Κάθε φυσιολογική οικογένεια
Κάθε φυσιολογική οικογένεια είναι ένας θίασος. Πίσω από την βαριά κουρτίνα της εξώπορτας, που προστατεύει τα ανείπωτα, τα βαθιά οικογενειακά, τα άκρως εμπιστευτικά, αφήνουμε τα χαμόγελα να πέσουν στο σανίδι. Όταν η κουρτίνα ανοίγει, όλοι μασάνε τα λόγια κάποιου άλλου, όλοι παίρνουν το βλέμμα κάποιου άλλου, όλοι φοράνε, θαρρείς, την ζωή κάποιου άλλου, σαν παλτό που τους προστατεύει από το κρύο της επικριτικής πραγματικότητας, η οποία ξέρει να κοιτάει μόνο πάνω από τα γυαλιά της. Κι αν ματώσει το γόνατό μου στην σκηνή, θα γελάσω -γιατί αποκλείεται το αίμα να είναι δικό μου. Στην σκηνή ο αδερφός μου αγαπά το μπλε κοστούμι του, και δεν θέλει να γίνει ένα με την σκιά στην πίσω δεξιά γωνία της τάξης του. Στην σκηνή η μαμά δεν ξέρει τι θα πει ποτό ούτε τσιγάρο, ούτε κλειστά πατζούρια, ούτε εφιάλτες με πραγματικά δόντια, λερωμένα από πληγές που θα ’πρεπε να χουν κλείσει. Στην σκηνή δάκρυα και χαμόγελα είναι κροκοδείλια. Στην σκηνή μέχρι κι ο μπαμπάς φοράει το κεφάλι του πριν την υπόκλιση, παρών μόνο στο χειροκρότημα. Κι όταν κλείσει η αυλαία, όλοι πίσω στα κλουβιά μας.