You are currently viewing Λίζα Διονυσιάδου: OTTЕПЕЛЬ (Λιώσιμο των πάγων). Σκηνοθεσία Βαλέρι Τοντορόφσκι.

Λίζα Διονυσιάδου: OTTЕПЕЛЬ (Λιώσιμο των πάγων). Σκηνοθεσία Βαλέρι Τοντορόφσκι.

 

Μια ματιά πάνω στο έργο.

 Mόσχα, 1961. Στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης, γενικός γραμματέας του Κ.Κ.Σ.Ε. ο Νικήτα Χρουστσόφ (1958-1964),ηγέτης κατά το μεγαλύτερο μέρος του ψυχρού πολέμου, αυτός που έθεσε τις βάσεις για την αποσταλινοποίηση της χώρας, για το διαστημικό πρόγραμμα, καθώς και για μια σειρά φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην εσωτερική πολιτική. Ο τίτλος “OTTЕПЕЛЬ ” που σημαίνει λιώσιμο των πάγων, παρμένος βεβαίως από τα νέα δρώμενα της εποχής. Ο κεντρικός ήρωας, οπερατέρ στο στούντιο της ΜΟΣΦΙΛΜ, οδηγεί ένα δίχρωμο Μοσκβίτς. Στις παρέες του πίνουν βότκα με μεζέ σελιότκα* και αγγουράκια στην άλμη. Στις γιορτές, σαμπάνια και κόκκινο εμφιαλωμένο κρασί. Καπνίζουν σχεδόν όλοι, κυρίως παπιρόσι*, ασταμάτητα. Πίνουν, μαλώνουν, βρίζουν σαν ζωντανοί άνθρωποι. Η ταινία, που στην πραγματικότητα είναι σειρά 12 επεισοδίων, γυρίστηκε το 2013 και είχε μεγάλη επιτυχία. Εμφανίζονται γυμνά, σε όμορφες και αρκετά τολμηρές για τα Σοβιετικά δεδομένα, ερωτικές σκηνές. Καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων που εργάζονται στην ΜΟΣΦΙΛΜ, αλλά και μια προσεχτική ματιά σε μια ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων, που ζουν σε έναν δικό τους κόσμο. Άνθρωποι νέοι, ταλαντούχοι, με ερωτικά πάθη αλλά και ίντριγκες επαγγελματικής ανέλιξης. Ειλικρινείς φιλίες σε δοκιμασία από όλα τα παραπάνω. Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη της ταινίας τον Βαλέρι Τοντορόβσκι, πρόθεσή του ήταν να κάνει μια ταινία με ανθρώπινους χαραχτήρες όλων των ειδών. Καλούς και κακούς, υπέροχους και απαράδεκτους, ψεύτες και ειλικρινείς, ικανούς όλους να προδώσουν κάτω από ορισμένες συνθήκες. (Κάτι από τα προηγούμενα υπαινίσσεται εδώ…).

Νέος άνεμος που πασχίζει να βελτιώσει την καθημερινότητα των πολιτών, μιας υποτιθέμενης άνοιξης, που δεν είναι όμως πραγματική άνοιξη. Είναι το λιώσιμο των πάγων. Η νοοτροπία του κλασσικού σοβιετικού πολίτη με τα παράσημα του πολέμου δεν ξεριζώνεται καθόλου εύκολα. Η γραφειοκρατία καλά κρατεί. Ο θαυμασμός των νέων προς τον δυτικό τρόπο ζωής και σε ότι γενικώς έχει σχέση με την δύση, (από μουσική, μόδα και αντιλήψεις), έρχεται σε μεγάλη κόντρα με την νοοτροπία των ηλικιωμένων ανθρώπων. Οι μέθοδοι που ο ανακριτής καλείται να χρησιμοποιήσει για την εξιχνίαση ενός «εγκλήματος», θυμίζουν τις απάνθρωπες μεθόδους της КGB. Στη διάρκεια του έργου, ακούγεται μερικές φορές το τραγούδι «OTTЕПЕЛЬ», με στίχους όπως: «Αχ ! Πόσο ήμουν ερωτευμένη! Νόμισα πως ήρθε η άνοιξη, αλλά ήταν το λιώσιμο των πάγων».

Γοητευτική η αναπαράσταση της ατμόσφαιρας της δεκαετίας του εξήντα,(αν και κάπως εξωραϊσμένη είναι η αλήθεια), με εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών, ρούχα, γυναικεία χτενίσματα μαλλιών, εσωτερικοί χώροι σπιτιών, μεθύσια και γλέντια των ρώσων, με προπόσεις, αγάπες και καυγάδες, της εντελώς ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας αυτού του λαού. Είναι η εποχή της κινηματογραφικής δόξας της Τατιάνας Σαμοίλοβα (Όταν περνούν οι γερανοί),η οποία μάλιστα εμφανίζεται σε μια σκηνή στην καφετέρια που τρώνε οι εργαζόμενοι στην ΜΟΣΦΙΛΜ. Επίσης της περηφάνιας της χώρας για τον πρώτο αστροναύτη Γκαγκάριν. (Και αυτό σημειώνεται σε μια σκηνή, όπου ο μικρός αδελφός του κεντρικού ήρωα, εμφανίζεται με στολή κοσμοναύτη, φωνάζοντας Γκαγκάριν). 

Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα, ο κεντρικός ήρωας, γοητευτικός, ταλαντούχος οπερατέρ, αγαπημένος των γυναικών, χωρισμένος από την ηθοποιό γυναίκα του και πατέρας μιας έφηβης κόρης, περιθωριοποιείται, λοιδορείται, και αναγκάζεται να φύγει, μετά από επίθεση εναντίον του από τον ανακριτή, ο οποίος, αφού πρώτα τον κατηγόρησε χωρίς επιτυχία για φόνο, μετά τον τιμωρεί για τον ανεξάρτητο χαρακτήρα του, με ένα πρωτοσέλιδο σε εφημερίδα, συκοφαντώντας τον για δειλία, αφού δεν υπηρέτησε στον στρατό χρησιμοποιώντας την δύναμη του πατέρα του. Πράγματι, ο οπερατέρ δεν υπηρέτησε, χάρη στον πατέρα του που του εξασφάλισε απαλλαγή, μόνο που ο λόγος καμία σχέση δεν είχε με δειλία…

Στον διάλογο του κεντρικού ήρωα με τον ανακριτή, ακούγονται και φράσεις όπως : «Δεν είναι η πρώτη φορά που στην χώρα μας σκοτώνουν αθώους». Κάτι τέτοιο βέβαια δεν επιβεβαιώνει ακριβώς τα λόγια του σκηνοθέτη που υποστηρίζει ότι μοναδικός σκοπός της ταινίας του ήταν οι πολυπλοκότητα των ανθρώπινων χαραχτήρων, αλλά… Ας είμαστε επιεικείς. Αναφερόμαστε πάντα στον ρώσο πολίτη και τις συμπεριφορές του στη διάρκεια όλων των αλλαγών που έζησε.

Εν τέλει η ταινία έχει στοιχεία από δράμα, από μελόδραμα, κάτι λίγο από αστυνομικό, και αρκετό από κωμωδία. Πέρα από τις ανθρώπινες ιστορίες των ηρώων της όμως, από μέσα της περνά η σοβιετική ζωή με τις καταγγελίες της, τα κομματικά συμβούλια και την λογοκρισία.

Οι περισσότερες σκηνές της γυρίστηκαν στο Μινσκ και όχι στην Μόσχα, καθώς οι θυελλώδεις αλλαγές (2013) δεν άφησαν πολλές γραφικές γειτονιές στην αστραφτερή πρωτεύουσα της νέας Ρωσίας. Τα παλιά δε αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν επί Σοβιετίας, χρειάστηκε να τα δανειστούν από συλλέκτες για τις ανάγκες της ταινίας.

Η περίοδος του λιωσίματος των πάγων στην Σοβιετική Ένωση κράτησε δώδεκα χρόνια. (1956-1968). Στο διάστημα αυτό άλλαξαν πολλά. Μιλάμε βεβαίως για κάποια σχετική ελευθερία, η οποία όμως υπήρξε ιδιαιτέρως παραγωγική στην λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και την τέχνη γενικότερα.           

Λίζα Διονυσιάδου

Η Λίζα Διονυσιάδου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη και ζει στην Αθήνα και την Αίγινα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Σοβιετική Μόσχα και εργάσθηκε σε Αθήνα και Πειραιά. Ασχολείται με την λογοτεχνική γραφή τα τελευταία είκοσι χρόνια. Έχει εκδώσει ποιήματα (ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ), μικρές ιστορίες (ΡΟΕΣ) και μυθιστορίες (ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ).

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.