Με τη λήξη της καραντίνας για τον κοροναϊό ένα βιβλίο έφτασε στα χέρια μας. Το βιβλίο του συγγραφέα Κώστα Καβανόζη “Τζάμπα η παράταση”, από τις εκδόσεις Πατάκη.
Πρόκειται για μια συλλογή είκοσι διηγημάτων διαφορετικών σε έκταση μεταξύ τους, αλλά και διαφορετικών ως προς τις πηγές έμπνευσής τους.
Αυτή τη φορά ο Κ. Καβανόζης αντλεί τα ερεθίσματά του από την οικογένεια, τους φίλους, το συγγενικό περιβάλλον, γιαγιάδες, παππούδες, παιδιά, σύζυγος, ο πατέρας, φίλοι που υπηρέτησαν μαζί, φίλοι που λείπουν, ακόμη και άγνωστοι γίνονται τα πρόσωπα των ιστοριών του που έτσι μετατρέπονται σε κάτι οικείο για τον αναγνώστη. Η οικειότητα αυτή προκύπτει από το βίωμα, το κοινό βίωμα, που μαζί με τις προσωπικές μνήμες κάνουν τους αναγνώστες μετόχους των ιστοριών.
Ένα θέμα που ξεχωρίζει από την αρχή είναι αυτό του πατέρα σε μια μικρή, ολιγόλογη ιστορία. Σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ Κομοτηνής ο συγγραφέας αποκαλύπτει πως “ο ρόλος του πατέρα είναι κάτι που τον απασχολεί σε πολλά γραπτά του. Πατέρας και γιος άλλωστε κι ο ίδιος. «Επανέρχομαι σε αυτό το θέμα κι εδώ από εκεί ξεκινάω. Το εναρκτήριο διήγημα είναι πάρα πολύ μικρό όλο κι όλο 34 λέξεις . Ένα μικρής έκτασης διήγημα ενδεχομένως να θυμίζει και ποίημα. Θεώρησα ότι έχει μια σαφή και καλή εικόνα και λειτουργεί έτσι ως προοίμιο των υπόλοιπων διηγημάτων τα οποία θα πω εδώ ότι δεν έχουν να κάνουν μόνο με τον πατέρα.» δηλώνει και εξηγεί « Είναι ένα ζήτημα το οποίο θα το συναντήσει ο αναγνώστης. Αυτό το θέμα, η μορφή του πατέρα. Αυτή η πρώτη εικόνα σαν να μου ζήτησε να ανοίξει τη συλλογή.»”
Είκοσι διηγήματα γραμμένα μέσα σε μια δεκαετία στα οποία διαβάζουμε για συνηθισμένες καταστάσεις, μια επίσκεψη στον γενέθλιο τόπο, έναν αυτοσχέδιο ποδοσφαιρικό αγώνα, τα αβγά που γεννάνε περιστέρια σε ένα μπαλκόνι, τη διένεξη μεταξύ δύο συμμαθητών σε ένα εσπερινό γυμνάσιο, την περιήγηση στα εκθέματα κάποιου μουσείου, το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν σε ένα φιλικό σπίτι, τα παραμύθια που αφηγείται ένας πατέρας στην κόρη του και πολλά ακόμα που γίνονται αφορμή για ένα ταξίδι στις στιγμές που ζήσαμε, που ζούμε, και τη σημασία τους εντέλει στη ζωή μας, για την αναζήτηση του ξεχωριστού, του όμορφου αλλά και του τραγικού, του εφήμερου που κρύβει στον πυρήνα του τη γεύση της αιωνιότητας αλλά και της φθοράς.
Αυτό που παρατηρούμε είναι ένα αίσθημα νοσταλγίας να αναδεικνύεται ταυτόχρονα με τη ρεαλιστική γραφή του συγγραφέα που όμως, όταν το καλεί η περίσταση, γίνεται απολύτως ποιητική για να υπηρετήσει τις στιγμές ανάμνησης.
Η γλώσσα του συγγραφέα αναδεικνύει άλλοτε το τραγικό κι άλλοτε τη φαιδρή, την ιλαρή πλευρά των ανθρώπινων καταστάσεων.
Η αίσθηση του χιούμορ, η ταυτόχρονη αίσθηση της ματαιότητας, κυρίως η δύναμη της ζωής, αναδεικνύουν τη ζωντάνια του λόγου του.
Η αφήγηση άλλοτε κυλάει ομαλά, άλλοτε διαχωρίζεται για να ενωθεί ξανά (Ιαματικά λουτρά Εφταλούς). Ο αναγνώστης οδηγείται στο επιμελώς κρυμμένο υπερβατικό του Καβανόζη.
Αυτό που πρέπει να πούμε είναι πως καμία ιστορία δεν έχει “έξοδο”. Σαν να αφήνει ο συγγραφέας ελεύθερο τον αναγνώστη να φτιάξει τις δικές του πολλαπλές εξόδους ή σαν όλα να έχουν ειπωθεί, τα ουσιώδη, οπότε η έξοδος να περισσεύει.
Εκείνο που διαπερνά τις είκοσι ιστορίες του βιβλίου είναι η ονειρική αποτύπωση των πραγµάτων στη µνήµη και στα βιώµατα. Η συλλογή διηγηµάτων “Τζάµπα η παράταση” µιλάει για τα εφήµερα που είναι προορισµένα να διαρκέσουν.