ΠΟΣ. Γίνεται, Ερμή, να δω τον Δία τώρα;
ΕΡΜ. Αποκλείεται, Ποσειδώνα.
ΠΟΣ. Εντάξει· όμως ανάγγειλέ με εσύ σ’ αυτόν.
ΕΡΜ. Μην ενοχλείς, σου λέω· δεν είναι η ώρα κατάλληλη, γι’ αυτό δεν μπορείς
επί του παρόντος να τον δεις.
ΠΟΣ. Μήπως το κάνει με την ΄Ηρα;
ΕΡΜ. Όχι· κάτι άλλο συμβαίνει.
ΠΟΣ. Α, κατάλαβα· είναι μέσα ο Γανυμήδης.2
ΕΡΜ. Ούτε αυτό συμβαίνει, αλλά ελόγου του είναι άρρωστος.
ΠΟΣ. Από τι, Ερμή; Είναι φοβερό αυτό που λες!
ΕΡΜ. Ντρέπομαι να πω τέτοιο τρομερό πράγμα.
ΠΟΣ. Μα δεν πρέπει να με ντρέπεσαι εμένα που ’μαι θείος σου.
ΕΡΜ. Νά, γέννησε, Ποσειδώνα, πριν λίγο.
ΠΟΣ. Βρε άντε χάσου από δω! Γέννησε ο μεγάλος;! Από ποιον, βρε, έκανε το
παιδί;! Αμ ήταν λοιπόν αρσενικοθήλυκος, κι εμείς δεν το ’χαμε πάρει
χαμπάρι;! Μα ούτε η κοιλιά του έδειχνε κανένα φούσκωμα.
ΕΡΜ. Καλά τα λες· γιατί δεν ήταν στην κοιλιά του το έμβρυο.
ΠΟΣ. Α, ξέρω. Πάλι απ’ το κεφάλι του γέννησε, όπως την Αθηνά·3 εμ, αφού
έχει κεφάλι που γεννοβολάει.
ΕΡΜ. ΄Οχι· αντίθετα, το μωρό που έφτιαξε με τη Σεμέλη το κυοφορούσε μέσα
στο μπούτι του.
ΠΟΣ. Μωρέ μπράβο του, μεγάλη καρδιά, αφού ολόκληρος μας γκαστρώνεται
και σε κάθε μέλος του σώματός του! Αλλά ποια είναι η Σεμέλη;
ΕΡΜ. Θηβαία είναι, μια από τις θυγατέρες του Κάδμου.4 Μ’ αυτήν έσμιξε και
την γκάστρωσε.
ΠΟΣ. Κι έπειτα, Ερμή, γέννησε αυτός αντί για κείνη;!
ΕΡΜ. Βεβαιότατα, αν και σου φαίνεται παράξενο το πράγμα. Λοιπόν: Η ΄Ηρα ‒
ξέρεις πόσο ζηλιάρα είναι ‒ εξαπάτησε τη Σεμέλη και την έπεισε να
ζητήσει από τον Δία να έρθει στο σπίτι της μετά βροντών και αστραπών·
με το που πείστηκε και ήρθε εκείνος έχοντας και τον κεραυνό, κάηκε η
οροφή, και η μεν Σεμέλη αφανίστηκε απ’ τη φωτιά, εμένα, δε, με
πρόσταξε να ανοίξω την κοιλιά της γυναίκας και να του ανεβάσω πάνω το
έμβρυο, ατελές ακόμη, καθότι εφταμηνίτικο. Κι αφού έκανα όπως μου
’πε, έσκισε το μπούτι του και το ’βαλε μέσα για να ολοκληρωθεί εκεί. Και
τώρα, με το που άρχισε ο τρίτος μήνας, γέννησε, κι από τους πόνους
της γέννας είναι άρρωστος.
ΠΟΣ. Και τώρα πού είναι το μωρό;
ΕΡΜ. Το πήγα στη Νύσα5 και το παρέδωσα στις Νύμφες να το μεγαλώσουν το
παιδί, που μάλιστα ονομάστηκε Διόνυσος.
ΠΟΣ. Συνεπώς ο αδελφός μου είναι αυτουνού του Διόνυσου και τα δύο, και
μητέρα και πατέρας;
ΕΡΜ. ΄Ετσι φαίνεται. Φεύγω τώρα για να του πάω νερό για το πλύσιμο της
πληγής του και να κάνω και τα άλλα, όσα συνηθίζονται για μια λεχώνα.
1) Για τον Λουκιανό βλ. κείμενά μας: 20-12-2017, με θέμα τη φράση « ΄Ανω ποταμών»· 10-12-2018, με θέμα τις φράσεις «΄Ανθρακες ο θησαυρός» και « Περί όνου σκιάς»· 21-9-2019, με θέμα τις φράσεις « ΄Αγω και φέρω» και « Σέρνω /τραβώ (κάποιον) από τη μύτη».
2) Τον πανέμορφο θνητό, τον νεαρό Τρωαδίτη Γανυμήδη, κατά μία εκδοχή του μύθου, τον απήγαγε ο Δίας από έρωτα παίρνοντας τη μορφή αετού, τον ανέβασε στον ΄Ολυμπο και τον έκανε οινοχόο του.
3) Η μυθική παράδοση λέει πως η θεά ξεπετάχτηκε πάνοπλη από το κεφάλι του Δία. Σύμφωνα με μία άλλη παραλλαγή, μητέρα της Αθηνάς ήταν η Μῆτις, η θεά της φρόνησης, και πατέρας της ο Δίας, ο οποίος, μόλις έμαθε ότι η Μήτις ήταν έγκυος, την κατάπιε από φόβο μήπως το παιδί που θα γεννιόταν του έπαιρνε τον θρόνο. Η Μήτις όμως συνέχισε να κυοφορεί και, όταν έφτασε η ώρα να γεννήσει, ο Δίας πρόσταξε τον ΄Ηφαιστο ή τον Ερμή ή τον Προμηθέα να του ανοίξουν το κεφάλι μ’ ένα τσεκούρι. ΄Ετσι έγινε, και ξεπετάχτηκε η κόρη του, η Αθηνά.
4) Ο Κάδμος ήταν ο ιδρυτής της Θήβας και ο γενάρχης των Θηβαίων.
5) Κατά τον μύθο η Νύσα ήταν το βουνό στο οποίο ανατράφηκε ο θεός από τις εκεί Νύμφες. Αρχικά επρόκειτο για φανταστικό τόπο, που τον επινόησαν οι ΄Ελληνες μάλλον από παρετυμολογία του ονόματος του θεού ( Διό-νυσος= ο Ζευς της Νύσας) και τον τοποθέτησαν στην Ασία, κάπου μεταξύ Φοινίκης και Αιγύπτου. Αργότερα, στους ιστορικούς χρόνους, υπήρξαν πολλοί ορεινοί τόποι και πόλεις με αυτό το όνομα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στη Μ. Ασία, που διεκδικούσαν τη δόξα ότι στα χώματά τους πέρασε ο Διόνυσος την παιδική του ηλικία.