ΠΡΟΦΙΛ
«Πρόκειται για μια πολύ γνωστή προσωπικότητα στον θεολογικό χώρο. Ένα από τα φωτεινά και προοδευτικά μυαλά της εκπαίδευσης αλλά και της θεολογίας, με πανελλήνια αλλά και διεθνή αναγνώριση. Ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου γεννήθηκε στη Λίμνη Ευβοίας το 1948 και κατάγεται από τη Σάμο. Αποφοίτησε από το Πυθαγόρειο Γυμνάσιο Σάμου και σπούδασε θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Munster της Γερμανίας. Ειδικεύτηκε στην Ιστορία των Θρησκευμάτων και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δίδαξε στην ιδιωτική και δημόσια εκπαίδευση, για τρία χρόνια στη Θεολογική Σχολή Αγίου Ανδρέου στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας καθώς και για οκτώ χρόνια στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Θεσσαλίας. Υπήρξε σύμβουλος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου. Αφυπηρέτησε από τη θέση του Σχολικού Συμβούλου Πειραιώς. Έχει συγγράψει 10 βιβλία επιστημονικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου, μέρος του συλλογικού συγγράμματος του Θεολογικού Τμήματος για το Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ένα σημαντικό αριθμό άρθρων. Για το βιβλίο του “Ορθοδοξία και Ισλάμ” έχει τιμηθεί με το Α΄ βραβείο “Αμπντί Ιπεκτσί”. Εκπρόσωπος της νεότερης γενιάς των θεολόγων, θεωρείται ότι προσπαθεί να συνδυάσει την ορθόδοξη θεολογία με ένα σύγχρονο και εμπειρικό τρόπο θέασης της ζωής. Είναι παντρεμένος από το 1973 με την Αγγελική Τζουβάλη-Καριώτογλου και πατέρας τεσσάρων παιδιών, της Κατερίνας, της Χρυσής, του Σταύρου και του Ηλία.»
Ένα βιογραφικό του πατρός Αλεξάνδρου από το internet που δεν απέχει καθόλου απ’ την αλήθεια. Εκείνο που δεν λέει είναι πως λειτουργεί κάτω από την Ακρόπολη, στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά το οποίο έχει μετατρέψει σ’ ένα μελίσσι που παράγει μέλι! Μαζί συζητάμε για την Μ. Εβδομάδα, την Ανάσταση και τούτη την πολύ ιδιαίτερη Πασχαλιά όπου φωνές ακούγονται “για τον Χριστό που δεν μπορούμε να προσκυνήσουμε επειδή μας απαγορεύουν”, για τον κοροναϊό και πώς μπορεί να λειτουργεί υπέρ μας όλο αυτό τελικά, για την συμμετοχή μας στην Εβδομάδα των Παθών και στην Ανάσταση.
Εσωτερικό Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Ραγκαβά, Πλάκα
ΑΝΦΑΣ
–Λ.Ζ. Πατέρα Αλέξανδρε, σας καλωσορίζω στο “Περί ου”. Σας ευχαριστώ που δεχθήκατε μέσα στις προετοιμασίες για την Μ. Εβδομάδα να μιλήσουμε για την περίοδο που διανύουμε και ιδιαίτερα για την φετινή που μας έχει πικράνει, προβληματίσει, μας έχει προκαλέσει αγωνίες.
–π. Αλ. Καρ. Κι εγώ ευχαριστώ που θελήσατε να κουβεντιάσουμε κάτω από αυτές τις παράξενες συνθήκες. Όμως τις θεωρούμε παράξενες γιατί, νομίζω, ότι είχαμε συνηθίσει σε «καθιερωμένες γιορταστικές συνθήκες», τόσο επικίνδυνα εφησυχαστικές, ώστε να μας φαίνονται οι σημερινές κάπως αλλόκοτες και ανησυχητικές και να νοιώθουμε πικραμένοι.
ΤΕΤ ~ Α ~ ΤΕΤ
–Λ.Ζ. Οι ημέρες αυτές είναι φορτισμένες με μια δυναμική που δεν βλέπουμε στα Χριστούγεννα ή στις άλλες Δεσποτικές γιορτές. Γιατί μας συγκλονίζει τόσο πολύ το θείο Πάθος; Η Ανάσταση έχει μια “μεγαλοπρέπεια” σίγουρα, το Πάθος όμως;
–π. Αλ. Καρ.Θα έχετε ίσως παρατηρήσει, ότι ξεκινώντας τις ακολουθίες του Πάθους, από την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ, μια από τους πρώτους ψαλμικούς στίχους που ακούγονται είναι και αυτός: «δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης». Μετά από λίγο περιφέρεται η εικόνα του «Νυμφίου της Εκκλησίας», που παριστά τον Χριστό σε άθλια κατάσταση, όπως θα λέγαμε: δεμένον, δαρμένον, με ακάνθινο στεφάνι, μια κοροϊδευτική χλαμίδα κι ένα καλάμι στο ταλαιπωρημένο χέρι Του. Είναι η εικόνα της ανθρώπινης αδικίας, της εξουθένωσης της ανθρώπινης ύπαρξης, η αποκορύφωση της αδικίας, που την έχει εγκολπωθεί κάθε μορφή εξουσίας, είτε ατομική είτε συλλογική, και κυριαρχεί στη ζωή των ανθρώπων κάθε εποχής. Αυτό το ιστορικό και όχι μυθικό γεγονός της άδικης αντιμετώπισης του Ιησού, το άδικο Πάθος Του, (το οποίο ακόμα και οι μαθητές του προσπάθησαν να αποφύγουν να το αντικρύσουν, θέλετε από το φόβο του θανάτου, θέλετε από ενοχικές καταστάσεις του εσωτερικού τους κόσμου, θέλετε από μια κρυφή βαθιά ενδόμυχη πίστη ότι, ίσως τελικά, να έβγαινε ο Δάσκαλος νικητής από αυτή την μαύρη περιπέτεια) μας φέρνει μέχρι σήμερα στις ίδιες σκέψεις με αυτές των μαθητών Του. Το Πάθος του Χριστού γίνεται, ακόμα κι αν δεν το επιδιώκουμε, δικό μας πάθος με μια υπαρξιακή φόρτιση που τελικά μας συγκλονίζει.
–Λ.Ζ. Γράφει ο Μ. Φώτιος για τον Χριστό : «Αυτός ημών ηράσθη πρώτος…και ουκ ηράσθη μόνον, αλλά και ητιμάσθη υπέρ ημών και εραπίσθη και εσταυρώθη και εν νεκροίς ελογίσθη· και διά τούτων απάντων τον περί ημας αυτού παρέστησεν έρωτα». Έχουμε έναν Θεό, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, τον Υιό και Λόγο, που από έρωτα για τον άνθρωπο δέχεται τον απόλυτο εξευτελισμό, την ατίμωση, κατεβαίνει ως τον Άδη, βιώνει την ανθρώπινη κατάσταση. Τι Θεός είναι αυτός; Τι σχέση έχει ο “έρωτας” με όλα αυτά;
–π. Αλ. Καρ. Θα ρωτούσα κι εγώ σε πρώτη φάση: ένας ανέραστος Θεός, ένας Θεός που σαν παντοδύναμος βασιλιάς θα ενδιαφερόταν κυρίως να τηρούν οι δούλοι του-υπήκοοί του τις εντολές του, τί λογης Θεός θα ήταν αυτός; Δεν το θέλω έτσι, δεν αντέχω να ζω με το φόβο της τιμωρίας του. Ο Μ. Φώτιος γράφει σκεπτόμενος ελεύθερα κι επαναστατικά, όπως ελεύθερο κι επαναστατικό είναι το μήνυμα του Θεού. Όχι μόνο μας ερωτεύτηκε αλλά έπαθε για μας και δοκίμασε ακόμα και τον θάνατο. Είναι αυτό που γράφει το Άσμα Ασμάτων: «κραταιά ως θάνατος η αγάπη». Είναι δυνατό να ερωτευθείς και να μην είσαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να δώσεις και τη ζωή σου γι’ αυτόν ή αυτήν που αγαπάς; Η σχέση μας με το Θεό είναι ερωτική και δεν το αντιλαμβανόμαστε ή δεν μας το δίνει να το εννοήσουμε η ίδια η Εκκλησία. Όταν την δυνατότητα να υπάρχουμε ως μέλη της Εκκλησίας την κατανοούμε γιατί μας την έχουν διδάξει οι γονείς, το σχολείο η Εκκλησία ως δυνατότητα ένταξης σε μια θρησκευτική κοινότητα με «κανόνες», «πρέπει», «υποχρεώσεις» «έθιμα» κ.λπ., τότε μας νεκρώνουν την επιθυμία μας να είμαστε ερωτευμένοι με το Θεό που από αγάπη έγινε για μας άνθρωπος και γι’ αυτόν τον έρωτά Του προς εμάς δέχτηκε να υποφέρει να μαστιγωθεί να γνωρίσει και τον θάνατο. Όμως γι’ αυτό τον έρωτά Του προς εμάς με την Ανάστασή Του μας μπολιάζει με τον φως της Ανάστασης. Ναι γίνεται ο έρωτάς μου, ο τρόπος ζωής μου. Τη θρησκεία δεν τη χρειάζομαι. Είναι γι’ αυτούς που φοβούνται.
πίνακας Γ. Κόρδη
– Λ.Ζ. Με φέρνετε στο επόμενο ερώτημά μου. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να βιώσουμε τα Πάθη και την Ανάσταση του Κυρίου; Η νηστεία; Η προσευχή; Οι καλές πράξεις; Όλα μαζί και κάτι ακόμη;
–π.Αλ. Καρ. Όλα αυτά που αναφέρατε έχουν μια άλλη προϋπόθεση: με απόλυτα ελεύθερη επιλογή να σηκώσουμε το Σταυρό του Θεανθρώπου με το δικό μας ο καθένας τρόπο. Αυτό ακούγεται σαν μια τρέλα. Μα ένας τρελά ερωτευμένος με τον Χριστό ανεβαίνει χωρίς να το σκεφτεί πάνω στον Σταυρό Του, σηκώνει το βάρος των προσωπικών παθών του, υπομένει την ασχήμια του, τη μαυρίλα του, τις σκιές του που διαπιστώνει καθημερινά, τα μαζεύει όλα αυτά και ανεβαίνει, ανεβαίνει κάθε μέρα αυτής της Εβδομάδας ελπίζοντας να αντικρύσει το χέρι του Αναστημένου Χριστού να τον καλεί να σβήσει τις σκιές του θανάτου και να λάβει το ανέσπερο φως Του.
–Λ.Ζ. Η Αγάπη προς τον Άλλον άνθρωπο, αυτή που εκδηλώνεται έμπρακτα, που αγκαλιάζει όλον τον άνθρωπο, πόσο ρόλο παίζει στο βίωμα των Παθών και της Ανάστασης; Πόσο κινδυνεύουμε από τον ατομικισμό και την αυτολατρεία του “εγώ”, την αυτάρκεια και την αδράνεια;
–π.Αλ. Καρ. Σ’ αυτή την πορεία μας προς την ανάσταση κάτι μας τραβάει προς τα πίσω. Μια φωνή μέσα μας προξενεί μια αγωνία ότι δεν θα τα καταφέρουμε γιατί «τα γνωρίζουμε όλα αυτά και ίσως είναι ή μυθεύματα ή θρησκευτικές ηθικοπλαστικές δήθεν φαντασιώσεις» που δεν μπορούν να μας αλλάξουν στο παραμικρό, όπως δεν άλλαξαν τόσες χιλιάδες χρόνια τον άνθρωπο. Σκέψεις που επιζητούν να μας προσανατολίσουν σ’ έναν εαυτό που στην πραγματικότητα δεν αγαπάμε. Αν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσο μας αγάπησε ο Παθών και Αναστάς Ιησούς θα μπορούσαμε να βιώσουμε τις μέρες αυτές ως πρόκληση για αυτοπαράδοση σ’ Αυτόν, από τον οποίο αγαπηθήκαμε. Και, όπως έχει λεχθεί, «εάν δεν αγαπιέμαι, παραμένω ακατανόητος για τον ίδιο μου τον εαυτό».
πίνακας Γ. Κόρδη
–Λ.Ζ. Το Πάθος του Χριστού μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα δίλημμα: ζωή ή θάνατος. Εδώ η εκλογή είναι απόλυτη. Καταξίωση ή απαξίωση αντίστοιχα της ελευθερίας του να κοινωνεί ή ν’ αλλοτριώνεται από το Θεό. Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αντίληψη αυτής της κατάστασης ή βρίσκεται ακόμη σε επίπεδο… “εθίμων”;
–π.Αλ. Καρ. Η ζωή και ο θάνατος είναι δύο μεγέθη, τα οποία καθημερινά βρίσκονται μπροστά στα μάτια όλων μας. Εξαρτάται πως τα βιώνει καθένας. Υπάρχουν άνθρωποι, για τους οποίους η ζωή είναι θάνατος και άλλοι, για τους οποίους ο θάνατος είναι λύτρωση. Ένας συνειδητοποιημένος άνθρωπος, σε όποιον χώρο και να βρίσκεται, δεν εκτιμά τη ζωή και τον θάνατο με τη φιλοσοφία του άσπρου και του μαύρου. Το Πάθος του Χριστού ανατρέπει αυτή την εκτίμηση. Γίνεται ζωή δια του θανάτου. Αυτό είναι που δεν έχουμε αντιληφθεί και απλοποιούμε, παραμένοντας στην ευκολία κατανόησης αληθειών δια των εθίμων. Η αλήθεια της ελευθερίας να κοινωνούμε την θεότητα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω των εθίμων, τα οποία είναι καλά, αλλά δεν δεν έχουν τη δυναμική της γεύσης του θείου Πάθους και της Ανάστασης του Χριστού, επειδή έχουν εξωτερική πρόσβαση στην αλήθεια. Άλλο είναι να βλέπω , να θαυμάζω και να χρησιμοποιώ διακοσμητικά ένα φρούτο και άλλο είναι να το γεύομαι.
Γιώργος Κόρδης “Ανάσταση”
– Λ.Ζ. Περνάμε δύσκολες μέρες. Σε όλα τα επίπεδα. Θα το ρωτήσω…είναι μια περίοδος “άσκησης” για τους Χριστιανούς οι κλειστές εκκλησιές μας, η παρακολούθηση των Ακολουθιών από την τηλεόραση ή τα social media και, κυρίως, το γεγονός της “στέρησης” της Θείας Κοινωνίας, ως συνέπεια βέβαια του συνόλου των αποφάσεων;
–π.Αλ. Καρ. Πιστεύω ότι είναι μια θετική πρόκληση. Ο εγκλεισμός λόγω της επιδημίας θα μπορούσε να μας αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε, ενεργούμε και σχετιζόμαστε με τον εαυτό μας, τους άλλους και τον Θεό. Η στέρηση της Θ. Κοινωνίας θα μπορούσε να είναι ευκαιρία να λαχταρήσουμε ακόμα περισσότερο την αναζήτηση της ένωσής μας με τον Αναστημένο Χριστό. Κι αυτή η λαχτάρα δεν θα είναι συναισθηματική αποζήτηση μιας τέτοιας ένωσης, αλλά αναζήτηση μιας υπαρξιακής συνεύρεσης με τον Θεό. Τον 11ο αιώνα χαλίφης στην Αίγυπτο ήταν ο Αλ Χακίμ, ένας πραγματικός δυνάστης και φανατικός μουσουλμάνος. Εξέδωσε ένα διάταγμα με το οποίο έκλεινε τις Εκκλησίες των χριστιανών για εννιά χρόνια. Μια μέρα περνώντας από τη συνοικία των χριστιανών άκουσε από τα σπίτια ψαλμωδίες. Ρώτησε τι συνέβαινε και του είπαν ότι ήταν οι χριστιανοί που έψαλλαν. Τότε θυμωμένος είπε «εγώ έκλεισα τις Εκκλησίες τους κι αυτοί έκαναν τα σπίτια τους Εκκλησίες;» και διέταξε να ανοίξουν τις Εκκλησίες.