Διαβάζοντας αλλιώς…
Ελένη Δικαίου
Ο τελευταίος Έλληνας της Σμύρνης
1η εκδ. Αθήνα
Εκδόσεις Πατάκη, 2018
250σ. σχ. 21×14εκ.
ISBN978-960-16-8062-0
«o ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων»
(Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, 10:11-12)
Αυτό γράφει στην προμετωπίδα του βιβλίου, Ο τελευταίος Έλληνας της Σμύρνης, της Ελένης Δικαίου, στο οποίο περιγράφεται η ζωή, ο αγώνας, αλλά και ο μαρτυρικός θάνατος του μητροπολίτου Σμύρνης, Αγίου Χρυσοστόμου. Δεν είναι η πρώτη φορά που η μικρασιάτισσα στην καταγωγή Ελένη Δικαίου γράφει βιβλίο για την Μικρά Ασία. Το 1991 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στη λογοτεχνία για νέους με το βραβευμένο από την Ένωση Σμυρναίων Αθήνας μυθιστόρημα Τα κοριτσάκια με τα ναυτικά.
Προκειμένου να μιλήσει για τον Χρυσόστομο Σμύρνης, αλλά και για τον Ελληνισμό της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας, η Ελένη Δικαίου χρησιμοποιεί ένα “τέχνασμα”. Δημιουργεί έναν ήρωα, τον “τελευταίο Έλληνα της Σμύρνης”, ο οποίος παραδίδει ως ιερά παρακαταθήκη όσα κατέγραψε στο μαθητικό του τετράδιο και στο σημειωματάριό του.
Αφορμή για να ξετυλιχτεί η ιστορία ένα συνέδριο μεταφραστών στη Σμύρνη τις μέρες του Πάσχα. Μ. Παρασκευή βράδυ στον κήπο της Αγίας Φωτεινής, μιας μικρής εκκλησίας που έχει παραχωρήσει το ολλανδικό προξενείο για τις θρησκευτικές ανάγκες της μικρής ορθόδοξης κοινότητας, δυο άνθρωποι συναντιούνται τυχαία, λίγο πριν βγει ο Επιτάφιος. Ένας νεαρός μεταφραστής, ο Ραφαήλ, με καταγωγή από την Σμύρνη κι ένας γέρος, ο κυρ Μανουήλ, παλιός μαθητής της άλλοτε ένδοξης Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης. Ο κυρ-Μανουήλ ζητά να τού παραδώσει την επόμενη μέρα, το βράδυ της Ανάστασης, κάτι πολύ σημαντικό. Ο Ραφαήλ μέσα στον ολόφωτο από τις αναστάσιμες λαμπάδες κήπο διακρίνει το βράδυ της Ανάστασης τον κυρ- Μανουήλ να του γνέφει και να χάνεται στις σκιές. Κυριακή του Πάσχα κι ενώ τον διαβεβαιώνουν πως κανείς δεν είδε τον γέροντα στον κήπο μεταβαίνει σπίτι του όπου τον ανακαλύπτει πεθαμένο. Εκεί βρίσκει τον κυρ- Μανουήλ πεθαμένο, πλάι του δεμένα με σπάγκο, ένα γαλάζιο τετράδιο μαζί με ένα σημειωματάριο τα οποία, με την προτροπή του συνοδού του Μηνά, παίρνει.
Από την στιγμή αυτή θα αρχίσει ένα ταξίδι για τον Ραφαήλ – και για εμάς τους αναγνώστες- τον οποίο επέλεξε ο “τελευταίος Έλληνας της Σμύρνης” και, όπως αφήνει να εννοηθεί στο τέλος, με την σύμφωνη γνώμη του Αγίου Χρυσοστόμου…
Σμύρνη, Ευαγγελική Σχολή
Ένα χρέος που δεν ξεπληρώθηκε παίρνει τον δρόμο που χρωστούσε στην ιστορία και την αλήθεια.
Στην ετικέτα του γαλάζιου τετραδίου, ξεθωριασμένο απ’ το χρόνο, διαβάζουμε “Ευαγγελική Σχολή-Τετράδιο Εργασιών του μαθητού Εμμανουήλ Βουλγαρίδη”. Ο Ραφαήλ ξεκινά την ανάγνωση της εργασίας του Μανουήλ. Ένα αληθινό ημερολόγιο στο οποίο κυριαρχεί η Σμύρνη. Ο Ραφαήλ, που μέχρι σήμερα μετέφραζε λέξεις άλλων, αναρωτιέται αν μπορεί αυτός να αποδώσει το βάρος και την αλήθεια αυτών των γεγονότων. Καλείται να χρησιμοποιήσει την μεταφραστική του δεινότητα και να ερμηνεύσει, να “μεταφράσει” εν τέλει γεγονότα και συναισθήματα, να αναδιατάξει και να ανοικοδομήσει σε σελίδες μια ολόκληρη εποχή. Το χρέος που δεν κατόρθωσε ο Μανουήλ περνάει πλέον σε εκείνον.
«…Ο Σμύρνης Χρυσόστομος, αν και εξόριστος, δεν πτοήθηκε από τας απειλάς των Τούρκων, οι οποίοι σχεδίαζαν τη δολοφονία του. Κατά το διάστημα της εξορίας του εις Κωνσταντινούπολιν απηύθυνε μεγάλο αριθμό επιστολών εις τον πατριάρχη, εις τον βασιλέα της Ελλάδος, εις τους ισχυρούς της γης, εκλιπαρώντας τη βοήθεια των προς τους διωκόμενους χριστιανούς από τον Πόντο έως τα παράλια της Ιωνίας και της Θράκης… » διαβάζει ο Ραφαήλ από τις σημειώσεις, ο ήρωας που επέλεξε η Ελένη Δικαίου ή πιο καλά ο τελευταίος Έλληνας της Σμύρνης, ο Μανουήλ, να του παραδοθούν για να διασωθεί η ιστορία και να γίνει γνωστή η ιστορία της Σμύρνης και κυρίως να διασωθεί η ιστορία, η μαρτυρία για τον δικό του ήρωα, αυτόν που θαύμασε και αγάπησε πέρα κι από τον θάνατο, τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο.
Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, οι ιερείς και οι επίσημοι Έλληνες της Σμύρνης υποδέχονται τον ελληνικό στρατό…
Διαβάζοντας την εργασία του Μανουήλ, ο Ραφαήλ και μαζί του ο αναγνώστης μεταφέρεται πίσω στο χρόνο, περπατά και ανακαλύπτει τη Σμύρνη. Τη Σμύρνη που θαύμαζαν οι ξένοι περιηγητές και κάτοικοι, οι Τούρκοι, και που ήταν το καμάρι των Ρωμιών μαζί με την Κωνσταντινούπολη! Οι εποχές της ομορφιάς, της ξεγνοιασιάς, οι μέρες που οι Σμυρνιοί γιόρταζαν την άφιξη του μητροπολίτη Χρυσοστόμου, που πανηγύριζαν την αποβίβαση του Ελληνικού στρατού όμοια με την Ανάσταση, οι μέρες της ανησυχίας, του πανικού, των έντρομων προσφύγων από τα μέρη της Ανατολίας που έτρεχαν να γλιτώσουν από τους τσέτες του Κεμάλ, μέρες θρήνου και οδυρμού, περνάνε από τα μάτια μας καθώς διαβάζουμε τις γραμμές της εργασίας του μαθητού Εμμανουήλ Βουλγαρίδη, την οποία ο Ραφαήλ με τη μικρασιατική καταγωγή παίρνει τη μεγάλη απόφαση να κάνει βιβλίο. Συνομιλεί, ακούει, αφουγκράζεται τη Σμύρνη με τις πολλές διαφορετικές ψυχές με την ίδια και διαφορετική θρησκεία και γλώσσα που καταφέρνει ωστόσο για πολλά χρόνια να συνυπάρχει ειρηνικά.
Η Σμύρνη πριν την Καταστροφή, τότε που όλοι ζούσαν ειρηνικά…
Ξεφυλλίζοντας ο Ραφαήλ το ημερολόγιο του Μανουήλ, εκείνου του μοναδικού μάρτυρα, που ήταν εκεί την τελευταία μαρτυρική στιγμή του Μητροπολίτη, εκείνου που έδωσε σάρκα και οστά η Ελένη Δικαίου, ο αναγνώστης κάθε ηλικίας ταράζεται όταν ανακαλύπτει την τόσο “διαφορετική προσέγγιση” στα ζωτικής σημασίας ζητήματα ανάμεσα στον ύπατο αρμοστή Στεργιάδη και τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο. Όπως και στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, έτσι κι εδώ μετέχει των συμβάντων· λούζεται κι ο αναγνώστης με ιδρώτα, νιώθει την ίδια ταραχή, τον ανάλογο πόνο, την αντίστοιχη οργή όταν οι φήμες που αφορούν τη Σμύρνη πλέον γίνονται πραγματικότητα και το κακό, η ήττα και μαζί τα χιλιάδες καραβάνια προσφύγων φτάνουν στη Σμύρνη από το εσωτερικό της Ανατολίας· ο αναγνώστης συμπάσχει μαζί τους και βλέπει στα μάτια τους την απόγνωση, τον φόβο, τις ψυχές τους κομματιασμένες να αναζητούν βοήθεια. Η βοήθεια έρχεται μόνο από τον Δεσπότη των Σμυρνιών, τον Χρυσόστομο και τους ανθρώπους που μόλις αυτός ζητήσει κάτι σπεύδουν να τον συντρέξουν γνωρίζοντας πως δεν κοιμάται, δεν στέκεται λεπτό παρά ξαγρυπνά και αγωνιά κι αγωνίζεται για τους Έλληνες και τη Σμύρνη!
Όταν οι Τούρκοι μπαίνουν στη Σμύρνη…
Η Σμύρνη που αιμορραγεί, καίγεται, κομματιάζεται. Ένα παιδί που ζει τον θάνατο του πατέρα του πρώτα και στη συνέχεια γίνεται μάρτυρας του μαρτυρίου του ανθρώπου που θαύμαζε περισσότερο από όλους! Βλέπει να τον σέρνουν γυμνό από τα ράσα του, ματωμένο, με γδαρμένο πρόσωπο και βγαλμένα μάτια και λίγο πριν το τέλος Εκείνος, όπως ο Χριστός πάνω στον Σταυρό, να σηκώνει το χέρι και να ευλογεί τους βασανιστές του!
«Συνωστισμός» στην αποβάθρα προσφύγων …
Όλες οι μαρτυρίες συμφωνούν σε αυτό. Όπως και στην μη παρέμβαση των Γάλλων στρατιωτών που είδαν τις σκηνές και δεν άντεξαν την βαρβαρότητα. Ο αξιωματικός τους όμως απαγόρευσε την όποια αντίδραση! Ο μικρός Εμμανουήλ ήταν εκεί, παρών ως το τέλος. Όταν το μαρτύριο τελειώνει επιστρέφει με φρίκη σπίτι του για να συναντήσει την οριστική καταστροφή της οικογένειάς του.
Γι’ αυτόν οικογένεια θα γίνουν ο Λεβαντίνος γείτονάς τους, κύριος Αρτίν και η κόνα Ανεζίνα, η γυναίκα του…
Μνήμες του το γαλάζιο τετράδιο, το σημειωματάριο, οι εικόνες της φρίκης και το πουκάμισο με το αίμα του Δεσπότη, του Δεσπότη που έχυσε το αίμα του όπως ακριβώς οφείλει να κάνει ο Ποιμήν ο Καλός…
-«Πάω να σου φέρω πεσκίρια» είπε «και δώσε µου αυτό το πουκάµισο, παιδάκι µου, να το πετάξω, κουρέλι έγινε, δεν µπορείς να το ξαναφορέσεις πια».
Έκανα µια κίνηση να βγάλω το σκισµένο και καταλερωµένο πουκάµισο που φορούσα την προηγούµενη µέρα και τότε έγινα πάλι εγώ.
Κράτησα το πουκάµισο σφιχτά στο στήθος µου.
-«Όχι!» είπα. «Όχι, κόνα Ανεζίνα, αυτό το πουκάμισο. Έχει πάνω του το αίμα του δεσπότη!»
(βιβλίο σελ 228-229)
Συγκλονιστικές οι σκηνές που με τρόπο σκληρό, ρεαλιστικό, χωρίς μελοδραματισμούς και “δήθεν” θρήνους περιγράφει η Ελένη Δικαίου. Καθώς διαβάζεις το νιώθεις, αισθάνεσαι ότι δεν επιζητά την παραγραφή της μνήμης, ούτε και την παραχάραξη της ιστορίας σε μια εποχή όπου επικρατεί η αρχή του “στρογγυλέματος” και η πολιτική ορθότητα προκειμένου να μην θιγούν ισορροπίες και διαταραχτούν όποιες σχέσεις ή απόψεις. Η γραφή της σε καθηλώνει, σε μεταφέρει στη Σμύρνη που θα ήθελες να γνωρίσεις, τα γεγονότα που αφηγείται και περιγράφει έχουν συνοχή με το παρόν- έχει βοηθήσει εδώ και το “τέχνασμα” της παράδοσης του τετραδίου που λειτουργεί ως παράδοση της ιστορίας από τις γενιές που έζησαν την τραγωδία στις γενιές που δεν γνωρίζουν- προκαλεί συναισθήματα αβίαστα μέσα από τα γεγονότα στα οποία δεν παρεμβαίνει καθώς η συγκίνηση έρχεται από την φρίκη των συμβάντων και τον προσεγμένο τρόπο αφήγησης ακόμη και στα πιο συγκλονιστικά σημεία. Άλλωστε στην πραγματικότητα κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αλήθεια αυτών που παραθέτει. Έχει το χάρισμα, θα έλεγα, να αφήσει να μιλήσουν τα ίδια μέσα από τα μάτια ενός δωδεκάχρονου αγοριού. Πετυχαίνει το σκοπό της, να παραδώσει ως κληρονομιά στις νεότερες γενιές την αλήθεια.
Η Σμύρνη στις φλόγες…
Το βιβλίο αυτό δεν γράφεται για να φανατίσει ή να υποδαυλίσει μίσος και οργή. Είναι όμως ευθύνη να διατηρηθεί η ιστορική μνήμη και η Αλήθεια για την Καταστροφή της Σμύρνης και για τον Ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου και την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αλλά και το σχέδιο που εφαρμόστηκε με τους συνεχείς εκτοπισμούς, τις προσχεδιασμένες δολοφονίες, τις απαγορεύσεις να μιλιέται η ελληνική γλώσσα, τους βίαιους εκτουρκισμούς ολόκληρων χωριών σε πιο απομακρυσμένες περιοχές. Έλληνες και Αρμένιοι κυρίως υπέστησαν ανελέητες διώξεις εξαιτίας του Φανατισμού και του Τουρκικού Εθνικισμού! Στις μέρες μας ο Εθνικισμός και ο συνακόλουθος του Φανατισμός είναι φαινόμενα αναζωπυρωμένα! Η Ευρώπη αντιμετωπίζει ήδη σοβαρά προβλήματα με ακροδεξιές οργανώσεις. Στις περιοχές της Μέσης Ανατολής ο πόλεμος είναι υπαρκτός και κύματα προσφύγων έρχονται προς τα Ευρωπαϊκά κράτη ζητώντας προστασία ενώ αντιμετωπίζουν αρνητικές έως και εχθρικές συμπεριφορές…
Αν ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης ήταν σήμερα κοντά μας θα έτρεχε να συντρέξει κάθε έναν που χρειαζόταν τη βοήθειά του ανεξάρτητα από θρησκεία ή έθνος, όπως έκανε και στη Σμύρνη.
Ας κρατήσουμε τη Μνήμη και την Αλήθεια κι ας παλέψουμε για έναν κόσμο αληθινά ανθρώπινο.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Ελένη Δικαίου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νέα Ιωνία Βόλου. Με τη λογοτεχνία άρχισε να ασχολείται από τα μαθητικά της χρόνια.
Το 1991 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην λογοτεχνία για νέους με το μυθιστόρημα ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙΑ ΜΕ ΤΑ ΝΑΥΤΙΚΑ το οποίο βραβεύτηκε από την Ενωση Σμυρναίων Αθηνών.
Από τότε έχει γράψει πολλές ιστορίες που έγιναν βιβλία και βραβεύτηκαν στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά και στα κορεάτικα.
Έχει γράψει βιβλία και για μικρότερα παιδιά καθώς και μια σειρά με θέματα παρμένα από την Ελληνική Μυθολογία. Το βιβλίο ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ τιμήθηκε το 2004 με το Κρατικό Βραβείο Βιβλίου Γνώσεων για παιδιά. Ήταν υποψήφια για το Διεθνές Βραβείο Άντερσεν 2016.