα χρώματα σου, τη φωνή σου, την κίνηση σου, το άρωμα του καπνού της πίπας σου, που κάπνιζες. Δεν μπόρεσα, ίσως γι`αυτό δεν χάρηκα ιδιαίτερα με την αγοροπωλησία που μ` απάλλαξε από το δάνειο.
Σκέφτομαι πολύ τη θάλασσα και τα βουνά απέναντι. Αυτή η εικόνα δεν φεύγει, εγώ είμαι αυτή ανάμνηση. Για κάποιο λόγο, θα ήθελα να ήσουνα και συ μια τόσο ζωντανή εικόνα στη μνήμη μου. Μα πάλι …με τέτοιες θύμησες με πιάνει μια λύπη πικρή και αυτό ξέρω δεν θα το ήθελες.
Δεν ξέρω, αλλά λέω να ξαναρχίσω να γράφω. Θα σου γράφω και σένα.