Σήμερα δεν υπάρχει κάτι “έκτακτο” που θα ήθελα να σχολιάσω, θα ήθελα να μοιραστώ κάποιες από τις σκέψεις μου μαζί σας. Μάλλον “τακτικά άτακτες” θα τις έλεγα.
Εδώ και μήνες βρισκόμαστε σε παγκόσμια αναταραχή εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Σε άλλη περίπτωση θα μπορούσε να είναι μια σύγκρουση «εσωτερική» που θα άφηνε αδιάφορες τις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη. Το γεγονός όμως ότι η Ουκρανία είναι προμηθευτής πρώτων υλών για πολλές χώρες σε ό,τι αφορά στη σίτισή τους και η Ρωσία προμηθευτής φυσικού αερίου για τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και ο φόβος των χωρών της Δύσης για την ανάδειξη της Ρωσίας σε ρυθμιστικό παράγοντα στην περιοχή της Ευρασίας, καθιστούν αυτόν τον πόλεμο πολύ σοβαρό.
Οι χώρες του ΝΑΤΟ, με πρώτη την Αμερική, εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους έμπρακτα στέλνοντας εξοπλισμό στους Ουκρανούς. Μπορεί να μη συμμετέχουν ενεργά αλλά κι αυτή και μόνο η κίνηση στην πραγματικότητα δηλώνει συμμετοχή στον πόλεμο υπέρ της Ουκρανίας. Την ίδια στιγμή κάνουν εμπάργκο στα ρωσικά προϊόντα και πλήττουν με κυρώσεις τόσο τους Ρώσους μεγιστάνες όσο και τα ρωσικά προϊόντα. Φαινομενικά, γιατί κάποιες από τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν απομακρύνει τις εταιρείες τους από τη Ρωσία ενώ ολόκληρη η Ευρώπη είναι εξαρτημένη από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ταυτόχρονα οι ισορροπίες μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών είναι πολύ… ευαίσθητες και στην πραγματικότητα τα συμφέροντά τους αντικρουόμενα. Από τη μια υπάρχει η Βορειοατλαντική Συμμαχία για την οποία το Κρεμλίνο παραμένει ένας σοβαρός αντίπαλος ακόμη και μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Στο ΝΑΤΟ η κυρίαρχη δύναμη – και βασικός αντίπαλος της Ρωσίας – είναι οι ΗΠΑ. Η πολιτική τους είναι αυτή που περνάει ως «γραμμή» στην πολιτική του ΝΑΤΟ – ας μη γελιόμαστε – κι αυτή ακολουθούν οι χώρες της Δύσης.
Ταυτόχρονα όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τα δικά της συμφέροντα – όπως και εγγενή προβλήματα – και δεν ταυτίζονται στην πραγματικότητα με τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των ΗΠΑ. Αυτό φαίνεται κι από τις προσπάθειες που γίνονται να βρεθεί λύση στα σοβαρά οικονομικά ζητήματα με τη Ρωσία. Επίσης εντός της Ε.Ε. υπάρχει σοβαρή διαφοροποίηση στο σκεπτικό και στην αντίδραση των χωρών.
Υπάρχει και το εξής ζήτημα, σ’ αυτή την «αντιπαράθεση» της Δύσης ( όπου Δύση = Αμερική κατά κύριο λόγο) με τη Ρωσία έχουμε, όσο έχουμε, δεχτεί πως η Ρωσία είναι ο κακός της υπόθεσης. Θα έπρεπε βέβαια να ανατρέξουμε σε όσα προηγήθηκαν για να κατανοήσουμε τις αντιδράσεις.
Με όλες τις απεχθείς συνέπειες που έχει εν προκειμένω ένας πόλεμος.
Από την άλλη, εντός του ΝΑΤΟ, υπάρχει ένας «σκανταλιάρης» σύμμαχος, απρόβλεπτος και, δυστυχώς για εμάς, πρόθυμος να παίξει παιχνίδια με όλους χωρίς να λογαριάσει τίποτα απλά και μόνο κοιτάζοντας το πώς θα «τρομοκρατήσει» τους εταίρους για τις πιθανές επόμενες κινήσεις του. Και δεν είναι άλλος από την Τουρκία!Η στάση της παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη από το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα. Παίζει με όλους, πιέζει όλους, προσπαθεί να κερδίσει απ’ όλους. Καταφέρνει να αναδεικνύεται σε ρυθμιστικό παράγοντα της περιοχής. Με το ένα πόδι στην Ευρώπη και το άλλο στην Ασία, με τα Στενά στην κατοχή, ειδικά τον τελευταίο καιρό παριστάνει και τον προστάτη των Μουσουλμάνων, «πανηγυρίζει» το γεγονός πως όλοι ασχολούνται μαζί της. Το παρελθόν που με κάποιο τρόπο επαναλαμβάνεται γιατί αγνοήθηκαν μαθήματα ιστορίας…
Τροφή, ενέργεια, εδάφη, κυριαρχία, έθνος, ηγέτης, λέξεις κλειδιά τη στιγμή αυτή, που όμως μπορεί να πει κάποιος που παρακολουθεί τα γεγονότα και στην ιστορική τους διάσταση ότι παραπέμπουν στις αιτίες του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Ακούγεται τρελό; Μπορεί…
Ωστόσο οι ίδιες Δυνάμεις για τους ίδιους σχεδόν λόγους βρέθηκαν σε αντιπαράθεση μέσα από τους Βαλκανικούς αρχικά, στη συνέχεια μέσω του αυξανόμενου οικονομικού και στρατιωτικού – εξοπλιστικού ανταγωνισμού τους και, τέλος, μιας αφορμής, που οδήγησε τις Συμμαχίες στην κήρυξη ενός πολέμου που θα χάραζε ανεξίτηλα τον κόσμο και θα εγκυμονούσε κι έναν δεύτερο.
Δεν μπορούμε να πούμε ότι έρχεται ένας Γ’ Παγκόσμιος πόλεμος. Αυτό που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι πως οι συσχετισμοί δυνάμεων, οι ανταγωνισμοί, τα συμφέροντα και βέβαια η οικονομική κρίση, αλλά και οι εξοπλισμοί χωρών δημιουργούν ένα σκηνικό αβεβαιότητας.
Η σκακιέρα στην οποία παίζεται το παιγνίδι αλλά και οι πρωταγωνιστές – αντίπαλοι είναι ίδιοι εδώ και δύο αιώνες. Γεγονός που μας επιτρέπει να αναρωτιόμαστε αν τελικά μιλάμε για «φιλίες» ή για «λυκοφιλίες». Να αναρωτιόμαστε επίσης κι αν τα συμφέροντα των Ευρωπαϊκών χωρών, των Ανατολικών χωρών, των Αραβικών χωρών, της Κίνας, των ΗΠΑ, του Ισραήλ, των χωρών της Μ. Ανατολής οδηγηθούν σε μια ακραία σύγκρουση, κυρίως εξαιτίας του ενεργειακού ζητήματος αλλά και του επισιτιστικού, ποια θα είναι η τύχη της ανθρωπότητας; Φαντάζει απίθανο;
Η ουσία είναι πως άλλη μια φορά η τύχη των λαών εξαρτάται από τα συμφέροντα των ηγετών τους και πλέον και των πολυεθνικών παραγόντων που εξουσιάζουν τα πάντα…