Λίγους μήνες μετά τον ερχομό μου στον κόσμο, μου έδωσαν το όνομα Ελισάβετ. Δεν ήταν το όνομα που επιθυμούσε η μητέρα μου, αλλά ο παπάς αρνήθηκε να ικανοποιήσει την επιθυμία της να με βγάλουν “Δυσδαιμόνα”. Δεν ξέρω ποια δαιμόνια την είχαν αδράξει, ώστε να επιθυμεί κάτι τέτοιο, ευτυχώς όμως εντέλει δεν κατόρθωσε να μου τα φορτώσει (τουλάχιστον όλα).
Το Ελισάβετ αργότερα εξελίχθηκε σε Λίζα και με αυτό το όνομα κυκλοφορώ από τότε. Με αυτό υπογράφω και τις ιστορίες μου.
Πλησιάζουν Χριστούγεννα, αυτή η μεγάλη συμβολική γιορτή της χαρούμενης αναστάτωσης που σταματάει τον χρόνο, μας γυρίζει στα παιδικά μας χρόνια και είναι κατά κάποιο τρόπο συνδυασμένη με την αγάπη, καθώς γιορτάζουμε την γέννηση ενός βρέφους που θέλησε να σώσει τον κόσμο. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν τον έσωσε, εμείς χαιρόμαστε, στολίζουμε τα σπίτια μας, ανάβουμε λαμπάκια και μαζευόμαστε σε οικογενειακά και φιλικά τραπέζια.
Τούτων ούτως εχόντων, θέλησα να γράψω κάτι στο πνεύμα των ημερών και παράλληλα αναρωτιόμουν τι μπορεί να γράψει κανείς για τα Χριστούγεννα, για αυτή την γιορτή που όλα έχουν γραφτεί. Από την «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Ντίκενς, την Νύχτα των Χριστουγέννων του Γκόγκολ, «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» του Άντερσεν, μέχρι τα «Χριστουγεννιάτικα διηγήματα» του Παπαδιαμάντη, τα παιδικά του Τριβιζά, τις αναφορές στα ήθη και τα έθιμα των Χριστουγέννων, τα κάλαντα, τα ποιήματα και τόσα άλλα.
Αυτά σκεφτόμουν, καθισμένη αναπαυτικά στον καναπέ, όταν με πήρε ένας γλυκός Κυριακάτικος μεσημεριανός υπνάκος.
Είδα τότε ξαφνικά ένα πελώριο Χριστουγεννιάτικο δέντρο που πάσχιζε να φτάσει στον ουρανό. Προς στιγμή σκέφτηκα πως κάποιος Δήμαρχος παραφρόνησε (συμβαίνει συχνά), αλλά σε συνέχεια κατάλαβα ότι στο περί ου ο λόγος δέντρο βρισκόμουν και εγώ, κρεμασμένη από κάποιο κλαρί. Δεν ήμουν όμως μόνη. Σε όλα τα κλαδιά αυτού του δέντρου κρεμόντουσαν άνθρωποι, παριστάνοντας τα στολίδια. Άλλοι όρθιοι, ντυμένοι με όμορφα ρούχα, άλλοι κουρελήδες που άλλαξαν στέκι, άλλοι ξαπλωμένοι τεμπέλικα σε πολύχρωμα κουτιά. Οι ευτραφείς παρίσταναν τις μπάλες, οι πονηροί τους αγγέλους, κάποιοι καλλίγραμμοι τα ελαφάκια και μερικοί με πνεύμα συνεργασίας τα αστέρια. Υπήρχαν ακόμη και άνθρωποι από καιρό πεθαμένοι. Ίσως αυτοί, στην προσπάθειά τους να κρεμαστούν ως στολίδια, κρεμάστηκαν κανονικά. Η αφεντιά μου ήταν κρεμασμένη από τα μαλλιά. Πάντα είχα γερά μαλλιά, ήταν ένα προσόν όλης της οικογένειά μου. Κοιτούσα προς τα πάνω (πάντα μου άρεσε αυτό) και έμοιαζα σαν να ήθελα να δραπετεύσω στα σύννεφα.
Κάποιοι άνθρωποι μεγαλώνουν σε πόλεις, άλλοι σε χωριά, οι περισσότεροι πάντως, μόλις μάθουν να περπατούν, πατούν στην γη. Ομολογώ ότι δεν τα πήγα ποτέ καλά με αυτή την ανθρώπινη ιδιότητα, έτσι δεν μου φάνηκε καθόλου παράξενο που βρέθηκα κρεμασμένη στο πελώριο Χριστουγεννιάτικο δέντρο, που εκτός των άλλων, φεγγοβολούσε και κανείς δεν αγωνιούσε για το ποιος θα πληρώσει το ρεύμα.
Αργότερα άρχισε να φυσάει, (ο καιρός ήταν άστατος) και ο διπλανός άνθρωπος στολίδι μου έδωσε άθελά του μια σπρωξιά. Δεν με ενόχλησε. Πάντα ήμουν ανεκτική στα σπρωξίματα. Στη συνέχεια ο αέρας δυνάμωσε, με αποτέλεσμα να βρεθούμε αγκαλιασμένοι, στην προσπάθεια να μην μας πάρει ο άνεμος. Το ίδιο έκαναν και άλλα γειτονικά στολίδια. Καταλήξαμε κρεμασμένα ζευγάρια στο έλεος των ανέμων. Κάποιοι δεν άντεξαν πολύ. Έπεφταν σαν ώριμα φρούτα. Ξαναγύριζαν στη γη. Κλασσική ανθρώπινη μοίρα. Μερικοί πάντως έδειξαν τρομερή επιδεξιότητα στην ισορροπία και ακόμη δεν λένε να κατέβουν. Ίσως τους βρουν μαζί και τα επόμενα Χριστούγεννα.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο της ιστορίας, χτύπησε το τηλέφωνο. Μια εορταστική φωνή μου ανακοίνωσε ότι στην γειτονιά μου έχει Χριστουγεννιάτικο παζάρι. Δεν τα κατάφερα να προσδιορίσω αν το τηλεφώνημα ήταν αληθινό ή μέρος του ονείρου. Σκέφθηκα όμως ότι αυτό ήταν καλή ευκαιρία να αγοράσω δώρα για εγγόνια, βαφτιστήρια και φίλους. Έτσι, πετάχτηκα όρθια, ξεχνώντας ότι κρεμόμουν από το δέντρο και η απουσία μου θα δημιουργούσε κενό. Άλλωστε πάντα δυσκολευόμουν να ξεχωρίσω τα όνειρα από την πραγματικότητα. Εξακολουθούσε ωστόσο να φυσάει και αυτό εμπόδιζε την έλευση του χιονιού. Εμπόδιζε τα Χριστούγεννα να ασπρίσουν ! Η αλήθεια είναι πως πραγματικά Χριστούγεννα δίχως χιόνι δεν υπάρχουν. Γιατί επικρατούσε αυτή η αντίληψη δεν κατάλαβα, μια και στον τόπο που γεννήθηκε το θείο βρέφος, το τοπίο μάλλον παρέπεμπε σε ξηρασία. Ίσως όμως δεν ήταν η κατάλληλη ώρα για τέτοιες σκέψεις. Αυτό που προείχε τώρα ήταν η ολοκλήρωση μιας Χριστουγεννιάτικης ιστορίας! Μια κανονική ιστορία πρέπει να έχει αρχή, μέση και τέλος! Αυτό με το τέλος επίσης ποτέ μου δεν το κατάλαβα. Καμιά ιστορία δεν είναι υποχρεωμένη να έχει τέλος, ιδίως αν είναι Χριστουγεννιάτικη. Ωραία! Ας το πάρω από την αρχή. Αυτή η ιστορία, όχι απλώς δεν έχει τέλος, αλλά δεν είναι καν μια Χριστουγεννιάτικη ιστορία! Είναι μια ιστορία για Χριστούγεννα!