Αυτές τις μέρες διαβάζω ένα βιβλίο που με έχει κατακτήσει, “Η Αχμάτοβα στον καθρέφτη μου…” της Λίζας Διονυσιάδου, το πέμπτο μυθιστόρημά της. Πρόκειται για μια λαμπρή και ειλικρινή αναπαράσταση της γυναικείας ψυχής, του ποιητικού υποστρώματος της σε δύσκολους καιρούς, όταν όλα δοκιμάζονται, ελπίδα, έρωτας, μητρότητα, ως και η πνευματική ελευθερία. Η Άννα γίνεται και δεν γίνεται για τη Λίζα ένα alter ego, μένοντας ή και αναχωρώντας από τον αφηγηματικό της καμβά. Οι δυο τους συνομιλούν πάνω από το χάσμα σχεδόν ενός αιώνα. Η Άννα κουβαλάει τη φοβερή εποχή της επανάστασης, του Μαγιακόφσκι και του Μαντελστάμ, της Τσβετάγιεβα και του Πούνιν. Δίπλα στο πετρουπολίτικο κανάλι της Φοντάνκα, όπου διέμενε για καιρό, υψώνονται τα σκιάχτρα του Στάλιν, της Κα Γκε Μπε, της φρίκης της εξορίας που ξεσπά σχεδόν δίχως αφορμή, ο θάνατος του παιδιού της. Λίγο πιο κει οι μνήμες από το μεσοπολεμικό Παρίσι του Μοντιλιάνι ή η κυρίαρχη στη ζωή της μορφή του στοχαστή Ιζάια Μπερλίν.
Σε μόλις 135 σελίδες η Λίζα Διονυσιάδου, βαθιά γνώστης της ίδιας της Ρωσίας όπου σπούδασε αρχιτεκτονική, αλλά και της ποίησης της Άχμάτοβα που μεταφράζει εξαίσια, της μορφής της ποιήτριας, που γνωρίζει από την καλή και από την ανάποδη των παθών της, στα πανέμορφα νιάτα της αλλά και στην καμπή της ηλικίας, ακόμη και του καπνού του τσιγάρου της, κατορθώνει να πλάσει ένα θαυμάσιο πίνακα των φοβερών χρόνων του σοσιαλιστικού πειράματος, και μόνο από τον λυγμό μιας ποιήτριας. Στον καθρέφτη της Λίζας Διονυσιάδου δεν εμφανίζεται μόνο η ονειρική κι άλλοτε κατακόκκινη από τα πάθη της Άννα, εμφανίζεται μια ολόκληρη εποχή. Δεν θέλω παρά να την ευχαριστήσω για τη συγκίνηση που μου προσέφερε με το βιβλίο της, καθώς και τον εκδότη του Εύμαρου, Πέτρο Κακολύρη, που με ηρωικό τρόπο συνεχίζει από τη μακρινή Εύβοια, όπου τον κρατάει ως μεταμοσχευμένο τη καρδία η καραντίνα, τις άψογες εκδόσεις των εκλεκτών αυτών βιβλίων.
Η Μαριάννα Παπουτσοπούλου είναι συγγραφέας και μεταφράστρια