You are currently viewing Μαίρη Λεοντσίνη: Αγγελική Σπανού, ΜΑΤΙΕ – Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, 2019.   

Μαίρη Λεοντσίνη: Αγγελική Σπανού, ΜΑΤΙΕ – Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, 2019.  

Οικοτρομοκρατία ή συλλογική αγανάκτηση;

 

Οι οικολογικές προτεραιότητες των κινημάτων από τη δεκαετία του 60 εκφράστηκαν με μη-βίαιες πρακτικές σε μια πρώτη φάση, με εκο-ταζ, δηλαδή «βίαιες πράξεις ενάντια σε άψυχα αντικείμενα, αλλά όχι σε ανθρώπους». Ενώ Στη Μεγάλη Βρεττανία και στις ΗΠΑ, π.χ αρχικά τα κινήματα Earth First! και στη συνέχεια το Earth Liberation Front, (μεταξύ άλλων) με δομή διαφορετική από τα γνωστά κινήματα της εποχής τους, δηλ. χωρίς προβεβλημένες αρχηγικές φιγούρες και εμφανή ιεραρχία  εισήγαγαν τις οικολογικές προτεραιότητες με δράσεις ενάντια στην καταστροφή των δασών, τη γενετική μηχανική, τα γενετικά τροποιημένα τρόφιμα, την εκπομή ρίπων από βιομηχανικές μονάδες, κ. λπ. Με το πέρασμα του χρόνου,  ορισμένα κινήματα  κινήματα ακολούθησαν ριζοσπαστικές επιλογές και με στόχο τη δυσφήμισή τους, ο όρος  οικο-τρομοκρατία  χρησιμοποιήθηκε αρχικά από δεξιούς κύκλους, ώστε να μοιάζουν ότι αντλούν από τη διεθνή τρομοκρατία και από αριστερούς ως καταγγελία των κρατικών ή επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, οι οποίες έβλαπταν τον πλανήτη. Καθιερώθηκε όμως και χρησιμοποιείται πια ευρέως για να διακρίνει τις ακτιβιστικές (συχνά βίαιες) ενέργειες ή απλώς ενέργειες πολιτικής ανυπακοής εναντίον φορέων ή ατόμων ή ατόμων, που δρουν εις βάρος των περιβαλλοντικών προτεραιοτήτων. Παρότι διαφέρουν μεταξύ τους, τα ιδεολογικά πλαίσια των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών οικολογικών κινημάτων συνδέουν την ανάπτυξη του καπιταλισμού, (συχνά) της πατριαρχίας και των πολυεθνικών με την καταστροφή της φύσης. Τα οικολογικά προτάγματα δεν είχαν ωστόσο μεγάλη απήχηση στην Ελλάδα, ούτε ως πολιτικοί σχηματισμοί ούτε ως αιτήματα πολιτικής ενταγμένα στα πολιτικά κόμματα. Τα μυθοπλαστικά κείμενα των Κάρσον, (Σιωπηλή Άνοιξη, Κάκτος 1981), Σίνκλαιρ (Ζούγκλα, πρωτομεταφράζεται το 1983), Κρίτστον (Το κράτος του φόβου, 2006), και Θόροου (Walden ή Η ζωή στο δάσος 1999 και 2007), ενώ εκδίδονται στην Ελλάδα, δε φαίνεται να λειτουργούν καταλυτικά ούτε στη συγκρότηση του οικολογικού κινήματος ούτε στην αφύπνιση για τις απειλές από την περιβαλλοντική καταστροφή.

Μετά το πολυδιαβασμένο βιβλίο της Απαρατήρητοι. Ιστορίες ανθρώπων που δεν τους έχεις προασέξει, (εκδόσεις Πόλις), η Αγγελική Σπανού στο έργο Ματιέ παράγει μυθοπλαστικά το κοινωνικό τοπίο της σύγχρονης Αθήνας, στον απόηχο των κινητοποιήσεων με αφορμή τη διεθνή απήχηση της Τούνμπεργκ. Ο Ματιέ, «που μόνο αγάπη μοίραζε σε κάθε αβοήθητο πλάσμα που βρισκόταν στο δρόμο του»  (39), ωμοφάγος ακτιβιστής (μπαχαλάκης) τραυματίζεται σε μια ένοπλη επίθεση σε σούπερ-μάρκετ, ξυλοκοπείται απηνώς και καταλήγει στην εντατική. Ανήκει στις Αλεπούδες, μια οργάνωση που επιδιώκει τα «ταράξει το σύστημα», αντλεί από τη Ναόμι Κλάιν και τη σύνδεση της κλιματικής αλλαγής με  το γερμανικό Ende Gelände. Η πολιτική – περιβαλλοντική  διάσταση πλαισιώνει την κειμενική παρουσίαση του Ματιέ, ως προς τις διαφωνίες του με την εν λόγω οργάνωση, αφού ήταν “κατά της οπλοχρησίας, κατά των ληστειών, μόνο στους ακτιβισμούς για τα δικαιώματα των ζώων ήταν μέσα” (63).  Με αφορμή ην ένοπλη επίθεση, η οποία προηγείται του παρόντος της ανάγνωσης, το κείμενο οργανώνεται όπως μια είδηση. Η μυθοπλαστική διάσταση αναδεικνύεται από την οπτική όσων παρευρίσκονται και αποδίδουν τα συμβάντα, από διαφορετική, κάθε φορά, οπτική γωνία. Μαζί με τις μαρτυρίες όμως, αναδύονται και τα πρόσωπα, άλλοτε σε πρωτοπρόσωπη κι άλλοτε σε τριτοπρόσωπη αφήγηση. Όπως το νέο της ημέρας, το μυθοπλαστικό κείμενο εξυφαίνεται στρέφοντας το ενδιαφέρον στις ερμηνείες των επιμέρους προσώπων. Τα κεφάλαια του βιβλίου θα μπορούσαν να διαβαστούν και το καθένα ξεχωριστά, σαν όψεις ενός γεγονότος, το οποίο δυνητικά διαμορφώνουν: μπαχαλάκηδες, οικο-τρομοκράτες, θυμωμένοι νοικοκύρηδες, συγγενείς, τρανς σεξεργάτρια,  υπάλληλοι του σούπερ-μάρκετ γίνονται αφηγητές της ιστορίας (άλλοτε) του Ματιέ,  (άλλοτε) και των συντρόφων του, που εκείνοι κατασκευάζουν.  Παράλληλα, ξεδιπλώνουν πτυχές της δικής τους ζωής, όπως αυτή επηρεάστηκε από την ένοπλη επίθεση. Ο αδιάφορος περαστικός οδηγός αποκτά «διπλή ζωή» προσπαθώντας να παλέψει τις τύψεις του,  η πελάτισσα τρομαγμένη και οργισμένη τον κλωτσάει λίγο στο κεφάλι, χτυπώντας το παράσιτο της κοινωνίας, τα μέλη των Αλεπούδων αναλύουν τη λανθασμένη επιλογή να αναθέσουν την επιχείρηση στον εύθραυστο Ματιέ, ο αστυνομικός υπηρεσίας στην περιοχή αναλύει τις κινήσεις των συναδέλφων του, ο υπεύθυνος του καταστήματος «αρχηγός στην οικογένεια και στη δουλειά» ξεσπάει χτυπώντας το Ματιέ κι η αδελφή του ανακαλύπτει το χαμένο «μικροθόρυβο» αδελφό της και θέλει να του πει ότι τον αγαπάει.

Η ένοπλη επίθεση στο σούπερ-μάρκετ της Ερυθραίας, το λιντσάρισμα του Ματιέ και η συνακόλουθη «είδηση» γίνονται αφορμή για να σχετιστεί το ευρύ θέμα της (οικο)τρομοκρατίας με τις ιστορίες του κάθε προσώπου, αφορμή και καμβάς για να διαβάσουμε μια πολυφωνική ιστορία, χωρίς συμπέρασμα και χωρίς τέλος. Η αναγνωστική ελευθερία (ίσως και αμηχανία) δεν περιορίζεται ποτέ: ο χρόνος της ανάγνωσης συμπίπτει με την παραμονή του Ματιέ στην εντατική, χωρίς να ξέρουμε ούτε ποιά ακριβώς ιστορία διαβάζουμε (άλλοτε του Ματιέ κι άλλοτε του κάθε προσώπου χωριστά) ούτε τι θα ακολουθήσει.

Το έργο παραμένει ανοιχτό, η ανάγνωση λειτουργεί ως μια διερώτηση με δεοντική (τι έπρεπε να κάνουν όσ-ες, -οι ήταν εκεί την ώρα της επίθεσης;) αλλά και  πραγματολογική διάσταση (σε τι διαφέρουν οι οικολογικοί ακτιβιστές από τους γνωστούς μπαχαλάκηδες;). Ο θυμός, τα ξεσπάσματα, η βία, ο φόβος και η ένταση πρυτανεύουν, διαμορφώνουν τα μυθοπλαστικά πρόσωπα, παράγουν το συμβάν και φτιάχνουν τις ιστορίες του Ματιέ. «Πληθαίνουν οι ληστές, πληθαίνουν κι οι αδιάφοροι».  Η μηντιακή κατασκευή, η πολλότητα στις οπτικές γωνίες, το ξέσπασμα στο λιντσάρισμα, η αδιόρατη αλλά μοχθηρή τάση για εκδίκηση, αντηχούν αναπόφευκτα τη δολοφονία ενός άλλου ακτιβιστή, του Ζακ Κωστόπουλου.

Η Αγγελική Σπανού γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Σπούδασε ελληνική φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας και νομικά στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Από το 1993 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Η Μαίρη Λεοντσίνη είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΤΕΑΠΗ  – ΕΚΠΑ

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.