Πριν από τον όρο «Γενοκτονία» υπήρχε ο όρος «Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας». Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί.
Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1461), γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές και ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα την συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση – γενοκτονία του 20ου αιώνα. Η συστηματική εξόντωση των Ποντίων, όπως και των γειτόνων τους Αρμενίων, υπήρξε προσχεδιασμένο έγκλημα. Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μουσταφά Κεμάλ (1919 – 1923). Στο συνέδριο των Νεοτούρκων, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911, πάρθηκε η εξής απόφαση: «Η Τουρκία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Οι μωαμεθανικές αντιλήψεις και η μωαμεθανική ισχύς πρέπει να κυριαρχήσουν στη χώρα. Η κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα πρέπει να καταπνίγεται. Η ύπαρξη της αυτοκρατορίας εξαρτάται από την δύναμη του νεοτουρκικού κόμματος και από την συντριβή όλων των ανταγωνιστικών σ’ αυτό ιδεολογιών. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να ολοκληρωθεί η πλήρης οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και, ασφαλώς, είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δεν θα μπορέσει να γίνει με την πειθώ και κατά συνέπεια θα πρέπει να προσφύγουμε στην ένοπλη βία.
Ο χαρακτήρας της αυτοκρατορίας πρέπει να μείνει μωαμεθανικός και θα πρέπει να δούμε ότι οι μωαμεθανικοί θεσμοί και οι μωαμεθανικές παραδόσεις θα πρέπει να γίνονται σεβαστά. Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν τις δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης είναι προδοσία στην τουρκική αυτοκρατορία. Οι εθνότητες είναι αμελητέες ποσότητες. Μπορούν να κρατήσουν την θρησκεία τους, αλλά όχι την γλώσσα τους. Η διάδοση της τουρκικής γλώσσας είναι ένα από τα κυριότερα μέσα εξασφάλισης της μωαμεθανικής υπεροχής και της αφομοίωσης των μη μωαμεθανικών στοιχείων …;».
Στις 26 Ιουλίου 1909 ο Γερμανός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Miguel έστειλε αναφορά στο Βερολίνο σχετικά με τη συνάντηση του Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ με τον Τούρκο πρωθυπουργό Σεφκέτ πασά, γεγονός που είχε γίνει πρωτοσέλιδο θέμα όλων των εφημερίδων που εκδίδονταν τότε στην Κωνσταντινούπολη. Για πρώτη φορά ένας Τούρκος πρωθυπουργός απειλούσε αυτοπροσώπως τον θρησκευτικό ηγέτη της μεγαλύτερης μειονότητας λέγοντας μεταξύ άλλων: «θα σας κόψουμε τα κεφάλια, θα σας εξαφανίσουμε. Ή εμείς θα επιζήσουμε ή εσείς».
Οι Τούρκοι χωρίς προσχήματα πια πέρασαν στην επίθεση. Από κάθε γωνιά του Πόντου και της Μικράς Ασίας έρχονταν καταγγελίες. Στις 30 Μαΐου 1911 ο μητροπολίτης Αμασείας Γερμανός Καραβαγγέλης κατήγγειλε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στο υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας τις βαρβαρότητες οργάνων της τουρκικής κυβέρνησης στην περιοχή του. Οι Νεότουρκοι κήρυξαν οικονομικό πόλεμο σε καθετί ελληνικό. Απαγόρευσαν τα ελληνικά προϊόντα και δεν επέτρεψαν στα ελληνικά πλοία να αγκυροβολήσουν σε τουρκικά λιμάνια. Αυτό το εμπορικό μποϊκοτάζ πραγματοποιήθηκε σε ολόκληρη την Τουρκία και, φυσικά, και στον Πόντο. Η μισαλλόδοξη και αντιχριστιανική πολιτική των Νεότουρκων οδήγησε στους Βαλκανικούς πολέμους, με ενωμένες τις χριστιανικές χώρες της Βαλκανικής εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, βέβαια, οι διωγμοί αυξήθηκαν. Στην Τραπεζούντα οι τουρκικές εφημερίδες παρακινούσαν τους αναγνώστες ν’ αρχίζουν τους διωγμούς και τις σφαγές. Έτσι ο τουρκικός όχλος αφιονίστηκε προετοιμάζοντας μεγάλες σφαγές. Οι σποραδικές δολοφονίες άρχισαν να αυξάνονται. Χωρικοί που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι.
Οργανωμένες τουρκικές συμμορίες, κατά την διάρκεια της νύχτας, λεηλατούσαν πόλεις και χωριά. Οι διωγμοί εκδηλώθηκαν, αρχικά, με μορφή σποραδικών κρουσμάτων βίας, καταστροφών απελάσεων και εκτοπισμών. Πολύ γρήγορα έγιναν πολύ συστηματικοί, πιο οργανωμένοι και εκτεταμένοι και στρέφονταν τόσο κατά των Ελλήνων όσο κατά των Αρμενίων. Εμπνευστής και εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης γενοκτονίας ήταν ο Μεχμέτ Ταλαάτ, υπουργός Εσωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με δικές του εντολές εξαπολύθηκαν οι διωγμοί κατά των «ανεπιθύμητων» εθνοτήτων σε μια τεράστια έκταση.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγκάστηκε σε ένδειξη πένθους να κλείσει στις 15 Μαΐου 1914 όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία και να καταγγείλει στις Μεγάλες Δυνάμεις τους νέους διωγμούς. Δεν κατάφερε όμως τίποτα, γιατί κηρύχθηκε στο μεταξύ κηρύχθηκε στο μεταξύ ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, στον οποίο η Τουρκία έλαβε μέρος ως σύμμαχος της Γερμανίας, έχοντας πλέον την ευχέρεια να εφαρμόσει πλήρως το παλαιότερο σχέδιο της εξόντωσης των Χριστιανών. Οι Νεότουρκοι είχαν πεισθεί πως μόνο με τη φυσική εξόντωση των γηγενών λαών, των Ελλήνων και των Αρμενίων, θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Η Γερμανία στην προσπάθεια της να πετύχει τους στόχους της στο νευραλγικό τομέα της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής δε δίστασε να θυσιάσει τους Χριστιανικούς λαούς της Ανατολής στο βωμό του παντουρκισμού. Σε κάποιο βαθμό ήταν συνυπεύθυνη για τις γενοκτονίες των Ελλήνων και των Αρμενίων. Εξάλλου, αυτός που εισηγήθηκε στους Τούρκους την απομάκρυνση των Ελλήνων από τα παράλια, δήθεν για στρατιωτικούς λόγους ήταν ο Γερμανός αρχιστράτηγος Liman von Sanders, που πήρε τον τίτλο του πασά. Με την συγκατάθεση της Γερμανίας οι Τούρκοι έστειλαν τους Χριστιανούς που στρατολογούσαν στα τάγματα εργασίας. Σκοπός των Τούρκων με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολήσεις χωριών και τις λεηλασίες ήταν να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα τον εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν.
Το 1915 ήταν μια χρονιά ορόσημο για τον Ποντιακό Ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Τη χρονιά εκείνη, και ενώ όλα τα ευρωπαϊκά κράτη είχαν εμπλακεί στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Τούρκοι εκπόνησαν ένα σχέδιο εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας. Τον Ιούνιο πραγματοποιήθηκε η εξορία και στη συνέχεια η σφαγή των Αρμενίων, ενώ αρχίζουν οι πρώτες βιοπραγίες εναντίον του ποντιακού στοιχείου.
Αρμένιοι και Πόντιοι έπρεπε να εξοντωθούν με κάθε τρόπο…
Τον Δεκέμβριο του 1916 εκπονήθηκε από τους Τούρκους στρατηγούς Εμβέρ και Ταλαάτ σχέδιο εξόντωσης του άμαχου ελληνικού πληθυσμού του Πόντου που προέβλεπε: «Άμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικόπαιδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης». Το πρόγραμμα ξεκίνησε 15 ημέρες αργότερα και εφαρμόστηκε κυρίως στις περιοχές της Σαμψούντας και της Πάφρας.
Πόντος… η μανία των Τούρκων
Η περιοχή της Τραπεζούντας είχε γλυτώσει από τη μανία των Τούρκων διότι είχε καταληφθεί τον Απρίλιο του 1916 από τον ρωσικό στρατό. Όταν όμως οι Ρώσοι εγκατέλειψαν την πόλη τον Φεβρουάριο του 1918, τότε ο μισός περίπου πληθυσμός της περιοχής εγκατέλειψε τις εστίες του και ακολούθησε τον ρωσικό στρατό κατά την υποχώρησή του. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου και των παραλίων της Γεωργίας. Οι Πόντιοι πίστεψαν ότι το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου θα έφερνε και οριστικό τέρμα στα δεινά τους, αλλά διαψεύσθησαν.
Οι εκκλήσεις τους για να συμπεριληφθούν στο ελληνικό κράτος δεν εισακούστηκαν από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος θεωρούσε ότι ο Πόντος ήταν πολύ απομακρυσμένος από τις υπόλοιπες ελληνικές περιοχές με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η υπεράσπισή του από τις τουρκικές επιδρομές. Σε αντάλλαγμα πρότεινε να προχωρήσουν οι Πόντιοι στη δημιουργία μιας ομοσπονδίας με τους Αρμένιους, και πράγματι ο αρχιεπίσκοπος Τραπεζούντας Χρύσανθος Φιλιππίδης και ο πρόεδρος των Αρμενίων Αλέξανδρος Χατισιάν υπέγραψαν τον Ιανουάριο του 1920 συμφωνία για τη δημιουργία Ποντοαρμενικού κράτους. Ομως τον Νοέμβριο του 1920 ο αρμενικός στρατός ηττήθηκε στο Ερζερούμ από τις δυνάμεις του Κεμάλ με αποτέλεσμα να συνθηκολογήσουν οι Αρμένιοι και να μείνουν οι Πόντιοι μόνοι τους. Έκτοτε και μέχρι τον Αύγουστο του 1922 ο Κεμάλ, έχοντας εκκαθαρίσει τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία, προχώρησε ανενόχλητος στη σταδιακή εξόντωση του Ποντιακού Ελληνισμού. Οι πόλεις και τα χωριά κάηκαν, οι χωρικοί σφάχτηκαν, ατιμάστηκαν, εξορίστηκαν ή έφευγαν ομαδικά στα δάση και στα βουνά. Όσοι άνδρες συλλαμβάνονταν προωθούνταν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
Στις 19 Μαΐου 1919, κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα του Πόντου και δρομολόγησε τη δεύτερη και σκληρότερη φάση της Γενοκτονίας των Ποντιακού Ελληνισμού, η οποία έγινε στο πλαίσιο του Απελευθερωτικού Αγώνα των Τούρκων κατά των Δυτικών (Αγγλογάλλων, Ιταλών, Ελλήνων), που κατείχαν εδάφη της Μικράς Ασίας. Από 200.000 έως 350.000 είναι οι Ελληνoπόντιοι, που εξολοθρεύτηκαν από τους Νεότουρκους κατά την περίοδο 1916-1923, σ’ ένα σύνολο 750.000 περίπου.
Έτσι το 1919 άρχισε νέος άγριος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Στις 19 Μαΐου 1919 άρχισε η δεύτερη και σκληρότερη φάση της ποντιακής γενοκτονίας. Ο Μουσταφά Κεμάλ άρχισε από την Σαμψούντα ένα εγκληματικό έργο αντίθετο με την αποστολή του. Με τη βοήθεια μελών του νεοτουρκικού κομιτάτου συγκρότησε μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κήρυξε μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδίασε την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού. Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια με τους τσέτες του ο Κεμάλ.
Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας ανταρτικό για την προστασία του άμαχου πληθυσμού.
Το ποντιακό αντάρτικο, που είχε τον χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έδρασε κυρίως στον δυτικό Πόντο, ενώ στο ανατολικό είναι γνωστό το περήφανο ανταρτικό της Σάντας. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και το ακατάβλητο ποντιακό ανταρτικό. Το τέλος του Ποντιακού Ελληνισμού πλησίαζε. Οι φωνές λιγόστευαν.
Στις 25 Μαΐου 1922 αντιπροσωπεία της ελληνικής ναυτικής βάσης, που είχε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, συνέταξε έκθεση που εστάλη στο υπουργείο Εξωτερικών: «Η κατάστασις των χριστιανών των άνω περιοχών είναι οικτρότατη. Εις την ύπαιθρον χώραν κάτοικοι παντάπασιν δεν υπάρχουσιν. Πάντα τα χριστιανικά χωρία έχουσι πυρποληθεί, εκ δε των κατοίκων άλλοι μεν απελαθέντες εσφάγησαν καθ’ οδόν, άλλοι δε συλληφθέντες εφονεύθησαν επιτοπίως ή εκάησαν ζώντες».
Το χρονικό της εξόντωσης:
Η εξόντωση των Ποντίων άρχισε με τη σύλληψη προκρίτων (δημοσιογράφων, δικηγόρων, εμπόρων, μητροπολιτών, ιερέων, δασκάλων) την καταδίκη τους με στημένες δίκες σε θάνατο και εκτέλεση.
Ακολούθησαν ομαδικές εκτελέσεις σε πόλεις και χωριά, στρατολόγηση των ανδρών στα διαβόητα «Αμελέ Ταμπουρού» στην ουσία Τάγματα εξοντώσεώς τους, και τέλος τους ηλικιωμένους και τα γυναικόπαιδα που έστελναν στην εξορία, σε πολυήμερες πορείες στην ενδοχώρα για να τους αφανίσουν.
Και το πιο φρικτό: τους κάτοικους δυο χωριών, Πάτλαμα και Μάλαχα, τους έβαλαν μέσα στην εκκλησιά του Αγίου Γεωργίου και τους έκαψαν ζωντανούς!
Αραδιασμένα τα πτώματα χριστιανών που έκαψαν ζωντανούς μέσα στην εκκλησιά τους κατοίκους των χωριών Πάτλαμα και Μάλαχα Κερασούντος.
Οι Τούρκοι εκτόπιζαν και εξόριζαν τους Έλληνες μέσα στην βαρύτερη κακοκαιρία, χωρίς να τους επιτρέψουν να παραλάβουν ούτε τρόφιμα, ούτε στρώματα. Τα κυβερνητικά όργανα που συνόδευαν τους εκτοπιζόμενους δεν επέτρεπαν στα θύματά τους να σταθμεύουν σε κατοικημένα μέρη, αλλά μόνο σε μέρη έρημα και εκτεθειμένα στις χειμερινές συνθήκες. Ο σκοπός ήταν διπλός: πρώτα να μην μπορούν να στεγασθούν και έπειτα να μην μπορούν να αγοράσουν τρόφιμα. Δεν επέτρεπαν για κανένα λόγο να δώσουν βοήθεια στους γέρους γονείς ή στα ανήλικα παιδιά και στους αρρώστους, οι οποίοι εγκαταλείπονταν στα φαράγγια και στα δάση και πέθαιναν από την πείνα ή αποτελειώνονταν από την λόγχη των Τούρκων.
Σε διάφορα μέρη της χώρας ιδρύθηκαν λουτρώνες δήθεν για στρατιωτικούς λόγους. Τα κυβερνητικά και αστυνομικά όργανα που οδηγούσαν τους μετατοπιζόμενους εξανάγκαζαν τους δυστυχείς για λόγους δήθεν υγιεινής να λουστούν. Έβαζαν κατά εκατοντάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά στα λουτρά, γυμνούς με θερμοκρασία 40 βαθμών. Τα ενδύματα των δυστυχών λεηλατούνταν.Όταν έβγαιναν από το λουτρό, τους εξανάγκαζαν να παρατάσσονται στο χιόνι και με θερμοκρασία κάτω του μηδενός και να περιμένουν επίσκεψη του αστυνόμου για καταμέτρηση, ο οποίος ποτέ δεν ερχόταν πριν από μία ώρα. Έπειτα άλλη μία ώρα περίμεναν το γιατρό για ιατρική επιθεώρηση. Κατά την επιθεώρηση χαρακτηρίζονταν άρρωστοι οι νεώτεροι και υγιέστεροι, οι οποίοι θανατώνονταν κατά την αποστολή στο νοσοκομείο.»
Η εκρίζωση του Ποντιακού Ελληνισμού αποτέλεσε εθνική καταστροφή.
Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτέλεσε ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων μετά τη νίκη της Τουρκίας. Με την συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών ήρθαν στην Ελλάδα. Οι Ελληνοπόντιοι που έχασαν την ζωή τους, κατά την διάρκεια των διωγμών και του ξεριζωμού, ξεπερνούν τους 350.000.
Οι τουρκικές κυβερνήσεις αρνούνται πως υπήρξε γενοκτονία και τοποθετούν επισήμως το θάνατο των Ελλήνων στα πλαίσια των ευρύτερων απωλειών του πολέμου, του λιμού ή άλλων κοινωνικών αναταράξεων.
Ελληνικές πόλεις με συνεχή, αδιάκοπη ζωή και πολιτισμό 27 και πλέον αιώνων, καταστράφηκαν και σιώπησαν για πάντα, ενώ ιδρύματα, σχολεία και εκκλησιές έκλεισαν κι ερημώθηκαν.
Συνολικά καταστράφηκαν, 815 Κοινότητες, 1.134 εκκλησίες, 960 σχολεία ενώ 353.000 κάτοικοι σφαγιάστηκανν ή πέθαναν από τις κακουχίες και την πείνα.
Οι Έλληνες του Πόντου, σύμφωνα με υπεύθυνους υπολογισμούς επιστημόνων, άφησαν πίσω τους κτηματική περιουσία, άνω των 25 εκατ. χρυσών τουρκικών λιρών, ενώ η κινητή περιουσία που εγκατέλειψαν στα χέρια των Τούρκων (έπιπλα, κοσμήματα, ενδύματα, γραμμάτια, χρεόγραφα, χρήματα κ.λπ.) σε 89.950.000 χρυσές τουρκικές λίρες.
Συνολικά σε 115 εκατ. χρυσές τουρκικές λίρες, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η αξία από εισοδήματα κτημάτων, κοινοτικών, μοναστηριακών και εθνικών περιουσιών, σχολείων, εκκλησιών και ιδρυμάτων.
Πτώματα παντού! Οι συνοδοί Τούρκοι δεν επιτρέπουν να τα θάβουν και γίνονται βορά στα στους λύκους, στα τσακάλια και τους γυπαετούς…
Η Συνθήκη της Λωζάνης επέβαλε τον ξεριζωμό των επιζώντων Ποντίων, που άφησαν πίσω τους, σπαρμένα χωράφια, κοπάδια ζώων, νοικοκυρεμένα σπίτια και τα κόκαλα των προγόνων τους.
Πήραν μόνο λίγα ρούχα, τις εικόνες των Αγίων και τις μνήμες τους και ήρθαν στην Ελλάδα, με πάντα στα χείλη την φράση «Τραβήξαμε του Χριστού τα Πάθη» κι εκείνο που γεννά ελπίδα: «Η Ρωμανία κι αν έπαρσεν, ανθεί και φέρει κι άλλο…»