ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
Ποιος τρελός ξεκίνησε τη φιέστα
και απλόχερα ημέρα ποίησης τη βάφτισε;
Σ΄ αυτό το δρόμο, που τα ίχνη μου χαθήκαν
ξεχύνεται το πλήθος στη γιορτή.
Ω, μέρα δοξασμένη, φιέστα οργιαστική.
Την αποκοτιά τους δεν την συμμερίζομαι.
Για μένα είσαι μέρα καθημερινή.
Δεν γλεντάω εγώ στη δική σου τη γιορτή.
Και το κοινό- πιστεύει μπερδεμένο.
Πόσο είναι η καλή ψυχή του απλοϊκή.
Υψηλό και ασήμαντο ανακατωμένο
δεν ξεχωρίζει η καλοσύνη αυτή.
Όσο το τα αυτιά του τα χαϊδεύουν άξεστα,
όσο κανείς σ’ αυτό κακό δεν βλέπει,
μου μένει μια ελπίδα θολή,
πως άδικα δεν γίνονται οι φιέστες.
Δεν λάμπουν άδικα των ποιητών τα λόγια,
άδικα οι φωνές τους δεν ηχούν,
ούτε φωτίζονται άδικα
των αγοριών και κοριτσιών τα μάτια.
Η Μπέλλα Αχμαντούλινα, Σοβιετική ποιήτρια, μεταφράστρια και δοκιμιογράφος υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλής την δεκαετία του εξήντα. Η ποίησή της δεν ήταν πολιτικοποιημένη. Γεννήθηκε το 1937,εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του Πούσκιν και πέθανε το 2010, εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του Λέοντα Τολστόι. Οι γονείς της ήταν διαπρεπείς Σοβιετικοί πολίτες. Ο πατέρας, αναπληρωτής υπουργός και η μητέρα, διερμηνέας στην ΚΓΒ. Το όνομα Ισαβέλλα, (απ’ όπου προήλθε το Μπέλλα), της το έδωσε η γιαγιά της, λόγω των συγκλονιστικών γεγονότων που λάβαιναν χώρα στην Ισπανία, (είχε ήδη αρχίσει ο εμφύλιος,1936-1939),μετά την ανατροπή της μοναρχίας και την επανάσταση.
Άρχισε να γράφει στίχους πολύ μικρή. Στα δεκαπέντε της είχε ήδη αποκτήσει προσωπικό στυλ. Στα δεκαοκτώ, μέσα από το περιοδικό “Οκτώβρης”, μπήκε στην λογοτεχνική ζωή της Μόσχας. Οι στίχοι της, αρχικά, θεωρήθηκαν παλιομοδίτικοι και επιτηδευμένοι για το πνεύμα της Σοβιετικής εποχής.
Το 1959, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο με το βραβείο Νόμπελ του Παστερνάκ, η ποιήτρια αρνήθηκε να υπογράψει το κείμενο που τον χαρακτήριζε προδότη. Εξ αιτίας αυτής της διαγωγής , την έδιωξαν από την σχολή όπου σπούδαζε λογοτεχνία. Μετά απ’ αυτό, εργάσθηκε στο Ιρκούτσκ της Σιβηρίας, σαν ανταποκρίτρια της “Λογοτεχνικής εφημερίδας”. Εν τέλει, κατάφερε να τελειώσει τις σπουδές της το 1960. Την πρώτη της ποιητική δουλειά με τίτλο “Χορδή” που εκδόθηκε το 1962, την πρόσεξαν ο Γιεφτουσένκο, ο Ρογκνεσβένσκι και ο Βασνισέτσκι. Από τότε άρχισε να γράφει συνέχεια. Πέρα από ποιήματα, έγραψε επίσης για πολλούς λογοτέχνες της εποχής, όπως για τον Ναμπόκοφ, την Αχμάτοβα, την Τβετάγιεβα και τον Βισότσκι. Υποστήριξε με κείμενά της και άλλους διωκόμενους λογοτέχνες, όπως τον Ζαχάροφ. Αρνήθηκε βραβεία και τιμές και ήταν μάλιστα η μόνη εκτός από τον Μπουλάτ Οκουτζάβα, που κράτησε αυτή την στάση.
Το ποίημα Ημέρα ποίησης, γράφτηκε το 1966. Αναφέρεται στην αργία που είχε καθιερωθεί για τον εορτασμό της ημέρας της ποίησης. Σαν να μου φαίνεται ότι και σε μας ακούγονται φωνές που μοιάζουν με την δική της. Τι τα θέλετε; Παντού ο καημός του ποιητή έχει την ίδια απόχρωση!