You are currently viewing Μαρία Τσάτσου: Mohilof και Geddon

Μαρία Τσάτσου: Mohilof και Geddon

Αφορμή για το κείμενο αυτό υπήρξε κατ’ αρχήν η ενασχόλησή μου με τον Σατωβριάνδο, και από κει ο θαυμασμός και η συγκίνησή μου για δύο συμπλέγματα, ιστορικά, ναι, αλλά και υποβολείς της ουράνιας αγάπης, του πέραν των ορίων του είδους έρωτος ανθρώπων και ζώων, όπου προεξάρχοντα ρόλο αναγνωρίζω στα ζώα, εδώ, στα σκυλιά.

Όταν ο Σατωβριάνδος λίγο μετά την 21η Μαρτίου 1804 μαθαίνει την εκτέλεση δια τυφεκισμού του Louis Antoine Henri de Bourbon, 9e prince de Condé, duc d’ Enghien, παραιτείται αμέσως από την υπηρεσία του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ο οποίος τον είχε διορίσει πρεσβευτή στο καντόνι Valais το οποίο προσάρτησε η Γαλλία αποσπώντας το μετά από σθεναρή αντίσταση από την Ελβετική δημοκρατία, ώστε να ελέγχει τα περάσματα των Άλπεων. Η εκτέλεση του δούκα του Ανζιέν (έγιναν κι άλλες εκτελέσεις) στις 21 Μαρτίου 1804, στις τάφρους του Ανακτόρου της Vincennes την ίδια μέρα που του απαγγέλθηκε η θανατική του καταδίκη, χωρίς δίκη, συνδέεται με τις επαναστατικές κινήσεις των βασιλικών (chouans), ειδικά στα βόρεια της Γαλλίας, από όπου καταγόταν και ο δούκας ντ’ Ανζιέν καθώς και με την πρόσφατη στέψη του Ναπολέοντα στις 2 Δεκεμβρίου 1804, δηλαδή δύο μήνες πριν. Ο πρώην Πρώτος Ύπατος και νυν Αυτοκράτωρ αισθανόταν ανασφαλής. Η υπόθεση ντ’ Ανζιέν προκάλεσε ισχυρές αντιδράσεις στην Ευρώπη ειδικά στην Ρωσία και στην Γερμανία, διότι η σύλληψή του έγινε σε Γερμανικό έδαφος το οποίο τελούσε υπό Ρωσική προστασία, στην πόλη Ettenheim, συνεχίζει δε να προβληματίζει και να εμπνέει την λογοτεχνία και την τέχνη. Υπήρξε ένα από τα πρώτα μεγάλα λάθη του Ναπολέοντα.

Τότε είχε κυκλοφορήσει και μία ιστορία ανεκδοτολογικού χαρακτήρα: ένα βράδυ ο ντ’ Ανζιέν επισκέπτεται την διάσημη θεατρίνα Μαντεμουαζέλ Georges και βρίσκει εκεί τον Ναπολέοντα, ο οποίος παθαίνει κρίση. Άρα ίσως υπήρχε μεταξύ τους αντιζηλία. Γεγονός είναι ότι ο Ναπολέων δεν μπορούσε να συγκριθεί με τον ντ’ Ανζιέν από άποψη εμφανίσεως. Λέγεται ότι όταν ο νεαρός, 31 ετών, δούκας, άκουσε την απόφαση της στρατιωτικής επιτροπής, έκοψε μια μπούκλα από τα μαλλιά του, την έβαλε σ’ ένα φάκελο μαζί μ’ ένα δαχτυλίδι και ζήτησε να τα παραδώσουν στην πριγκίπισσα Charlotte Rohan-Rochefort με την οποίαν είχε παντρευτεί κρυφά.

Ο Mohilof (ή Mohiloff) το θαυμάσιο σκυλί (λένε ράτσας carlin, pug) που ακολούθησε τον ντυκ ντ’ Ανζιέν στον τόπο της εκτελέσεώς του και έμεινε μαζί του μέχρι την τελευταία του πνοή, έχει περάσει στην ιστορία, και απεικονίζεται σε όλους σχεδόν τους ζωγραφικούς πίνακες και τα χαρακτικά που έγιναν έκτοτε.

Ίσως η διασημότερη απεικόνιση της εκτελέσεως του δούκα ντ’ Ανζιέν, να είναι η ελαιογραφία του Jean-Paul Laurens, 1838-1921, ζωγράφου ακαδημαϊκού-επικού στυλ, πολύ δημοφιλούς στην εποχή του, ο οποίος έκανε την τέχνη του φορέα της φιλελεύθερης, αντι-κληρικής ιδεολογίας του. O Laurens ζωγραφίζει τον δούκα λίγα λεπτά αφ’ ότου του αναγνώσθηκε η θανατική του καταδίκη. Ο ντ’ Ανζιέν στέκεται με την πλάτη στον τοίχο, κοιτάζοντας κατευθείαν μπροστά, αξιοπρεπής, καλοντυμένος, με φίνα χαρακτηριστικά. Κρατάει στο χέρι το καπέλο του. Ο τάφος μπροστά του είναι ακατάστατα σκαμμένος, φτυάρι, λάμπα θυέλλης. Το σκυλί στα αριστερά του αφεντικού του, έχει το πρόσωπό του στραμμένο προς τους στρατιώτες. Δεν βλέπουμε την έκφρασή του, όμως το σώμα του είναι τεταμένο, φερμάρει, οι μυς του περιμένουν μια εντολή για να εκτιναχθεί. Όμως ο Μοϊλωφ θα μείνει ατάραχος, όπως και το αφεντικό του και όταν θάψουν τον δούκα όπως-όπως, γιατί τους πνίγει η ντροπή, θα μείνει μέρες πάνω στο χώμα θρηνώντας, μέχρι να έρθουν να τον πάρουν.

Υπάρχει κι ένας δεύτερος πίνακας με το ίδιο θέμα, πάλι από τον Laurens. Εδώ ο δούκας φαίνεται πτοημένος, το πρόσωπό του σαν να έχει σημάδια -ίσως η πατίνα του χρόνου- το παντελόνι του σαν να είναι τσαλακωμένο. Φοράει το καπέλο του. Τα χαρακτηριστικά του είναι απλές γραμμές. Πίσω του μια ογκώδης, φασματώδης, σκιά. Φαίνονται αρκετά καθαρά τρία πρόσωπα στρατιωτών. Ο Μοϊλώφ στέκεται λίγο πίσω και δεξιά από τον δούκα. Φαίνεται κι αυτός πτοημένος, κρύβεται, και σίγουρα δεν μοιάζει με ράτσα καρλέν, όπως λένε, αλλά μάλλον κουρασμένο, κυνηγετικό σκυλί. Το πνεύμα του δεύτερου αυτού πίνακα είναι πολύ διαφορετικό από το πνεύμα του πρώτου. Εδώ κυριαρχεί η εξουσία, η θέληση του ηγεμονεύοντος. Ο πίνακας αυτός βρίσκεται στο Μουσείο Κοντέ στο Σαντιγύ, ενώ ο πρώτος στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Αλανσόν. Θα μπορούσε ο δεύτερος αυτός πίνακας του Jean-Paul Laurens να έγινε κατόπιν αντιδράσεων η παραινέσεων μετά τον πρώτο, όπου σαφώς εξέφραζε μέσα από την δουλειά του την συμπαράστασή του προς τον δούκα. Ίσως δε αυτός ο πρώτος πίνακας να είναι και ένας λόγος, που δεν του επετράπη η είσοδος στο σαλόν του 1863.

Ένα άλλο έργο πάνω στο ίδιο θέμα είναι ένα χαρακτικό, βασισμένο σε ελαιογραφία (πού είναι;) του άγγλου ζωγράφου Harold Hume Piffard, 1867-1938, μιας προσωπικότητας extraordinaire, όπως αναφέρεται: έγραφε και εικονογραφούσε βιβλία για τα παιδιά του από τα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά ήταν και αεροπόρος και αεροναυπηγός. Η δουλειά του είναι κάτι το θαυμάσιο. Το χαρακτικό ανήκει στην Miriam & Ira Wallach Division of Art, της Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης. Ο δούκας, ευθυτενής, αξιοπρεπής, τέλεια περιποιημένος, κομψός, αντικρίζει το εκτελεστικό απόσπασμα. Μπροστά του σκαμμένος με γεωμετρική ακρίβεια ο τάφος. Εδώ ο Mohilof είναι λεπτός, μαύρος, ίσως κυνηγετικό σκυλί. Την ύστατη ώρα, καθισμένος στα πίσω του πόδια υψώνει το πρόσωπό του προς τον δούκα ντ’ Ανζιέν. Είναι απόλυτα ήρεμοι και οι δύο. Έτοιμοι. Το έργο είναι μια μεγάλη στιγμή για την αγάπη πέραν των λέξεων, πέραν των ορίων του είδους.

 

 

Ο Geddon, Γκέντον, το σκάι-τέριε της Μαρίας Στούαρτ, 1542-1587, είναι το δεύτερο σκυλί που ακολουθεί το αφεντικό του, καλύτερα το αγαπώμενο πρόσωπο, μέχρι τον τόπο της εκτελέσεως. Ήξερα την ιστορία από την βιογραφία της βασίλισσας της Σκωτίας του Στέφαν Τσβάιχ, το όνομα το έχω από το διαδίκτυο. Γύρω στα 1987 σε ένα χαμένο άρθρο μου στην «Καθημερινή» με τίτλο «Η Πρωτοχρονιά του Ζωόφιλου» είχα αναφερθεί, μεταξύ άλλων, στο συγκλονιστικό περιστατικό, όταν ο Γκέντον κρυμμένος μέσα στα φορέματα της Μαρίας Στούαρτ την ακολουθεί μέχρι τον τόπο εκτελέσεώς της. Μέσα σ’ εκείνους τους ατελείωτους διαδρόμους, που τα βήματα ηχούν και τα πολλαπλασιάζει η ηχώ, ο Geddon περπατάει μαζί της, λίγο βιαστικός με τα μικρά, μεγάλα του πόδια, ο μικρός, μεγάλος Geddon.

Υπάρχει μια φιλολογία σχετικά με τα πεπρωμένα των δύο αυτών σκυλιών. Θέλει να ελπίζει κανείς ότι επέζησαν. Είναι όμως πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι πολλά ζώα, ακολουθούν τα αγαπώμενα πρόσωπα, ανθρώπους εν προκειμένω, ως τον θάνατο και καμιά φορά πεθαίνουν μαζί τους. Οι περιπτώσεις που ανέφερα είναι μόνον δύο, από μία πληθώρα.

Ιούλιος 2022

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.