Αυτό που την έκανε να μπει στο ανθοπωλείο ήταν η επιγραφή. Η πωλήτρια προσφέρθηκε να την βοηθήσει. Την ευχαρίστησε ευγενικά. Να ρίξει πρώτα μια ματιά… Ιβίσκοι, χρυσάνθεμα, κοράλλια, ντάλιες, γαρύφαλλα…. Φθινόπωρο. Διάλεξε χρυσάνθεμα, ροζ , λευκά, μαβιά. Όχι για το μεγάλο γραφείο της στην Εταιρεία. Για το μικρό γραφείο της στο σπίτι. Να τα βλέπει μόνο εκείνη.
Να, όπως τώρα. Τα κοιτάζει τρυφερά. Στο δικό της γραφείο. Αυτή ακριβώς τη στιγμή. Σίγμα-ταυ-ιώτα-γάμα-μι-ήτα. Στιγμή… Το ελάχιστο χρονικό διάστημα. Όπως λέμε. Στη στιγμή. Μέχρι στιγμής. Τελευταία στιγμή. Ούτε στιγμή… Μια ζωή παιδεύεται με τις λέξεις. Φταίει ο καθηγητής των
Αρχαίων στην πρώτη λυκείου τη μέρα που την σήκωσε στον πίνακα να γράψει τις δασυνόμενες λέξεις από Άλφα. Κι εκείνη με σταθερό χέρι, καλλιγραφικό, άρχισε…
Ἅδῃς, ἅγιος, ἁβρός, αἷμα, ἅμαξα, ἁδρός, ἅμα, ἁμαρτάνω, ἅπαξ, ἅλυσις, ἁρπάζω, ἅρπαξ… Είκοσι εννέα όλες μαζί, καμιά δεν έλειψε.
Εσύ πας για φιλόλογος, της είπε ο καθηγητής… Αλλά δεν πήγε. Της έμεινε μόνο η μανία με τις λέξεις. Στο σπίτι, στη βιβλιοθήκη της, εκτός από τους τόμους «Σταυρόλεξα για λίγους”, όλα τα λεξικά. Της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, της Σύγχρονης Δημοτικής, της Νεοελληνικής Καθαρεύουσας και Δημοτικής, τα Ετυμολογικά, τα Ορθογραφικά, η Ιστορία των Λέξεων… Η λέξη ορίζεται ως η κύρια μονάδα της γλώσσας. Γνωστό. Ως αόριστη όμως; Σημαίνει πολλά, μα τόσα πολλά περισσότερα…
Σπούδασε σε σχολή γραμματέων. Έπρεπε να βοηθήσει την οικογένεια. Άριστη σε όλες τις θέσεις που εργάστηκε, σήμερα η πρώτη στο τμήμα επικοινωνίας μεγάλης εταιρείας. Αναζητεί στο Διαδίκτυο τη λέξη «Ζω». Αυτή η επιγραφή του ανθοπωλείου.. . Της κόλλησε! Διαβάζει. « H γενική κατάσταση που διαφοροποιεί τα ενόργανα όντα από τα άψυχα αντικείμενα και τους νεκρούς οργανισμούς. Βρίσκομαι στη ζωή… Διατηρούμαι στη ζωή… Κινούμαι (σε πραγματικά ή φανταστικά πλαίσια)… Βιώνω…
Δεν κοιμήθηκε καλά τη νύχτα. Μπερδεύονταν συνέχεια τα δυο μαξιλάρια, γλιστραγε το σεντόνι, πλήθαιναν οι σκιές. Σηκώθηκε, άνοιξε το παράθυρο. Νέο φεγγάρι… Στάθηκε μια στιγμή και το κοίταζε. Ένιωσε παράξενα την έλξη του. Ίσως από μια κρυφή επιθυμία της να φύγει, να ξεφύγει στον αστρικό κόσμο της νύχτας. Ίσως να ήταν κι ένα όνειρο που είδε… Δεν θυμόταν. Ήταν μια στιγμή. Σίγμα-ταυ-ιώτα-γάμα-μι-ήτα. Σαν πρόκληση, πρόσκληση ενός άλλου κόσμου.
«Ζήσε». Σε έγκλιση προστακτική, ακούγεται σαν προσταγή ή αξίωση. Δεν το εννοούσε όμως έτσι η επιγραφή του ανθοπωλείου. Εκείνο το « Ζήσε» είχε μέσα του προτροπή, ενθάρρυνση, ζεστασιά, φιλικότητα, ζωντάνια… Μάζευε σκεφτική τα χαρτιά στο γραφείο της, τα έβαλε προσεκτικά στη τσάντα, έριξε μια στοργική ματιά στα χρυσάνθεμα. Ροζ , λευκά, μαβιά… Φθινόπωρο. Κοίταξε αυτόματα το ρολόι του τοίχου. ”Άργησα”, είπε.
Οδηγούσε σχεδόν ακινητοποιημένη. Απόγνωση. Κοίταζε και ξανακοίταζε την ώρα στο ταμπλό. Ο χρόνος προχωρούσε στον ρυθμό του , αδιάφορος και αναπότρεπτος. ” Μια τέτοια συμφόρηση είναι περισσότερο στάση παρά κίνηση”, σκεφτόταν. ” Κάθε μέρα σχεδόν , μα κάθε μέρα”… Πράγματι. Άνοιξε το ραδιόφωνο. Αναγνώρισε αμέσως τους ήχους. Αλμπινόνι, Αντάτζιο … Από τα αγαπημένα της.
Πήρε βαθειά ανάσα. Αφέθηκε… Βρισκόταν στη δεξιά λουρίδα της λεωφόρου. Άρχισε να χαζεύει τα κτίρια που προσπερνούσε με ταχύτητα σημειωτόν. Ένα, ένα… Δεν αναγνώριζε κανένα. Μα, ούτε ένα !… Σαν να μη τα είχε δει ποτέ! Σαν να μην είχε ποτέ περάσει από μπροστά τους! Σ’ αυτή την ίδια καθημερινή διαδρομή της χρόνια τώρα! Είναι δυνατόν; Απορούσε… Ναι, είναι! Αν κινείσαι με άλλη, μεγαλύτερη ταχύτητα. Και τα αυτοκίνητα σήμερα δεν τα ελέγχεις πια, σε πάνε αυτόματα. Έτσι δεν πρόφταινε να δει όσα προσπερνούσε. Σα να μην υπήρχαν. Δεν υπήρχαν…
Αϊ στο καλό κι αυτή η ζωή! Γλιστράει κάθε στιγμή της και χάνεται μέσα σ’ αυτό το παμφάγο κυκλοφοριακό χάος.
Όταν διαβάζεις κάτι που βγήκε από μια αλλά ψυχή ρουφας τα γραμμένα λόγια και τις σκέψεις,για να βρεις μέσα σ’ αυτά κάτι δικό σου.Υπάρχει η στιγμή που διαβάζεις κάτι και λες
Αυτή είμαι εγω