Σχεδόν στο όποιο βιβλιοπωλείο κι αν πάει ο καθένας μας, θα διαπιστώσει πως στα ράφια με τις διάφορες βοηθητικές ενδείξεις των τίτλων που φιλοξενούν -ελληνική λογοτεχνία, ξένη λογοτεχνία, θεωρητικά, παιδική λογοτεχνία κλπ- υπάρχουν βιβλία γραμμένα με διαφορετικές προθέσεις και προδιαγραφές.
Για παράδειγμα, δίπλα σε ελληνικό μυθιστόρημα συγγραφέα που θεωρείται βασικός εκπρόσωπος της καλής λογοτεχνίας, μπορεί να υπάρχει μυθιστόρημα συγγραφέα που έχει κερδίσει την προσοχή του αναγνωστικού κοινού με επιτυχημένα εμπορικά μυθιστορήματα.
Δεν θα εκφέρω αντιρρήσεις σε μια τέτοια τοποθέτηση μιας και θεωρώ πως οι ενήλικες αναγνώστες που θα επιλέξουν το ένα ή το άλλο γνωρίζουν να διακρίνουν τις διαφορές ανάμεσα στα δυο αυτά είδη και με τα προσωπικά τους (απολύτως σεβαστά) κριτήρια κάνουν τις επιλογές τους.
Αλλά εκεί που πιστεύω πως υπάρχει ένα ουσιαστικό ζήτημα δημιουργίας μια λανθασμένης ομαδοποίησης είναι στους τίτλους που θα συναντήσουμε στα ράφια με βιβλία που απευθύνονται σε αναγνώστες μικρών ηλικιών.
Στα ράφια αυτά συνυπάρχουν τίτλοι λογοτεχνίας για παιδιά και τίτλοι βιβλίων για παιδιά.
Υπάρχει κάποια διαφορά; Ναι, υπάρχει.
Και ας επιχειρήσουμε να την πλησιάσουμε.
***********
«Ο σκύλος σταμάτησε στην άκρη του χωριού. Ανασήκωσε τη μουσούδα του και μύρισε τον αέρα. Αναζητούσε τη μυρωδιά του αγοριού που χτες του είχε προσφέρει ένα λουκάνικο. Μύρισε και… ‘Τούβλα’, ψιθύρισε πολύ σιγανά, ‘παλιά ξεθωριασμένα τούβλα, που γκρεμίζονται σιγά- σιγά με τον καιρό από τοίχο περιβολιού* η γλυκιά ανάσα μιας νέας αγελάδας, που βρέχει τα πόδια της σε βουνήσια ρεματιά* η σκεπή ενός περιστερεώνα που την καίει ο μεσημεριανός ήλιος* ένας σκονισμένος δρόμο με μια ποτίστρα για άλογα κάτω από τις μουριές* μικρά μανιτάρια που ξεπροβάλλουν μες απ΄ τα σάπια φύλλα* και… και… και…’
Και άρχισε να τρέχει γαβγίζοντας. Το είχε ανακαλύψει το αγόρι.»
Αυτή η παράγραφος θα μπορούσε να ήταν ένα απόσπασμα λογοτεχνικού κειμένου για παιδιά.
«Ο σκύλος σταμάτησε στην άκρη του χωριού. Ανασήκωσε τη μουσούδα του και μύρισε τον αέρα. Αναζητούσε τη μυρωδιά του αγοριού που χτες του είχε προσφέρει ένα λουκάνικο. Μύρισε, ρουθούνισε και μετά άρχισε να τρέχει γαβγίζοντας. Το είχε ανακαλύψει το αγόρι.»
Αυτή η παράγραφος θα μπορούσε να ήταν απόσπασμα από ένα βιβλίο για παιδιά.
Λογοτεχνία για παιδιά – βιβλίο για παιδιά.
Ταυτόσημες έννοιες; Όχι ακριβώς. Όπως δεν είναι παρόμοιες μήτε οι τεχνικές συγγραφής τους, μήτε οι στόχοι τους.
Η λογοτεχνία για παιδιά, όπως κάθε άλλη μορφή λογοτεχνίας, στις περιγραφές της ακολουθεί μια εσωτερική πορεία. Στην ουσία θέλει να δώσει στον αναγνώστη της μαζί με την πληροφορία και την ευκαιρία ο ίδιος να προσθέσει μια δική του εμπειρία -μαζί με τις οσμές του περιστερεώνα και των σάπιων φύλλων, μπορεί ο αναγνώστης να προσθέσει (στην ουσία να οσφρανθεί) κάτι πολύ δικό του -τη μυρωδιά φρεσκοψημένου ψωμιού, το άρωμα του πεύκου, το χνώτο της μητέρας του…
Η ίδια αφήγηση σε ένα βιβλίο για παιδιά προτιμά να σταθεί μόνο στην περιγραφή και με μια ταχύτητα να προχωρήσει αμέσως σε μια άλλη.
Δεν αξιολογώ τα δυο είδη -και στη μια περίπτωση, όπως και στην άλλη μπορούμε να συναντήσουμε επιτυχημένα ή μη κείμενα. Αλλά -νομίζω- πως αξίζει να ξέρουμε τη διαφορά των δυο ειδών. Κυρίως να γνωρίζουμε πως με το ένα είδος βοηθάμε το παιδί να κατανοήσει την πολυπλοκότητα του κόσμου εντός του οποίου και το ίδιο εισέρχεται, ενώ με το άλλο του προσφέρουμε την ευκαιρία να περάσει μια ευχάριστη ώρα ψυχαγωγίας -ίσως και γνώσης.
Δεν θέλω να αποκρύψω την ουσία της άποψής μου -θεωρώ πως το βιβλίο για παιδιά πρέπει να είναι έτσι φτιαγμένο ώστε να δώσει την ευκαιρία στον νέο αναγνώστη να ανακαλύψει τη λογοτεχνία για παιδιά. Με άλλα λόγια, ας το χαρακτηρίσω ως ένα προθάλαμο της λογοτεχνικής μέθεξης.
Κάτω από μια τέτοια προσέγγιση προτείνω να διαχωρίζονται τα δυο είδη. Ένας διαχωρισμός όμως που δεν θα είναι εκ των άνωθεν επιβεβλημένος (δεν ζητώ μια μορφή λογοκρισίας), αλλά θα προέρχεται από τη ουσιαστική γνώση του κάθε υποψήφιου ενήλικου αγοραστή.
Και αν θέλετε να προχωρήσω πιο βαθιά στην ουσία της πρότασής μου, αυτός ο διαχωρισμός να ξεκινά από τον ίδιο τον συγγραφέα.
Είναι άλλη η γραφή στην οποία θα καταφύγει εκείνος που θέλει να γράψει ένα κείμενο με στόχο να προσφέρει κυρίως διασκέδαση σε ένα ανήλικο αναγνώστη και άλλη η γραφή που χρησιμοποιεί εκείνος ο οποίος επιζητά να χαρίσει τις δυνατότητες συνεχούς ενδοσκόπησης. Και χρησιμοποίησα την έκφραση συνεχής ενδοσκόπηση θέλοντας να τονίσω πως τέτοιου είδους κείμενα διαθέτουν τόσο δυναμικές περιγραφές συναισθημάτων ώστε μπορούν να ‘συνομιλούν’ με αναγνώστες διαφόρων ηλικιών.
Εν τέλει τη λογοτεχνία για παιδιά θα έπρεπε κάπως αλλιώς να την αναφέραμε -ίσως λογοτεχνία της ενήλικης παιδικότητας.
Παρόμοια γνώση αυτών των διαφορών θα πρέπει να διαθέτουν και οι εκδότες των έργων και οι βιβλιοπώλες και όσοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ασχολούνται με την προώθηση των βιβλίων.
Με άλλα λόγια όλοι όσοι εμπλέκονται στη σύνθετη διαδικασία συγγραφής – κυκλοφορίας- επιλογής –κρίσης – ανάγνωσης ενός έργου που θα διαβαστεί από αναγνώστες (και) μικρών ηλικιών, να έχουν και συνείδηση του τι κάνουν και να σέβονται τόσο το δικό τους έργο όσο και των άλλων.