Η διακεκριμένη ποιήτρια Παυλίνα Παμπούδη έρχεται, σε πείσμα των καιρών, να μας εκπλήξει με το «Νυχτολόγιο», το πρόσφατο ποιητικό της έργο.
Ο τίτλος είναι σαφέστατα προϊδεαστικός. Η νύχτα και τα όνειρα είναι θέματα που ανέκαθεν θέλγουν τους ποιητές. Μάλιστα, δύσκολα μπορεί να βρεθεί ποιητής ή ποιήτρια που να μην έχει γράψει έστω και ένα ποίημα με κεντρικό σημείο αναφοράς τη νύχτα και τα όνειρα. Η πραγματικότητα το επιβεβαιώνει. Πολλοί Έλληνες και ξένοι ποιητές σε όλες τις εποχές έχουν συνομιλήσει και συνεχίζουν να συνομιλούν στο λευκό χαρτί με τα όνειρα, τις προσδοκίες ή – από την άλλη – να ξεδιπλώνουν τον χάρτη με τα μυστικά τους πάθη. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρω τα έργα: «Στη μία μετά τα μεσάνυχτα» του Σαρλ Μπωντλαίρ, «Η ψυχή της Νύχτας» του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, καθώς επίσης «Το θεριό που ξυπνάει» του Ηλία Γκρη, και τη συλλογή του Αναστάση Βιστωνίτη «Τώρα είσαι μόνος». Και όλα αυτά με τη βεβαιότητα ότι η ομηρική «Νέκυια» (Οδύσσεια, ραψωδία λ΄) και το «παρά δήμον Ονείρων» (Οδύσσεια, ραψωδία ω΄) θα μας ακολουθούν και θα μας ξαφνιάζουν μέσα από τον σύγχρονο ποιητικό λόγο.
Αυθόρμητα, καταγράφω στίχους μιας ανάλογης εμπειρίας: Η μακροθυμία της νύχτας /Συναυλίζεται με τα ελέη των άστρων/ Καθώς η σκέψη σκιρτά/ Στη λαχτάρα του αμειλίκτου φωτός (…). Νύχτα μου καλή, καλή μου νύχτα/ Τίναξε τα κρόσια των εβένων σου/ Κι άκου το πλατάγισμα/ Από τα κρίματα της μέρας (…). Η νύχτα είναι η καταφυγή των μοναχικών αναζητήσεων και η ασπίδα προστασίας που υψώνουν οι ποιητές στη μοναδικότητα της έμπνευσής τους και στην εξομολογητική κατάθεση του ποιητικού τους λόγου.
Η συλλογή Νυχτολόγιο της Παυλίνας Παμπούδη, κατατάσσεται και συνάμα ξεχωρίζει ανάμεσα στα ποιητικά έργα, όπου οι δημιουργοί επιλέγουν και καταθέτουν της ψυχής τους το αμάλγαμα, την ώρα που σβήνεται το φως της μέρας και κυριαρχεί το σκοτάδι. Έτσι, νύκτορες, πορεύονται ιχνηλατώντας τον έσω κόσμο και ανασύροντας λέξεις, πρόσωπα και εικόνες μυστικές που ανυπότακτα διαχέονται και παλινδρομούν βασανιστικά στον ορίζοντα της μνήμης.
Το πρώτο μέρος της συλλογής, ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ, αποτελείται από δέκα άτιτλα ποιήματα τα οποία αριθμούνται με λατινικούς αριθμούς. Όμως, η μεγαλογράμματη γραφή των πρώτων δύο ή των τριών λέξεων κάθε ποιήματος, άνετα εκλαμβάνεται ως τίτλος. Στα δέκα αυτά ποιήματα καταγράφεται η “εμπειρία” από τη νύκτια σύναξη συγγενικών και άλλων γνώριμων νεκρών προσώπων. Στο δεύτερο ποίημα διαβάζουμε: II ΚΥΜΑΤΑ ΩΣΤΙΚΑ πελώρια σπρώχνουνε/τον ωκεανό του ύπνου/(…) Ποιος είναι; Αρχίζουν να εισβάλλουνε οι επισκέπτες αγελαία/Δεν διακρίνω πρόσωπα, δεν έχουν πια/Τα περιγράφει μόνο μια οσμή συγχώρεσης (…).
Στο ποίημα ΙV, ο κορυφαίος επισκέπτης του χορού, ο πατέρας, ξαφνιάζει το ποιητικό υποκείμενο: Α, ο πατέρας/ Συνδεδεμένος πάντα στο μυαλό/ σε κάποια λάθος σύναψη κυττάρων/ Να, προχωρά, διασχίζει το αρχαίο άλσος μέσα μου (…). Μετά ακολουθούν άλλοι: (…) Παλιοί νεκροί και πρόσφατοι, ακόμη κι ο προχθεσινός/ Ο παιδικός μου φίλος (…). Και η σειρά δεν έχει τέλος. Οι νυκτερινοί επισκέπτες ολοένα και πληθαίνουν στον έσω χώρο που αρχίζει να ασφυκτιά μέχρι που παίρνουν τη μορφή πουλιών (ποίημα Χ ). Στα εωσφόρα δέντρα του/Μπαινόβγαινε εκ γενετής/Εύστροφη αλεπού το βλέμμα μου (…) Όπου πριν χρόνια/Στο ξέφωτό του (…) είχα δει, χαράματα/Πουλιών αεροβάφτισμα/Και την ανάληψή τους, ήταν/ Ο κόρακας, η χελιδόνα, (…) / Και όλα τα πουλιά που είχαν κατοικήσει ποιήματα/Και αποκλήθηκαν δαίμονες (…).
Αυτοί οι επισκέπτες με τους αερόβιους φθόγγους διαμορφώνουν ένα τοπίο συνάναρχου λόγου. «Άπειρες συλλαβές, άλλες από μαντείο/ Άλλες από τα ακατάληπτα του ανέμου/Άλλες/ από των προπατόρων τις ντοπιολαλιές (…)»
Όλα αυτά επιχειρούν να ανασυνθέσουν τον κόσμο των ονείρων. Η αποστολή όμως δεν είναι εύκολη, γιατί στα όνειρα κυριαρχεί το μη λογικό, το ασαφές και το δύσληπτο. Όμως η ποιήτρια, με ξεχωριστή ικανότητα, κατορθώνει να διαμορφώσει το κατάλληλο κλίμα για το δεύτερο και μεγαλύτερο μέρος της συλλογής (ΝΥΧΤΟΛΟΓΙΟ), όπου φιλοξενούνται πενήντα επτά έντιτλα ποιήματα. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των τίτλων είναι επαναδιατύπωση μιας ή περισσοτέρων λέξεων από τον πρώτο στίχο των ποιημάτων.
Εκείνο που ιδιαίτερα ξεχωρίζει στα ποιήματα αυτά είναι το λεκτικό – υφολογικό μέρος. Η Παυλίνα Παμπούδη χρησιμοποιεί μια εξαιρετική γλώσσα που ξαφνιάζει με τις εντάσεις των εικόνων και την αναφορά σε μύθους και σύμβολα. Και όλα αυτά, με την καταφανή πρόθεση να μεταβάλει τον αναγνώστη σε συνταξιδιώτη και συμμέτοχο στην απόπειρα να ανασυνθέσει τον κόσμο μιας ατελεύτητης ροής καταπελτικών ονείρων.
Σ’ αυτή την πορεία, το ποιητικό εγώ συμπλέκεται με ένα ταυτόσημο «εσύ», πράγμα που το διαπιστώνει κανείς στο πρώτο ποίημα ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ ΒΟΥΪΖΕ: Σ’ όλες τις ιστορίες/ προπορευόσουν ή ακολουθούσες, σκιά, παρασκιά/Συχνά και άλως-/ Νόμιμος αδελφός και σύνευνος παράνομος/ Το εγώ και το εσύ, στον ύπνο αδιαίρετα-/(…). Με αυτήν τη σύζευξη αρχίζει η ανασύνταξη του ονειρικού κόσμου, όπως αποκαλύπτει το ποίημα ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ: (…) Μια παρτιτούρα υπερήχων άνοιξε διάπλατα/Ορχήστρα πρωτοεμφανιζόμενων ψυχών εντόμων/Να, κούρδισε ξανά τα όργανά της στον αέρα– (…).
Στο ποίημα ΜΟΝΟΔΙΑΣΤΑΤΟ διαβάζουμε: (…) Η θάλασσα του ύπνου, πάντως/ Αναπαράγει τώρα το ανατρίχιασμα σε ομόκεντρους/Στην άβυσσο μέσα μου, μέσα σου, αδιάκοπα-/
Μέχρι να ξημερώσει πάλι (μέχρι πότε;)
Αργότερα σηκώθηκε αέρας δυνατός και πέρασε/Μια συντροφιά αγγέλων μεθυσμένων/Διαφωνούσαν με κρωξίματα,/Αναστατώνοντας τον ουρανό (…)
Μέσα σ’ αυτό το αχανές του αξεδιάλυτου κόσμου, η ποιήτρια Παυλίνα Παμπούδη κατορθώνει, να καταστήσει τον αναγνώστη συνοδοιπόρο και συμμέτοχο σε μια πρωτόγνωρη ονειρική εμπειρία. Και αυτό, με τη χρήση μιας καθόλα εξαίσιας γλώσσας, απόλυτα συνταιριασμένης με το ηχοποιητικό και εικονοπλαστικό ονειρικό περιβάλλον. Εδώ έρχεται να επαληθευθεί η φράση του William Shakespear που χρησιμοποιείται ως προμετωπίδα στο έργο του «Τρικυμία»: «Είμαστε φτιαγμένοι από την ύλη των ονείρων» (We are such staff as dreams are made on) .